Πανευρωπαϊκή διάσταση έχει προσλάβει η άνοδος στις τιμές χονδρικής ρεύματος που αναμένεται με μετακυλιστεί στους Ευρωπαίους καταναλωτές. Το ερώτημα είναι σε ποιό βαθμό.
Αναλυτικά το ρεπορτάζ της Καθημερινής της Κυριακής δίνει την διάσταση του ζητήματος.
Αντιμέτωπη με ένα ανατιμητικό κύμα αυξήσεων στις τιμές του ρεύματος, βρίσκεται ολόκληρη η Ευρώπη αποτέλεσμα της αύξησης της ζήτησης καθώς ανακάμπτει η παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα κοντά στα πριν από το Covid 19 επίπεδα, των πολιτικών για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και ενός συνδυασμού απροσδόκητων παραγόντων που έχουν εκτοξεύσει την τιμή του φυσικού αερίου σε υψηλά πολυετή επίπεδα.
Οι χονδρεμπορικές τιμές ρεύματος στις αγορές της Ευρώπης κινούνται στα επίπεδα των 80-90 ευρώ η μεγαβατώρα, τα υψηλότερα των τελευταίων 13 ετών πιέζοντας νοικοκυριά και επιχειρήσεις αλλά και τις κυβερνήσεις που καλούνται να το διαχειριστούν χωρίς διαθέσιμα εργαλεία.
Στη Γερμανία το θέμα της τιμής του ρεύματος αποτελεί ένα από τα καίρια ζητήματα αντιπαράθεσης εν όψει των εκλογών του Σεπτεμβρίου, ενώ και στην Ελλάδα οι τιμές του ρεύματος θα είναι ένα από τα πλέον δύσκολα ζητήματα που θα χρειαστεί να διαχειριστεί η κυβέρνηση από το Σεπτέμβριο που οι υψηλές τιμές της χονδρεμπορικής αγοράς (πάνω από 100 ευρώ η μεγαβατώρα) θα περάσουν στο σύνολο των καταναλωτών, με την ενεργοποίηση της Ρήτρας Αναπροσαρμογής και από τη ΔΕΗ στις 6 Αυγούστου.
Διεθνείς αναλυτές προβλέπουν «σοκ» για τους ευρωπαίους καταναλωτές μέσα στο χειμώνα καθώς δεν διαβλέπουν αποκλιμάκωση των παραγόντων που οδηγούν την κούρσα των τιμών. "Η αύξηση των τιμολογίων λιανικής πώλησης φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας θα προκαλέσει σοκ στους χρήστες αυτόν τον χειμώνα.
Οι τιμές χονδρικής εξακολουθούν να αυξάνονται μαζί με άλλα καύσιμα παραγωγής παγκοσμίως, οπότε δεν υπάρχει ακόμη σαφές τέλος", δήλωσε ο Glenn Rickson, επικεφαλής της ευρωπαϊκής ανάλυσης ενέργειας στο S&P Global Platts.
Τρεις καθοριστικοί παράγοντες για το ευρωπαϊκό ισοζύγιο
Οι Ευρωπαίοι καταναλωτές που στην πλειοψηφία τους στηρίζουν τους στόχους της ΕΕ για την κλιματική αλλαγή δεν είναι βέβαιο το πώς θα αντιδράσουν όταν θα αρχίσουν να επωμίζονται το κόστος της μετάβασης από τον άνθρακα στις ΑΠΕ, καθώς η επάρκεια των ευρωπαϊκών αγορών στο μεταβατικό διάστημα στηρίζεται στο φυσικό αέριο, οι τιμές του οποίου διαμορφώνονται από το ευάλωτο ισοζύγιο προσφοράς- ζήτησης που έχει εκτοξεύσει τις τιμές στα ύψη, υποχρεώνοντας χώρες όπως η Γερμανία, το Βέλγιο, η Ολλανδία και η Ιταλία να αυξήσουν την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από άνθρακα.
Κάτι αντίστοιχο έκανε και η Ελλάδα τις ημέρες του καύσωνα για να καλύψει την αυξημένη ζήτηση καθώς η άπνοια περιόρισε σημαντικά την παραγωγή των αιολικών πάρκων.
Τρεις συνδυαστικοί παράγοντες έχουν πυροδοτήσει το ευρωπαϊκό ισοζύγιο φυσικού αερίου: τα πολύ χαμηλά αποθέματα αποθήκευσης, η απροθυμία της Gazprom να αυξήσει τον εφοδιασμό της ευρωπαϊκής αγοράς μέσω Ουκρανίας και ο ανταγωνισμός με την Ασία για φορτία LNG.
Aπό τον Απρίλιο η Gazprom αρνήθηκε να κλείσει χωρητικότητα στο δίκτυο της Ουκρανίας προκειμένου να διατηρήσει τουλάχιστον τον τρέχοντα όγκο προσφοράς αερίου προς την Ευρώπη, δεδομένης της προγραμματισμένης συντήρησης των αγωγών Yamal-Europe και Nord Stream. Ο αγωγός Yamal, που μεταφέρει 81 εκατομμύρια κμ αερίου ημερησίως είχε γνωστοποιηθεί ότι θα είναι κλειστός 6-10 Ιουλίου και ο Nord Stream το διάστημα 13-23 Ιουλίου μειώνοντας την προμήθεια μέσω Βαλτικής στη Γερμανία κατά 158 εκατομμύρια κμ την ημέρα. Η ευρωπαϊκή αγορά αντέδρασε στην μείωση της προσφοράς αερίου από την Gazprom με άνοδο των τιμών κατά 31% τον Ιούνιο από 25,31 τον Μάιο σε 33,35 ευρώ ανά Μεγαβατώρα.
Η Gazprom σε μια προσπάθεια να αναδείξει την αναγκαιότητα του αγωγού Nord Steam 2 συνεχίζει να μην αυξάνει τον όγκο αερίου προς την Ευρώπη μέσω της ουκρανικής διόδου, ενώ στο μεταξύ οι ανάγκες της Ευρώπης για αέριο είναι αυξημένες καθώς προηγήθηκε ένας βαρύς χειμώνας με αποτέλεσμα να μειωθούν σημαντικά τα αποθέματα στις αποθήκες αερίου.
Oι υψηλές τιμές αποθαρρύνουν την έγχυση αερίου στις ευρωπαϊκές αποθήκες, με αποτέλεσμα η πληρότητα να έχει περιοριστεί στο 47% (27 Ιουνίου) σε σύγκριση με 80% πέρυσι την ίδια περίοδο.
Η Gazprom, σύμφωνα με το Platts Analytics, φαίνεται να καθυστερεί τον ανεφοδιασμό της Ευρώπης παρά τα χαμηλά επίπεδα αποθήκευσης, με τα αποθέματα στους δικούς της χώρους όπως το Rehden στη Γερμανία και Haidach στην Αυστρία να είναι σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Ετσι, οι ρωσικές ροές φυσικού αερίου, εξακολουθούν να αποτελούν βασική αβεβαιότητα για την ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου για το τρίτο τρίμηνο του έτους, ενώ η τιμή ανέβηκε ήδη στα 36 ευρώ η μεγαβατώρα.
Στενότητα προσφοράς προκαλεί και η υψηλή ζήτηση LNG της Κίνας και της Ινδίας καθώς ανακάμπτουν οι οικονομίες τους με την υποχώρηση της πανδημίας με αποτέλεσμα τα φορτία να κατευθύνονται προς την Ασία, μακριά από την Ευρώπη. Η βελτιωμένη διαθεσιμότητα των πυρηνικών της Γαλλίας και η αύξηση της δυναμικότητας αιολικής και αιολικής ενέργειας αποτελούν παράγοντες που θα μπορούσαν να βελτιώσουν το κλίμα της ενεργειακής αγοράς στην Ευρώπη το τρίτο τρίμηνο.
Τα πυρηνικά κόντρα στην κλιματική αλλαγή
Ωστόσο θερμικά κύματα, ξηρασίες και πιθανή έλλειψη ανέμου αξιολογούνται ως κίνδυνοι που θα μπορούσαν να τροφοδοτήσουν περαιτέρω αύξηση των τιμών.
Η γαλλική πυρηνική παραγωγή προβλέπεται υψηλότερη κατά περίπου 7 GW ενώ η συνδυασμένη ηλιακή και αιολική παραγωγή έχει αυξηθεί 7 GW κατ έτος.
Ο ανοδικός κίνδυνος των τιμών ωστόσο παραμένει στην περίπτωση ενός εκτεταμένου κύματος καύσωνα ή μείωσης των υδάτινων αποθεμάτων που επηρεάζουν την ψύξη στους αντιδραστήρες των πυρηνικών εργοστασίων. Σύμφωνα με τη γαλλική εταιρεία δικτύου RTE, ένα κύμα θερμότητας σε συνδυασμό με μια ξηρασία θα μπορούσε να μειώσει τη διαθέσιμη δυναμικότητα έως και 12 GW.
Η άφθονη πυρηνική ενέργεια ώθησε την Platts Analytics να προβλέψει 24 GW ετήσια μείωση για τη μέση παραγωγή φυσικού αερίου το επόμενο τρίμηνο, ενώ η παραγωγή άνθρακα θα μπορούσε να ανακάμψει κατά μέσο όρο 7 GW.
Στο μεταξύ, η μέση παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας στην ηπειρωτική Ευρώπη μειώθηκε κατά περίπου 2 GW σε ετήσια βάση, με τις δεξαμενές των Αλπεων να βρίσκονται στο χαμηλότερο εύρος. Ένα παρατεταμένο επίσης καλοκαιρινό κύμα υψηλών θερμοκρασιών θα μπορούσε να αυξήσει τη ζήτηση λόγω της χρήσης των κλιματιστικών και να μειώσει παράλληλα την αποδοτικότητα των θερμικών μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, ασκώντας μεγαλύτερες πιέσεις στις τιμές.
Η ανοδική κούρσα της τιμής των CO2 είναι επίσης ένας παράγοντας που εξωθεί τις τιμές προς τα πάνω εν όψει και των αναθεωρημένων στόχων της ΕΕ για μείωση των εκπομπών κατά 55% έως το 2030 που αναμένεται να παρουσιάσει η Επιτροπή στις 14 Ιουλίου. Η μέση τιμή των δικαιωμάτων ρύπων διαμορφώθηκε τον Ιούνιο στα 52,64 ευρώ ο τόνος αυξημένη κατά 42% από το τέλος του προηγούμενου έτους. Tη περασμένη Παρασκευή η τιμή των CO2 έφτασε στα 55,50 ευρώ ο τόνος ενώ τον Σεπτέμβριο η μέση τιμή προβλέπεται να φτάσει τα 57 ευρώ ο τόνος.
Στον συνδυασμό των εξωγενών αυτών παραγόντων οφείλονται και οι φουσκωμένοι λογαριασμοί ρεύματος για τους οποίους διαμαρτύρονται στις αρμόδιες Αρχές οι Ελληνες καταναλωτές.
www.worldenergynews.gr