Η αυξανόμενη στρατιωτική παρουσία της Τουρκίας στη Λιβύη μπορεί να ωθήσει τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής στη Ιταλία να απομακρυνθούν από την Τουρκία και να επιδιώξουν μια βαθύτερη εταιρική σχέση με τη Γαλλία
Στην Λιβύη και όχι στην Ανατολική Μεσόγειο το μεγάλο παιχνίδι για τον έλεγχο της ενέργειας με γαλλο-ιταλική συμμαχία αναφέρει το ισπανικό ινστιτούτο El Cano Royal Institute και ο Michaël Tanchum Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής στο Πανεπιστήμιο της Ναβάρα
Η αυξανόμενη στρατιωτική παρουσία της Τουρκίας στη Λιβύη μπορεί να ωθήσει τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής στη Ιταλία να απομακρυνθούν από την Τουρκία και να επιδιώξουν μια βαθύτερη εταιρική σχέση με τη Γαλλία προκειμένου οι ιταλοί να προστατεύσουν τα εκτεταμένα ενεργειακά και οικονομικά συμφέροντα τους στη Λιβύη και στην υπόλοιπη λεκάνη της νότιας και ανατολικής Μεσογείου.
Μια τέτοια γαλλο-ιταλική εταιρική σχέση, η οποία επίσης θα συμπεριλάβει και την Αίγυπτο, θα αποτελούσε το νέο «Μεγάλο Παιχνίδι» για την ενεργειακή και εμπορική διασύνδεση της περιοχής.
Με τη Λιβύη και τους βασικούς γείτονές της στο Maghreb (Μαγκρέμπ), την Αλγερία και την Τυνησία, να αποτελούν τον κύριο χώρο αυτού του αναδυόμενου γεωπολιτικού ανταγωνισμού, η Ισπανία πρέπει να αναβαθμίσει τις περιφερειακές της πολιτικές για να εξασφαλίσει τα οικονομικά και στρατηγικά της συμφέροντα στη Λιβύη και την ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου.
Η Τουρκία, η Αίγυπτος, η Γαλλία και η Ιταλία - οι τέσσερις μεγαλύτερες χώρες της λεκάνης της Μεσογείου - συμμετέχουν σε ένα νέο «Μεγάλο Παιχνίδι» για τους ενεργειακούς πόρους της περιοχής και τις εμπορικές διαδρομές.
Οι γεωπολιτικές εντάσεις μεταξύ των τεσσάρων χωρών οδήγησε σε μια βαθύτερη συνεργασία μεταξύ της Γαλλίας και της Αιγύπτου απέναντι στην Τουρκία, ενώ η Ιταλία, διαχώρισε τα ενεργειακά της συμφέροντα της στην Ανατολική Μεσόγειο, περισσότερο ευθυγραμμίστηκε με την Τουρκία με επίκεντρο την Λιβύη και τα κράτη του Maghreb της Αλγερίας και της Τυνησίας.
Η επέμβαση της Τουρκίας το 2020 στον εμφύλιο πόλεμο της Λιβύης, ωστόσο, άλλαξε τον στρατηγικό προσανατολισμό της Ιταλίας.
Αν και η παρέμβαση της Τουρκίας είχε ως στόχο την στήριξη της Κυβέρνησης Εθνικής Συμφωνίας (GNA) που εδρεύει στην Τρίπολη, στο έδαφος της οποίας είναι συγκεντρωμένα τα σημαντικά ενεργειακά περιουσιακά στοιχεία της δυτικής Λιβύης, η υπερβολική στρατιωτική παρουσία της Τουρκίας έχει καταστήσει τα ζωτικά οικονομικά συμφέροντα της Ιταλίας ευάλωτα απέναντι στους σχεδιασμούς της Τουρκίας.
Η Ιταλία είχε ήδη πλησιάσει τη Γαλλία στην ανατολική Μεσόγειο το 2018 για να μετριάσει τον κίνδυνο για τα ενεργειακά της συμφέροντα στην Κύπρο από την τουρκική παρέμβαση.
Καθώς η Τουρκία αρχίζει να αξιοποιεί την ιδιότητά της ως εγγυητή ασφαλείας της Τρίπολης της Λιβύης για τη σύναψη συμβάσεων στον ενεργειακό τομέα και την ανάπτυξη των υποδομών της Λιβύης, η Ιταλία φαίνεται να απομακρύνεται από την Τουρκία και να προσεγγίζει την Γαλλία και την Αίγυπτο.
Το νέο γεωπολιτικό «Μεγάλο Παιχνίδι» της Μεσογείου
Οι τέσσερις μεγαλύτερες χώρες της λεκάνης της Μεσογείου –Αίγυπτος, Τουρκία, Γαλλία και Ιταλία – αποτελούν συνολικά πάνω από το μισό πληθυσμό της περιοχής.
Ο αγώνας δρόμου και των τεσσάρων αυτών κρατών να κυριαρχήσουν στη στην Μεσόγειο ελέγχοντας τις διαδρομές διέλευσης ενέργειας που συνδέουν Ευρώπη, Αφρική και Μέση Ανατολή επαναπροσδιορίζει τη στρατηγική αρχιτεκτονική ολόκληρης της περιοχής της Μεσογείου.
Το νέο «Μεγάλο Παιχνίδι» για την ενεργειακή και εμπορική διασύνδεση της Μεσογείου επικεντρώνεται στον εμφύλιο πόλεμο της Λιβύης.
Η Γαλλία έχει συνεργαστεί μυστικά με την Αίγυπτο για την υποστήριξη των δυνάμεων του στρατηγού Khalifa Haftar στην ανατολική Λιβύη ενάντια στην κυβέρνηση Εθνικής Συμφωνίας της Δυτικής Λιβύης (GNA) που υποστηρίζεται στρατιωτικά από την Τουρκία αλλά και από την Ιταλία.
Η Γαλλία είναι ο τρίτος μεγαλύτερος προμηθευτής όπλων της Αιγύπτου και διατηρεί μια ναυτική βάση στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ), που υπήρξαν ο πρώτος υποστηρικτής του Haftar σε στρατιωτικό επίπεδο.
Η σκληρή διάσταση του νέου «Μεγάλου Παιχνιδιού» της Μεσογείου έχει επίσης αναδειχθεί στην ανατολική Μεσόγειο με την αναμέτρηση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, όπου η γαλλο-αιγυπτιακή συνεργασία εναντίον της Τουρκίας παρουσιάστηκε εμφανώς στα τέλη Αυγούστου 2020 με Γαλλο-Αιγυπτιακές-Ελληνικές ναυτικές ασκήσεις με στόχο την ενίσχυση της αποτρεπτικής ικανότητας της Ελλάδας.
Αυτά τα σημεία ανάφλεξης στην Ανατολική Μεσόγειο έχουν αλληλοσυνδεθεί, με αφετηρία την ανακάλυψη του μεγάλου κοιτάσματος φυσικού αερίου Zohr της Αιγύπτου το 2015 ενώ εκπονείται σχέδιο για τη συγκέντρωση αιγυπτιακού, κυπριακού και ισραηλινού αερίου με χρήση εργοστασίων υγροποίησης φυσικού αερίου LNG (ΥΦΑ).
To σχέδιο ήταν γεωπολιτικό χρονοβόρο, καθώς απέκλεισε την Τουρκία και την υποδομή αγωγών που διαθέτει για να κατευθυνθεί το φυσικό αέριο στην Ευρώπη.
Η εξέλιξη αυτή αποδυνάμωσε τα σχέδια της Τουρκίας να χρησιμοποιήσει τους αγωγούς της για να γίνει περιφερειακός ενεργειακός κόμβος.
Το 2018, ο γαλλικός ενεργειακός γίγαντας Total απέκτησε μετοχές και στα επτά από τα 13 μπλοκ αδειοδότησης της Κύπρου στα οποία λειτουργεί η Eni, εκτοξεύοντας τη Γαλλία στο επίκεντρο της νέας ενεργειακής αρχιτεκτονικής της ανατολικής Μεσογείου.
Αντιμετωπίζοντας τη στρατηγική απομόνωση στην ανατολική Μεσόγειο, η Τουρκία επέλεξε να συμμαχήσει με την GNA στην Τρίπολη.
Στις 27 Νοεμβρίου 2019, η Τουρκία και η κυβέρνηση της GNA υπέγραψαν δύο μνημόνια συμφωνίας - μια συμφωνία για την «Οριοθέτηση των περιοχών θαλάσσιας δικαιοδοσίας στη Μεσόγειο» και μια άλλη για την «Ασφάλεια και στρατιωτική συνεργασία» -.
Η συμφωνία για τα θαλάσσια σύνορα με την αναγνωρισμένη από τον ΟΗΕ κυβέρνηση στην Τρίπολη, κατά την άποψη της Άγκυρας, παρείχε στην Τουρκία νομικά ερείσματα για να αμφισβητήσει τις Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες που δημιουργήθηκαν από τις διμερείς συμφωνίες της Ελλάδας με την Αίγυπτο και την Κύπρο με στόχο το φυσικό αέριο.
Σε αντίθεση με τη μυστική υποστήριξη της Γαλλίας και της Αιγύπτου υπέρ του Haftar εναντίον της Τρίπολης, η Τουρκία επέλεξε μια ανοιχτή σχέση ασφάλειας που ενεργοποιήθηκε με το GNA στις 19 Δεκεμβρίου 2019.
Η τουρκική στρατιωτική επέμβαση επέτρεψε στο GNA να σταματήσει πλήρως την προσπάθεια του στρατάρχη Haftar επί 14 μήνες για να καταλάβει την Τρίπολη και, μέσα σε έξι μήνες, οι τουρκικές δυνάμεις μαζί με το GNA κατάφεραν να ωθήσουν τις δυνάμεις του Haftar 450 χιλιόμετρα προς τα πίσω ανατολικά προς την πόλη Sirte.
Οι έντονες προσπάθειες εκ μέρους της Γερμανίας, των ΗΠΑ και των Ηνωμένων Εθνών επέφεραν την εκεχειρία, με τις δηλώσεις πολιτικών ηγετών της 21ης Αυγούστου 2020 όπου όλοι συμφώνησαν σιωπηρά για την δημιουργία αποστρατικοποιημένης ζώνης προστασίας γύρω από το Sirte.
Η Λιβύη και οι χώρες του Maghreb στην καρδιά του «Great Game» του Μεγάλου Παιχνιδιού
Η ξεκάθαρη στρατιωτική επέμβαση της Τουρκίας κατά το πρώτο εξάμηνο του 2020 για τη διατήρηση της GNA στην Λιβύη έχει μεταβάλλει τον ρόλο της Τουρκίας στην περιοχή.
Έχοντας αντιστρέψει την πορεία του εμφυλίου πολέμου στην Λιβύη και έχοντας τον ρόλο του εγγυητή για την ασφάλειας της κυβέρνησης GNA, η Τουρκία ενισχύει τον ρόλο της ως μείζονος σημασίας δύναμη στη Βόρεια Αφρική.
Η σημαντική παρουσία της Τουρκικής Πολεμικής Αεροπορίας στην αεροπορική βάση al-Watiyah, που βρίσκεται 27 χιλιόμετρα από τα σύνορα της Τυνησίας, και η αναπτυσσόμενη ναυτική παρουσία της στο παράκτιο προπύργιο της Μισράτα που ελέγχει η GNA αύξησε την επιρροή της Άγκυρας στην Τύνιδα και στο Αλγέρι.
Η νέα μεγάλη στρατιωτική παρουσία της Τουρκίας στη Λιβύη χρησιμεύει πλέον ως πλατφόρμα από την οποία η Άγκυρα μπορεί να προωθήσει το πρόγραμμά της για τη δημιουργία εμπορικής και ενεργειακής σύνδεσης.
Η ανάπτυξη της ενεργειακής και εμπορικής συνδεσιμότητας με τα κράτη του Maghreb της Τυνησίας, της Αλγερίας και της Λιβύης είχε ως αποτέλεσμα Ιταλία και Τουρκία, να έχουν κοινά συμφέροντα, επιδιώκοντας να αναπτύξουν μεγαλύτερη οικονομική παρουσία στη Βόρεια Αφρική.
Παρά τη γειτνίαση της Ιταλίας με τις ακτές της Βόρειας Αφρικής, η Γαλλία παραμένει ο κυρίαρχος ξένος παίκτης στις χώρες του Maghreb, μια περιοχή που μετατρέπεται σε πύλη για ευρω-αφρικανικές εμπορικές σχέσεις.
Ενώ η Ιταλία έχει ξεπεράσει τη Γαλλία καθώς είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος κατασκευαστής της Ευρώπης, η ανάπτυξη των οικονομικών σχέσεων της Ιταλίας στη Βόρεια Αφρική και την υπόλοιπη ήπειρο περιορίζεται από την υπερβολική επιρροή της Γαλλίας στην Βόρεια Αφρική.
Ο Γάλλος Πρόεδρος έχει εκπονήσει ένα σχέδιο για την Μεσόγειο το λεγόμενο Pax Mediterranea, οι Γάλλοι ενώ ήθελαν σύμπλευση με την Ιταλία, ήθελαν να έχουν πάντα τον έλεγχο.
Η Τουρκία αντιμετωπίζει μια παρόμοια αλλά ακόμη πιο σκληρή πρόκληση στη λεκάνη της Μεσογείου από τους συστημικούς αντιπάλους της, τη Γαλλία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Από το 2010 έως το 2016 η Άγκυρα άνοιξε 26 πρεσβείες στην Αφρική ως μέρος της προσπάθειάς της να επεκτείνει το οικονομικό και πολιτικό αποτύπωμα της σε ολόκληρη την ήπειρο.
Παρά το γεγονός ότι σημειώνει σημαντικές συναλλαγές και επενδύσεις στην Αφρική, η ικανότητα της Τουρκίας να καθιερώσει τη δική της διαπεριφερειακή εμπορική συνδεσιμότητα μέσω της Βόρειας Αφρικής προσκρούει στη Δυτική Μεσόγειο από το Μαρόκο και στην Ανατολική Μεσόγειο από την Αίγυπτο - και οι δύο μοιράζονται βαθιές οικονομικές και στρατιωτικές σχέσεις με την Γαλλία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Οι γεωπολιτικές συνέργειες της Ιταλίας και της Τουρκίας στο Maghreb
Οι γεωπολιτικές συνέργειες μεταξύ Ιταλίας και Τουρκίας δημιουργούν έναν εμπορικό διάδρομο Τουρκίας, Ιταλίας και Τυνησίας που θα μπορούσε να αναδιαμορφώσει τα πρότυπα εμπορίου μεταξύ Ευρώπης, Αφρικής και Μέσης Ανατολής.
Ο διάδρομος Τουρκίας, Ιταλίας και Τυνησίας τεμαχίζει το κέντρο της Μεσογείου, σχηματίζοντας ένα τόξο εμπορικής σύνδεσης από το Maghreb προς την ευρύτερη Μαύρη Θάλασσα.
Ο κεντρικός κόμβος του διαδρόμου είναι το λιμάνι Taranto (Ταράντο), το οποίο βρίσκεται στο νότιο άκρο της ιταλικής χερσονήσου, στην καρδιά της Μεσογείου.
Η διαδρομή Ευρώπης και Αφρικής, συνδέοντας τις ακτές της Βόρειας Αφρικής με τα κέντρα παραγωγής της Ιταλίας, της Γερμανίας και της Βόρειας Ευρώπης μέσω των σιδηροδρομικών οδών υψηλής ταχύτητας της Ιταλίας και της Ευρώπης.
Από τα λιμάνια της Τυνησίας, ο διάδρομος μπορεί επίσης να συνδεθεί μέσω της Αλγερίας με τον αυτοκινητόδρομο Trans-Sahara, επεκτείνοντας ενδεχομένως τον διάδρομο Ευρώπη-Αφρική της Ιταλίας και της Τουρκίας προς τη Δυτική Αφρική μέχρι το Λάγος της Νιγηρίας.
Η Ιταλία υπήρξε από καιρό ένας από τους ισχυρότερους υποστηρικτές των στενότερων σχέσεων ΕΕ-Τουρκίας, Ιταλία και Τουρκία έχουν στενή εμπορική σχέση.
Μετά τη Γερμανία, η Ιταλία αποτελεί τη μεγαλύτερη ευρωπαϊκή αγορά των τουρκικών εξαγωγών, η Τουρκία έχει έσοδα 9,53 δισεκατομμυρίων δολαρίων το 2019 από τις εξαγωγές στην Ιταλία. Με εξαίρεση μια σύγκρουση συμφερόντων σχετικά με την κυπριακή υπεράκτια ανάπτυξη φυσικού αερίου, η Ιταλία και η Τουρκία έχουν μοιραστεί ένα ευρύ φάσμα κοινών συμφερόντων στην ευρύτερη λεκάνη της Μεσογείου, από τα Βαλκάνια έως τη Βόρεια Αφρική και το Κέρας της Αφρικής.
Ωστόσο, η αυξανόμενη προσπάθεια της Τουρκίας να αποκτήσει πρόσβαση στα θαλάσσια ύδατα που διεκδίκησε η Κύπρος το 2019 και η επακόλουθη ναυτική διαμάχη της Τουρκίας με την Ελλάδα αναγκάζει τη Ιταλία να επανεξετάσει τη σχέση της με την Τουρκία. Η διασφάλιση των ιταλικών οικονομικών συμφερόντων στη Λιβύη αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα για την ιταλική εξωτερική πολιτική.
Τα συμφέροντα της Ιταλίας για τη διασφάλιση της ενεργειακής υποδομής της Λιβύης
Η ιταλική ενεργειακή εταιρεία Eni είναι ο κορυφαίος ξένος όμιλος στην ενέργεια στη Λιβύη.
Παρόλο που σήμερα θεωρείται ιδιωτική εταιρεία, η ιταλική κυβέρνηση διατηρεί τον de facto έλεγχο επί της Eni με το ποσοστό να διαμορφώνεται στο 30,33%.
Η μεγαλύτερη εταιρεία της Ιταλίας βάση εσόδων, διαμορφώνει τις παραμέτρους της εξωτερικής πολιτικής της Ιταλίας.
Στη Λιβύη, σχεδόν όλα τα περιουσιακά στοιχεία του πετρελαίου και του φυσικού αερίου της Eni βρίσκονται στο δυτικό μισό της χώρας, υπό τον έλεγχο της φιλοτουρκικής κυβέρνησης GNA
Η γεωγραφία των περιουσιακών στοιχείων πετρελαίου και φυσικού αερίου της Eni αποτελεί για την Ιταλία ζωτικό εθνικό συμφέρον και επιβάλλει την διατήρηση της κυβέρνησης του GNA προκειμένου να διασφαλιστεί η ασφάλεια στις ενεργειακές υποδομές της Eni.
Ενώ παρέχει σημαντικά βραχυπρόθεσμα οφέλη, η Ιταλία θα πρέπει να αξιολογήσει σε ποιο βαθμό η αυξανόμενη εξάρτηση της Λιβύης από την Τουρκία θα καταστήσει την Ιταλία ευάλωτη στις στρατηγικές της Τουρκίας.
Η Eni είναι ο διαχειριστής και μέτοχος με 50% του έργου για το φυσικό αέριο της Δυτικής Λιβύης που περιλαμβάνει το χερσαίο πεδίο Wafa στα σύνορα Λιβύης-Αλγερίας, τα υπεράκτια πεδία Bahr Essalam και Bouri, το συγκρότημα εγκαταστάσεων επεξεργασίας και αντλιοστασίων Mellitah και τον Αγωγό Greenstream που μεταφέρει φυσικό αέριο από το συγκρότημα Mellitah στη Σικελία.
Η Ιταλία είναι ο μόνος προορισμός της αγοράς για τις εξαγωγές φυσικού αερίου της Λιβύης.
Το 2019 το έργο φυσικού αερίου της Δυτικής Λιβύης παρείχε 5,4 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου στην Ιταλία, που αντιστοιχεί στο 8% της ζήτησης φυσικού αερίου της Ιταλίας.
Η καλή σχέση μεταξύ Ιταλίας και GNA επέτρεψε στην Eni να διατηρήσει σταθερή παραγωγή ενέργειας στις περιοχές υπό την προστασία των πολιτοφυλακών που ευθυγραμμίζονται με την κυβέρνηση της Τρίπολης.
Από την ίδρυση του GNA υπό την ηγεσία του επικεφαλής του Συμβουλίου Προεδρίας Fayez al-Sarraj, οι εξαγωγές φυσικού αερίου της Λιβύης στην Ιταλία παρέμειναν σχετικά σταθερές στα 5,6 bcm ετησίως μέσω του αγωγού Greenstream.
Η παραγωγή πετρελαίου στο πετρελαϊκό πεδίο El Feel στη νότια Λιβύη, όπου η Eni κατέχει μερίδιο 33%, και το ανατολικό πεδίο Abu Attifel, όπου έχει μερίδιο 50%, έχουν υποστεί επανειλημμένα εκτεταμένες διακοπές λειτουργίας ως αποτέλεσμα επιθέσεων από διάφορες ομάδες πολιτοφυλακής.
Περίπου το 85% της παραγωγής πετρελαίου στη Λιβύη βρίσκεται στην ξηρά, με τις περισσότερες από τις μεγάλες πετρελαιοπηγές να βρίσκονται σε αραιοκατοικημένες περιοχές που είναι ιδιαίτερα ευάλωτες σε επιθέσεις πολιτοφυλακών.
Ένα από τα κύρια προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι διεθνείς εταιρείες πετρελαίου που λειτουργούν στη Λιβύη είναι ότι μένουν εκτεθειμένες σε διάφορες επιθέσεις.
Το αποτέλεσμα ήταν μια σοβαρή εμπλοκή στην παραγωγή πετρελαίου στη χώρα.
Η κρατική εταιρεία πετρελαίου της Λιβύης (NOC) χρησιμοποιούσε τους δικούς της μηχανισμούς φύλαξης.
Ωστόσο, λόγω του χάους του εμφυλίου πολέμου της Λιβύης, οι δυνάμεις ασφαλείας του NOC διαλύθηκαν σε αντίπαλες ένοπλες φατρίες έως το 2013, αναγκάζοντας την NOC να προσπαθήσει να εξασφαλίσει λιμάνια, εργοστάσια και οικόπεδα μέσω περίπλοκων διαπραγματεύσεων για τη διανομή κεφαλαίων εσόδων με μια σειρά από πολιτοφυλακές.
Το μεγαλύτερο πετρελαϊκό πεδίο της Λιβύης, το πετρελαϊκό πεδίο Sharara το διαχειρίζεται η Ισπανία
Η ισπανική εταιρία Repsol, δέχτηκε περισσότερες από 100 φορές επιθέσεις το 2011.
Η επίθεση του 2018 στη Sharara προκάλεσε το κλείσιμο της εγκατάστασης με αποτέλεσμα απώλεια παραγωγής 315.000 βαρέλια ημερησίως (bpd).
Η Λιβύη έχει έλλειμμα 2.500 MW εγκατεστημένης παραγωγικής ικανότητας κατά τη διάρκεια της αιχμής στην κατανάλωση ενέργειας.
Το ποσοστό των Λιβύων που απολαμβάνουν πρόσβαση στην ηλεκτρική ενέργεια έχει μειωθεί στο 67% από το επίπεδο πριν από τον εμφύλιο πόλεμο του 81%.
Το έλλειμμα ισχύος επιδεινώνεται από το κλείσιμο της παραγωγής πετρελαίου που έχει προκαλέσει η έλλειψη καυσίμων για τη λειτουργία μονάδων παραγωγής ενέργειας.
Ενώ επηρεάζει και τις δύο πλευρές στη Λιβύη, η Τρίπολη, η έδρα του GNA, είναι η πιο πληγείσα περιοχή λόγω της πυκνότητας της αιχμής της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας.
Στην Τρίπολη, οι διακοπές παροχής ρεύματος μπορούν να διαρκέσουν σχεδόν 48 ώρες.
Στις 11 Ιουλίου 2020, ο πρωθυπουργός Sarraj, ο πρόεδρος του NOC, Mustafa Sanalla και ο διευθύνων σύμβουλος της Eni, υπέγραψαν ένα μνημόνιο για την παροχή βασικών ανταλλακτικών και τεχνικής βοήθειας στην Eni προς τη General Electric Company της Λιβύης (GECOL).
Ο στόχος ήταν να διατηρήσει τις λειτουργικές εγκαταστάσεις ισχύος με εγκατεστημένη χωρητικότητα που αντιπροσωπεύει το 52% της συνολικής διαθέσιμης χωρητικότητας εγκατεστημένης παραγωγής ενέργειας της χώρας και περίπου το 70% της τρέχουσας λειτουργικής της ικανότητας.
Επιπλέον, η Eni διεξάγει μια μελέτη ανάπτυξης για την κατασκευή ενός νέου εργοστασίου με φυσικό αέριο και παρέχει υποστήριξη σε έργα εκκίνησης για την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Εντός του ίδιου χρονικού διαστήματος με τις διαπραγματεύσεις της Eni με το GNA, η Τουρκική Karadeniz Holding έκανε μια προσπάθεια να στείλει πλοία στις ακτές της δυτικής Λιβύης για να παράσχει στο GNA δυναμικότητα κυμαινόμενης παραγωγής ισχύος έως και 1 GW.
Η πρόταση του Karadeniz Holding ήρθε όταν οι τούρκοι αξιωματούχοι επισκέφθηκαν την Τρίπολη της Λιβύης για να συζητήσουν με την κυβέρνηση της GNA την τουρκική συμμετοχή στον τομέα της ενέργειας, των κατασκευών και των τραπεζών.
Από ιταλο-τουρκική σύμπλευση σε γαλλο-ιταλική εταιρική σχέση στη Λιβύη;
Στις 13 Αυγούστου 2020, η Τουρκία και η Λιβύη υπέγραψαν οικονομική συμφωνία για την επίλυση εκκρεμών ζητημάτων που προκύπτουν από τουρκικά κατασκευαστικά έργα που ξεκίνησαν κατά την εποχή του Gaddafi, το οποίο εκτιμάται στο 20% των επενδυτικών σχεδίων της Λιβύης.
Η συμφωνία ανοίγει επίσης το δρόμο για νέες τουρκικές επενδύσεις και αύξηση του εμπορίου.
Οι τουρκικές κατασκευαστικές εταιρείες εξετάζουν τώρα νέες συμβάσεις για την ανοικοδόμηση της Λιβύης, η συνολική εκτιμώμενη αξία των οποίων ανέρχεται σε 50 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ.
Το 2019 η Τουρκία έγινε ο μεγαλύτερος εξαγωγέας στη Λιβύη μετά την Κίνα, ξεπερνώντας την ΕΕ και κέρδισε έσοδα 1,53 δισεκατομμύρια δολάρια.
Δεκαοκτώ ημέρες μετά την υπογραφή για την επίλυση εκκρεμών οικονομικών ζητημάτων, η Κεντρική Τράπεζα της Λιβύης και η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας υπέγραψαν συμφωνία συνεργασίας με στόχο την ταχεία παρακολούθηση της επέκτασης της οικονομικής συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών.
Ο ανταγωνισμός για την ανοικοδόμηση της οικονομίας και των υποδομών της δυτικής Λιβύης θα ενταθεί καθώς η GNA παγιώνει τον έλεγχό της.
Με την Τουρκία να είναι ο κύριος πάροχος ασφάλειας της GNA, η Ιταλία αντιμετωπίζει τώρα την αυξανόμενη ανησυχία ότι η Άγκυρα που έχει έλλειψη μετρητών θα αξιοποιήσει το πλεονέκτημά της στην Λιβύη.
Το πλεονέκτημα της Τουρκίας πολλαπλασιάζεται με την οικονομική ικανότητα του στενού στρατηγικού εταίρου της Τουρκίας, το Κατάρ, να επενδύσει σε μεγάλο βαθμό σε τουρκικά έργα ανοικοδόμησης στη Λιβύη.
Ήδη στη γειτονική Τυνησία, όπου η Τουρκία προσπαθεί να αυξήσει την πολιτική της επιρροή, το Κατάρ έχει επενδύσει 3 δισεκατομμύρια δολάρια, καθιστώντας ως τον δεύτερο μεγαλύτερο επενδυτή της Τυνησίας.
Τα γεγονότα μετά την εκεχειρία της 21ης Αυγούστου δείχνουν ότι τα ιταλικά οικονομικά συμφέροντα στη Λιβύη ενδέχεται να είναι ευάλωτα.
Μια ad hoc επιτροπή του Υπουργείου Μεταφορών της GNA κάλεσε μη γνωστή τουρκική εταιρεία να επιθεωρήσει το Διεθνές Αεροδρόμιο της Τρίπολης, του οποίου η σύμβαση ανοικοδόμησης 79 εκατομμυρίων ευρώ ανατέθηκε το 2017 στην Aeneas, μια κοινοπραξία ιταλικών εταιρειών που ειδικεύονται στην κατασκευή αεροδρομίων.
Κατά την περίοδο του Gaddafi, η TAV Airport Holding της Τουρκίας συμμετείχε σε πολυεθνική κοινοπραξία που προσλήφθηκε για έργα στο αεροδρόμιο.
Πέρα από τη Λιβύη, οι ευρύτερες επιχειρήσεις της Eni στην Μεσόγειο π.χ. στην Κύπρο και την Αίγυπτο ξεφεύγουν από τη γεωπολιτική ατζέντα της Τουρκίας στην περιοχή.
Ακόμα και το 2017, πριν από την ανακάλυψη του φυσικού αερίου Zohr, τα συνολικά έσοδα της Eni από τις δραστηριότητές της στην Αίγυπτο ήταν σχεδόν ισοδύναμα με τις δραστηριότητες της στη Λιβύη.
Για να μετριάσει τους κινδύνους με τον αποκλεισμό από το τουρκικό ναυτικό σε ένα από τα τρυπάνια της στα κυπριακά ύδατα, η Eni συνεργάστηκε με την Total σε όλες τις επιχειρήσεις της στην Κύπρο.
Ταυτόχρονα, η Eni και η Total ενώθηκαν επίσης στην Αλγερία, όπου οι δύο εταιρείες δημιούργησαν μια κοινοπραξία με το Sonatrach της Αλγερίας με αποκλειστικά δικαιώματα εξερεύνησης για ενέργεια στα ανοικτά των ακτών της Αλγερίας.
Η Ιταλία και η Γαλλία έχουν βαθιά οικονομικά συμφέροντα στην Αλγερία και αμφότερες αντιμετωπίζουν έντονο ανταγωνισμό από την Τουρκία, που αυξάνεται και από τη στρατιωτική παρουσία της Τουρκίας στη γειτονική Λιβύη.
Η Τουρκία έχει ήδη σημειώσει ισχυρή είσοδο στην Αλγερία μέσω επενδύσεων 3,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ, κατατάσσοντας την Τουρκία ως έναν από τους κορυφαίους ξένους επενδυτές της χώρας.
Στη Λιβύη, η παρουσία της Total περιοριζόταν εδώ και πολύ καιρό στην πετρελαιοφόρο περιοχή Sharara και στο Al-Jurf, μια υπεράκτια πετρελαϊκή περιοχή στα ανοικτά των ακτών της δυτικής Λιβύης.
Ωστόσο, το 2018 η Total απέκτησε μερίδιο στο συγκρότημα πετρελαίου Waha της Λιβύης.
Η επέκταση της Total από τις πετρελαϊκές της εκμεταλλεύσεις στη Λιβύη πραγματοποιήθηκε μόνο ένα μήνα μετά τη συνεργασία της με την Eni στην ανάπτυξη του κυπριακού υπεράκτιου φυσικού αερίου.
Οι πρόσφατες συνεργασίες της Eni και της Total στην Κύπρο, την Αλγερία και τη Λιβύη αποτελούν τη βάση αυτού που φαίνεται να είναι μια ευρύτερη εμπορική σνεργασία που αναπτύσσεται τώρα μεταξύ Ιταλίας και Γαλλίας στη Μεσόγειο.
Συμπεράσματα
Η κύρια άμεση ανησυχία της Ισπανίας στη Λιβύη είναι η ασφάλεια και η επανέναρξη της λειτουργίας των περιουσιακών στοιχείων της Repsol.
Η τρίτη μεγαλύτερη εταιρεία της Ισπανίας σε έσοδα είναι ο κύριος φορέας εκμετάλλευσης της γιγαντιαίας πετρελαιοπηγής Sharara της Λιβύης.
Όταν δεν κλείνει λόγω του εμφυλίου πολέμου της Λιβύης, η Sharara είναι μια από τις πιο κερδοφόρες επιχειρήσεις της Repsol παγκοσμίως.
Το 2019, οι εισαγωγές πετρελαίου της Ισπανίας από τη Λιβύη έφτασαν στο ρεκόρ των 170.000 bpd, καθιστώντας τον τρίτο μεγαλύτερο προμηθευτή πετρελαίου της Λιβύης στην Ισπανία.
Πριν από τον εμφύλιο πόλεμο, οι ισπανικές εταιρείες κατείχαν σημαντικό μερίδιο στην ανάπτυξη των υποδομών της Λιβύης.
Κατά την υπογραφή της διμερούς επενδυτικής και εμπορικής συμφωνίας της Ισπανίας το 2007 με την κυβέρνηση της Λιβύης με επικεφαλής τον Muammar Gaddafi, η Ισπανία στόχευε σε επενδύσεις 12 δισεκ.
Η Indra, για παράδειγμα, η οποία είχε κατασκευάσει το σύστημα ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας της Λιβύης, ξεκίνησε διαπραγματεύσεις για συμβόλαιο 200 εκατομμυρίων ευρώ για την αναβάθμιση του συστήματος αεροπορικής άμυνας της Τρίπολης. Η Abengoa, η οποία είχε συνάψει συμβόλαια το 2003 συνολικού ύψους 300 εκατομμυρίων ευρώ για την αναβάθμιση του συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας της Λιβύης, υπέγραψε μνημόνιο συμφωνίας 2010 με την κυβέρνηση του Gaddafi για την κατασκευή τεσσάρων μονάδων αφαλάτωσης αξίας 950 εκατομμυρίων ευρώ.
Η ισπανική εξωτερική πολιτική πρέπει να αυξήσει τη διπλωματική της επιρροή στη Μεσόγειο και να επαναπροσδιορίσει προσεκτικά τις ισορροπίες μεταξύ των σχέσεών της με τη Γαλλία, την Ιταλία και την Τουρκία…
Η αυξανόμενη στρατιωτική παρουσία της Τουρκίας στη Λιβύη μπορεί να ωθήσει τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής στη Ιταλία να απομακρυνθούν από την Τουρκία και να επιδιώξουν μια βαθύτερη εταιρική σχέση με τη Γαλλία προκειμένου οι ιταλοί να προστατεύσουν τα εκτεταμένα ενεργειακά και οικονομικά συμφέροντα τους στη Λιβύη και στην υπόλοιπη λεκάνη της νότιας και ανατολικής Μεσογείου.
Μια τέτοια γαλλο-ιταλική εταιρική σχέση, η οποία επίσης θα συμπεριλάβει και την Αίγυπτο, θα αποτελούσε το νέο «Μεγάλο Παιχνίδι» για την ενεργειακή και εμπορική διασύνδεση της περιοχής.
Με τη Λιβύη και τους βασικούς γείτονές της στο Maghreb (Μαγκρέμπ), την Αλγερία και την Τυνησία, να αποτελούν τον κύριο χώρο αυτού του αναδυόμενου γεωπολιτικού ανταγωνισμού, η Ισπανία πρέπει να αναβαθμίσει τις περιφερειακές της πολιτικές για να εξασφαλίσει τα οικονομικά και στρατηγικά της συμφέροντα στη Λιβύη και την ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου.
Η Τουρκία, η Αίγυπτος, η Γαλλία και η Ιταλία - οι τέσσερις μεγαλύτερες χώρες της λεκάνης της Μεσογείου - συμμετέχουν σε ένα νέο «Μεγάλο Παιχνίδι» για τους ενεργειακούς πόρους της περιοχής και τις εμπορικές διαδρομές.
Οι γεωπολιτικές εντάσεις μεταξύ των τεσσάρων χωρών οδήγησε σε μια βαθύτερη συνεργασία μεταξύ της Γαλλίας και της Αιγύπτου απέναντι στην Τουρκία, ενώ η Ιταλία, διαχώρισε τα ενεργειακά της συμφέροντα της στην Ανατολική Μεσόγειο, περισσότερο ευθυγραμμίστηκε με την Τουρκία με επίκεντρο την Λιβύη και τα κράτη του Maghreb της Αλγερίας και της Τυνησίας.
Η επέμβαση της Τουρκίας το 2020 στον εμφύλιο πόλεμο της Λιβύης, ωστόσο, άλλαξε τον στρατηγικό προσανατολισμό της Ιταλίας.
Αν και η παρέμβαση της Τουρκίας είχε ως στόχο την στήριξη της Κυβέρνησης Εθνικής Συμφωνίας (GNA) που εδρεύει στην Τρίπολη, στο έδαφος της οποίας είναι συγκεντρωμένα τα σημαντικά ενεργειακά περιουσιακά στοιχεία της δυτικής Λιβύης, η υπερβολική στρατιωτική παρουσία της Τουρκίας έχει καταστήσει τα ζωτικά οικονομικά συμφέροντα της Ιταλίας ευάλωτα απέναντι στους σχεδιασμούς της Τουρκίας.
Η Ιταλία είχε ήδη πλησιάσει τη Γαλλία στην ανατολική Μεσόγειο το 2018 για να μετριάσει τον κίνδυνο για τα ενεργειακά της συμφέροντα στην Κύπρο από την τουρκική παρέμβαση.
Καθώς η Τουρκία αρχίζει να αξιοποιεί την ιδιότητά της ως εγγυητή ασφαλείας της Τρίπολης της Λιβύης για τη σύναψη συμβάσεων στον ενεργειακό τομέα και την ανάπτυξη των υποδομών της Λιβύης, η Ιταλία φαίνεται να απομακρύνεται από την Τουρκία και να προσεγγίζει την Γαλλία και την Αίγυπτο.
Το νέο γεωπολιτικό «Μεγάλο Παιχνίδι» της Μεσογείου
Οι τέσσερις μεγαλύτερες χώρες της λεκάνης της Μεσογείου –Αίγυπτος, Τουρκία, Γαλλία και Ιταλία – αποτελούν συνολικά πάνω από το μισό πληθυσμό της περιοχής.
Ο αγώνας δρόμου και των τεσσάρων αυτών κρατών να κυριαρχήσουν στη στην Μεσόγειο ελέγχοντας τις διαδρομές διέλευσης ενέργειας που συνδέουν Ευρώπη, Αφρική και Μέση Ανατολή επαναπροσδιορίζει τη στρατηγική αρχιτεκτονική ολόκληρης της περιοχής της Μεσογείου.
Το νέο «Μεγάλο Παιχνίδι» για την ενεργειακή και εμπορική διασύνδεση της Μεσογείου επικεντρώνεται στον εμφύλιο πόλεμο της Λιβύης.
Η Γαλλία έχει συνεργαστεί μυστικά με την Αίγυπτο για την υποστήριξη των δυνάμεων του στρατηγού Khalifa Haftar στην ανατολική Λιβύη ενάντια στην κυβέρνηση Εθνικής Συμφωνίας της Δυτικής Λιβύης (GNA) που υποστηρίζεται στρατιωτικά από την Τουρκία αλλά και από την Ιταλία.
Η Γαλλία είναι ο τρίτος μεγαλύτερος προμηθευτής όπλων της Αιγύπτου και διατηρεί μια ναυτική βάση στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ), που υπήρξαν ο πρώτος υποστηρικτής του Haftar σε στρατιωτικό επίπεδο.
Η σκληρή διάσταση του νέου «Μεγάλου Παιχνιδιού» της Μεσογείου έχει επίσης αναδειχθεί στην ανατολική Μεσόγειο με την αναμέτρηση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, όπου η γαλλο-αιγυπτιακή συνεργασία εναντίον της Τουρκίας παρουσιάστηκε εμφανώς στα τέλη Αυγούστου 2020 με Γαλλο-Αιγυπτιακές-Ελληνικές ναυτικές ασκήσεις με στόχο την ενίσχυση της αποτρεπτικής ικανότητας της Ελλάδας.
Αυτά τα σημεία ανάφλεξης στην Ανατολική Μεσόγειο έχουν αλληλοσυνδεθεί, με αφετηρία την ανακάλυψη του μεγάλου κοιτάσματος φυσικού αερίου Zohr της Αιγύπτου το 2015 ενώ εκπονείται σχέδιο για τη συγκέντρωση αιγυπτιακού, κυπριακού και ισραηλινού αερίου με χρήση εργοστασίων υγροποίησης φυσικού αερίου LNG (ΥΦΑ).
To σχέδιο ήταν γεωπολιτικό χρονοβόρο, καθώς απέκλεισε την Τουρκία και την υποδομή αγωγών που διαθέτει για να κατευθυνθεί το φυσικό αέριο στην Ευρώπη.
Η εξέλιξη αυτή αποδυνάμωσε τα σχέδια της Τουρκίας να χρησιμοποιήσει τους αγωγούς της για να γίνει περιφερειακός ενεργειακός κόμβος.
Το 2018, ο γαλλικός ενεργειακός γίγαντας Total απέκτησε μετοχές και στα επτά από τα 13 μπλοκ αδειοδότησης της Κύπρου στα οποία λειτουργεί η Eni, εκτοξεύοντας τη Γαλλία στο επίκεντρο της νέας ενεργειακής αρχιτεκτονικής της ανατολικής Μεσογείου.
Αντιμετωπίζοντας τη στρατηγική απομόνωση στην ανατολική Μεσόγειο, η Τουρκία επέλεξε να συμμαχήσει με την GNA στην Τρίπολη.
Στις 27 Νοεμβρίου 2019, η Τουρκία και η κυβέρνηση της GNA υπέγραψαν δύο μνημόνια συμφωνίας - μια συμφωνία για την «Οριοθέτηση των περιοχών θαλάσσιας δικαιοδοσίας στη Μεσόγειο» και μια άλλη για την «Ασφάλεια και στρατιωτική συνεργασία» -.
Η συμφωνία για τα θαλάσσια σύνορα με την αναγνωρισμένη από τον ΟΗΕ κυβέρνηση στην Τρίπολη, κατά την άποψη της Άγκυρας, παρείχε στην Τουρκία νομικά ερείσματα για να αμφισβητήσει τις Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες που δημιουργήθηκαν από τις διμερείς συμφωνίες της Ελλάδας με την Αίγυπτο και την Κύπρο με στόχο το φυσικό αέριο.
Σε αντίθεση με τη μυστική υποστήριξη της Γαλλίας και της Αιγύπτου υπέρ του Haftar εναντίον της Τρίπολης, η Τουρκία επέλεξε μια ανοιχτή σχέση ασφάλειας που ενεργοποιήθηκε με το GNA στις 19 Δεκεμβρίου 2019.
Η τουρκική στρατιωτική επέμβαση επέτρεψε στο GNA να σταματήσει πλήρως την προσπάθεια του στρατάρχη Haftar επί 14 μήνες για να καταλάβει την Τρίπολη και, μέσα σε έξι μήνες, οι τουρκικές δυνάμεις μαζί με το GNA κατάφεραν να ωθήσουν τις δυνάμεις του Haftar 450 χιλιόμετρα προς τα πίσω ανατολικά προς την πόλη Sirte.
Οι έντονες προσπάθειες εκ μέρους της Γερμανίας, των ΗΠΑ και των Ηνωμένων Εθνών επέφεραν την εκεχειρία, με τις δηλώσεις πολιτικών ηγετών της 21ης Αυγούστου 2020 όπου όλοι συμφώνησαν σιωπηρά για την δημιουργία αποστρατικοποιημένης ζώνης προστασίας γύρω από το Sirte.
Η Λιβύη και οι χώρες του Maghreb στην καρδιά του «Great Game» του Μεγάλου Παιχνιδιού
Η ξεκάθαρη στρατιωτική επέμβαση της Τουρκίας κατά το πρώτο εξάμηνο του 2020 για τη διατήρηση της GNA στην Λιβύη έχει μεταβάλλει τον ρόλο της Τουρκίας στην περιοχή.
Έχοντας αντιστρέψει την πορεία του εμφυλίου πολέμου στην Λιβύη και έχοντας τον ρόλο του εγγυητή για την ασφάλειας της κυβέρνησης GNA, η Τουρκία ενισχύει τον ρόλο της ως μείζονος σημασίας δύναμη στη Βόρεια Αφρική.
Η σημαντική παρουσία της Τουρκικής Πολεμικής Αεροπορίας στην αεροπορική βάση al-Watiyah, που βρίσκεται 27 χιλιόμετρα από τα σύνορα της Τυνησίας, και η αναπτυσσόμενη ναυτική παρουσία της στο παράκτιο προπύργιο της Μισράτα που ελέγχει η GNA αύξησε την επιρροή της Άγκυρας στην Τύνιδα και στο Αλγέρι.
Η νέα μεγάλη στρατιωτική παρουσία της Τουρκίας στη Λιβύη χρησιμεύει πλέον ως πλατφόρμα από την οποία η Άγκυρα μπορεί να προωθήσει το πρόγραμμά της για τη δημιουργία εμπορικής και ενεργειακής σύνδεσης.
Η ανάπτυξη της ενεργειακής και εμπορικής συνδεσιμότητας με τα κράτη του Maghreb της Τυνησίας, της Αλγερίας και της Λιβύης είχε ως αποτέλεσμα Ιταλία και Τουρκία, να έχουν κοινά συμφέροντα, επιδιώκοντας να αναπτύξουν μεγαλύτερη οικονομική παρουσία στη Βόρεια Αφρική.
Παρά τη γειτνίαση της Ιταλίας με τις ακτές της Βόρειας Αφρικής, η Γαλλία παραμένει ο κυρίαρχος ξένος παίκτης στις χώρες του Maghreb, μια περιοχή που μετατρέπεται σε πύλη για ευρω-αφρικανικές εμπορικές σχέσεις.
Ενώ η Ιταλία έχει ξεπεράσει τη Γαλλία καθώς είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος κατασκευαστής της Ευρώπης, η ανάπτυξη των οικονομικών σχέσεων της Ιταλίας στη Βόρεια Αφρική και την υπόλοιπη ήπειρο περιορίζεται από την υπερβολική επιρροή της Γαλλίας στην Βόρεια Αφρική.
Ο Γάλλος Πρόεδρος έχει εκπονήσει ένα σχέδιο για την Μεσόγειο το λεγόμενο Pax Mediterranea, οι Γάλλοι ενώ ήθελαν σύμπλευση με την Ιταλία, ήθελαν να έχουν πάντα τον έλεγχο.
Η Τουρκία αντιμετωπίζει μια παρόμοια αλλά ακόμη πιο σκληρή πρόκληση στη λεκάνη της Μεσογείου από τους συστημικούς αντιπάλους της, τη Γαλλία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Από το 2010 έως το 2016 η Άγκυρα άνοιξε 26 πρεσβείες στην Αφρική ως μέρος της προσπάθειάς της να επεκτείνει το οικονομικό και πολιτικό αποτύπωμα της σε ολόκληρη την ήπειρο.
Παρά το γεγονός ότι σημειώνει σημαντικές συναλλαγές και επενδύσεις στην Αφρική, η ικανότητα της Τουρκίας να καθιερώσει τη δική της διαπεριφερειακή εμπορική συνδεσιμότητα μέσω της Βόρειας Αφρικής προσκρούει στη Δυτική Μεσόγειο από το Μαρόκο και στην Ανατολική Μεσόγειο από την Αίγυπτο - και οι δύο μοιράζονται βαθιές οικονομικές και στρατιωτικές σχέσεις με την Γαλλία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Οι γεωπολιτικές συνέργειες της Ιταλίας και της Τουρκίας στο Maghreb
Οι γεωπολιτικές συνέργειες μεταξύ Ιταλίας και Τουρκίας δημιουργούν έναν εμπορικό διάδρομο Τουρκίας, Ιταλίας και Τυνησίας που θα μπορούσε να αναδιαμορφώσει τα πρότυπα εμπορίου μεταξύ Ευρώπης, Αφρικής και Μέσης Ανατολής.
Ο διάδρομος Τουρκίας, Ιταλίας και Τυνησίας τεμαχίζει το κέντρο της Μεσογείου, σχηματίζοντας ένα τόξο εμπορικής σύνδεσης από το Maghreb προς την ευρύτερη Μαύρη Θάλασσα.
Ο κεντρικός κόμβος του διαδρόμου είναι το λιμάνι Taranto (Ταράντο), το οποίο βρίσκεται στο νότιο άκρο της ιταλικής χερσονήσου, στην καρδιά της Μεσογείου.
Η διαδρομή Ευρώπης και Αφρικής, συνδέοντας τις ακτές της Βόρειας Αφρικής με τα κέντρα παραγωγής της Ιταλίας, της Γερμανίας και της Βόρειας Ευρώπης μέσω των σιδηροδρομικών οδών υψηλής ταχύτητας της Ιταλίας και της Ευρώπης.
Από τα λιμάνια της Τυνησίας, ο διάδρομος μπορεί επίσης να συνδεθεί μέσω της Αλγερίας με τον αυτοκινητόδρομο Trans-Sahara, επεκτείνοντας ενδεχομένως τον διάδρομο Ευρώπη-Αφρική της Ιταλίας και της Τουρκίας προς τη Δυτική Αφρική μέχρι το Λάγος της Νιγηρίας.
Η Ιταλία υπήρξε από καιρό ένας από τους ισχυρότερους υποστηρικτές των στενότερων σχέσεων ΕΕ-Τουρκίας, Ιταλία και Τουρκία έχουν στενή εμπορική σχέση.
Μετά τη Γερμανία, η Ιταλία αποτελεί τη μεγαλύτερη ευρωπαϊκή αγορά των τουρκικών εξαγωγών, η Τουρκία έχει έσοδα 9,53 δισεκατομμυρίων δολαρίων το 2019 από τις εξαγωγές στην Ιταλία. Με εξαίρεση μια σύγκρουση συμφερόντων σχετικά με την κυπριακή υπεράκτια ανάπτυξη φυσικού αερίου, η Ιταλία και η Τουρκία έχουν μοιραστεί ένα ευρύ φάσμα κοινών συμφερόντων στην ευρύτερη λεκάνη της Μεσογείου, από τα Βαλκάνια έως τη Βόρεια Αφρική και το Κέρας της Αφρικής.
Ωστόσο, η αυξανόμενη προσπάθεια της Τουρκίας να αποκτήσει πρόσβαση στα θαλάσσια ύδατα που διεκδίκησε η Κύπρος το 2019 και η επακόλουθη ναυτική διαμάχη της Τουρκίας με την Ελλάδα αναγκάζει τη Ιταλία να επανεξετάσει τη σχέση της με την Τουρκία. Η διασφάλιση των ιταλικών οικονομικών συμφερόντων στη Λιβύη αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα για την ιταλική εξωτερική πολιτική.
Τα συμφέροντα της Ιταλίας για τη διασφάλιση της ενεργειακής υποδομής της Λιβύης
Η ιταλική ενεργειακή εταιρεία Eni είναι ο κορυφαίος ξένος όμιλος στην ενέργεια στη Λιβύη.
Παρόλο που σήμερα θεωρείται ιδιωτική εταιρεία, η ιταλική κυβέρνηση διατηρεί τον de facto έλεγχο επί της Eni με το ποσοστό να διαμορφώνεται στο 30,33%.
Η μεγαλύτερη εταιρεία της Ιταλίας βάση εσόδων, διαμορφώνει τις παραμέτρους της εξωτερικής πολιτικής της Ιταλίας.
Στη Λιβύη, σχεδόν όλα τα περιουσιακά στοιχεία του πετρελαίου και του φυσικού αερίου της Eni βρίσκονται στο δυτικό μισό της χώρας, υπό τον έλεγχο της φιλοτουρκικής κυβέρνησης GNA
Η γεωγραφία των περιουσιακών στοιχείων πετρελαίου και φυσικού αερίου της Eni αποτελεί για την Ιταλία ζωτικό εθνικό συμφέρον και επιβάλλει την διατήρηση της κυβέρνησης του GNA προκειμένου να διασφαλιστεί η ασφάλεια στις ενεργειακές υποδομές της Eni.
Ενώ παρέχει σημαντικά βραχυπρόθεσμα οφέλη, η Ιταλία θα πρέπει να αξιολογήσει σε ποιο βαθμό η αυξανόμενη εξάρτηση της Λιβύης από την Τουρκία θα καταστήσει την Ιταλία ευάλωτη στις στρατηγικές της Τουρκίας.
Η Eni είναι ο διαχειριστής και μέτοχος με 50% του έργου για το φυσικό αέριο της Δυτικής Λιβύης που περιλαμβάνει το χερσαίο πεδίο Wafa στα σύνορα Λιβύης-Αλγερίας, τα υπεράκτια πεδία Bahr Essalam και Bouri, το συγκρότημα εγκαταστάσεων επεξεργασίας και αντλιοστασίων Mellitah και τον Αγωγό Greenstream που μεταφέρει φυσικό αέριο από το συγκρότημα Mellitah στη Σικελία.
Η Ιταλία είναι ο μόνος προορισμός της αγοράς για τις εξαγωγές φυσικού αερίου της Λιβύης.
Το 2019 το έργο φυσικού αερίου της Δυτικής Λιβύης παρείχε 5,4 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου στην Ιταλία, που αντιστοιχεί στο 8% της ζήτησης φυσικού αερίου της Ιταλίας.
Η καλή σχέση μεταξύ Ιταλίας και GNA επέτρεψε στην Eni να διατηρήσει σταθερή παραγωγή ενέργειας στις περιοχές υπό την προστασία των πολιτοφυλακών που ευθυγραμμίζονται με την κυβέρνηση της Τρίπολης.
Από την ίδρυση του GNA υπό την ηγεσία του επικεφαλής του Συμβουλίου Προεδρίας Fayez al-Sarraj, οι εξαγωγές φυσικού αερίου της Λιβύης στην Ιταλία παρέμειναν σχετικά σταθερές στα 5,6 bcm ετησίως μέσω του αγωγού Greenstream.
Η παραγωγή πετρελαίου στο πετρελαϊκό πεδίο El Feel στη νότια Λιβύη, όπου η Eni κατέχει μερίδιο 33%, και το ανατολικό πεδίο Abu Attifel, όπου έχει μερίδιο 50%, έχουν υποστεί επανειλημμένα εκτεταμένες διακοπές λειτουργίας ως αποτέλεσμα επιθέσεων από διάφορες ομάδες πολιτοφυλακής.
Περίπου το 85% της παραγωγής πετρελαίου στη Λιβύη βρίσκεται στην ξηρά, με τις περισσότερες από τις μεγάλες πετρελαιοπηγές να βρίσκονται σε αραιοκατοικημένες περιοχές που είναι ιδιαίτερα ευάλωτες σε επιθέσεις πολιτοφυλακών.
Ένα από τα κύρια προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι διεθνείς εταιρείες πετρελαίου που λειτουργούν στη Λιβύη είναι ότι μένουν εκτεθειμένες σε διάφορες επιθέσεις.
Το αποτέλεσμα ήταν μια σοβαρή εμπλοκή στην παραγωγή πετρελαίου στη χώρα.
Η κρατική εταιρεία πετρελαίου της Λιβύης (NOC) χρησιμοποιούσε τους δικούς της μηχανισμούς φύλαξης.
Ωστόσο, λόγω του χάους του εμφυλίου πολέμου της Λιβύης, οι δυνάμεις ασφαλείας του NOC διαλύθηκαν σε αντίπαλες ένοπλες φατρίες έως το 2013, αναγκάζοντας την NOC να προσπαθήσει να εξασφαλίσει λιμάνια, εργοστάσια και οικόπεδα μέσω περίπλοκων διαπραγματεύσεων για τη διανομή κεφαλαίων εσόδων με μια σειρά από πολιτοφυλακές.
Το μεγαλύτερο πετρελαϊκό πεδίο της Λιβύης, το πετρελαϊκό πεδίο Sharara το διαχειρίζεται η Ισπανία
Η ισπανική εταιρία Repsol, δέχτηκε περισσότερες από 100 φορές επιθέσεις το 2011.
Η επίθεση του 2018 στη Sharara προκάλεσε το κλείσιμο της εγκατάστασης με αποτέλεσμα απώλεια παραγωγής 315.000 βαρέλια ημερησίως (bpd).
Η Λιβύη έχει έλλειμμα 2.500 MW εγκατεστημένης παραγωγικής ικανότητας κατά τη διάρκεια της αιχμής στην κατανάλωση ενέργειας.
Το ποσοστό των Λιβύων που απολαμβάνουν πρόσβαση στην ηλεκτρική ενέργεια έχει μειωθεί στο 67% από το επίπεδο πριν από τον εμφύλιο πόλεμο του 81%.
Το έλλειμμα ισχύος επιδεινώνεται από το κλείσιμο της παραγωγής πετρελαίου που έχει προκαλέσει η έλλειψη καυσίμων για τη λειτουργία μονάδων παραγωγής ενέργειας.
Ενώ επηρεάζει και τις δύο πλευρές στη Λιβύη, η Τρίπολη, η έδρα του GNA, είναι η πιο πληγείσα περιοχή λόγω της πυκνότητας της αιχμής της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας.
Στην Τρίπολη, οι διακοπές παροχής ρεύματος μπορούν να διαρκέσουν σχεδόν 48 ώρες.
Στις 11 Ιουλίου 2020, ο πρωθυπουργός Sarraj, ο πρόεδρος του NOC, Mustafa Sanalla και ο διευθύνων σύμβουλος της Eni, υπέγραψαν ένα μνημόνιο για την παροχή βασικών ανταλλακτικών και τεχνικής βοήθειας στην Eni προς τη General Electric Company της Λιβύης (GECOL).
Ο στόχος ήταν να διατηρήσει τις λειτουργικές εγκαταστάσεις ισχύος με εγκατεστημένη χωρητικότητα που αντιπροσωπεύει το 52% της συνολικής διαθέσιμης χωρητικότητας εγκατεστημένης παραγωγής ενέργειας της χώρας και περίπου το 70% της τρέχουσας λειτουργικής της ικανότητας.
Επιπλέον, η Eni διεξάγει μια μελέτη ανάπτυξης για την κατασκευή ενός νέου εργοστασίου με φυσικό αέριο και παρέχει υποστήριξη σε έργα εκκίνησης για την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Εντός του ίδιου χρονικού διαστήματος με τις διαπραγματεύσεις της Eni με το GNA, η Τουρκική Karadeniz Holding έκανε μια προσπάθεια να στείλει πλοία στις ακτές της δυτικής Λιβύης για να παράσχει στο GNA δυναμικότητα κυμαινόμενης παραγωγής ισχύος έως και 1 GW.
Η πρόταση του Karadeniz Holding ήρθε όταν οι τούρκοι αξιωματούχοι επισκέφθηκαν την Τρίπολη της Λιβύης για να συζητήσουν με την κυβέρνηση της GNA την τουρκική συμμετοχή στον τομέα της ενέργειας, των κατασκευών και των τραπεζών.
Από ιταλο-τουρκική σύμπλευση σε γαλλο-ιταλική εταιρική σχέση στη Λιβύη;
Στις 13 Αυγούστου 2020, η Τουρκία και η Λιβύη υπέγραψαν οικονομική συμφωνία για την επίλυση εκκρεμών ζητημάτων που προκύπτουν από τουρκικά κατασκευαστικά έργα που ξεκίνησαν κατά την εποχή του Gaddafi, το οποίο εκτιμάται στο 20% των επενδυτικών σχεδίων της Λιβύης.
Η συμφωνία ανοίγει επίσης το δρόμο για νέες τουρκικές επενδύσεις και αύξηση του εμπορίου.
Οι τουρκικές κατασκευαστικές εταιρείες εξετάζουν τώρα νέες συμβάσεις για την ανοικοδόμηση της Λιβύης, η συνολική εκτιμώμενη αξία των οποίων ανέρχεται σε 50 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ.
Το 2019 η Τουρκία έγινε ο μεγαλύτερος εξαγωγέας στη Λιβύη μετά την Κίνα, ξεπερνώντας την ΕΕ και κέρδισε έσοδα 1,53 δισεκατομμύρια δολάρια.
Δεκαοκτώ ημέρες μετά την υπογραφή για την επίλυση εκκρεμών οικονομικών ζητημάτων, η Κεντρική Τράπεζα της Λιβύης και η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας υπέγραψαν συμφωνία συνεργασίας με στόχο την ταχεία παρακολούθηση της επέκτασης της οικονομικής συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών.
Ο ανταγωνισμός για την ανοικοδόμηση της οικονομίας και των υποδομών της δυτικής Λιβύης θα ενταθεί καθώς η GNA παγιώνει τον έλεγχό της.
Με την Τουρκία να είναι ο κύριος πάροχος ασφάλειας της GNA, η Ιταλία αντιμετωπίζει τώρα την αυξανόμενη ανησυχία ότι η Άγκυρα που έχει έλλειψη μετρητών θα αξιοποιήσει το πλεονέκτημά της στην Λιβύη.
Το πλεονέκτημα της Τουρκίας πολλαπλασιάζεται με την οικονομική ικανότητα του στενού στρατηγικού εταίρου της Τουρκίας, το Κατάρ, να επενδύσει σε μεγάλο βαθμό σε τουρκικά έργα ανοικοδόμησης στη Λιβύη.
Ήδη στη γειτονική Τυνησία, όπου η Τουρκία προσπαθεί να αυξήσει την πολιτική της επιρροή, το Κατάρ έχει επενδύσει 3 δισεκατομμύρια δολάρια, καθιστώντας ως τον δεύτερο μεγαλύτερο επενδυτή της Τυνησίας.
Τα γεγονότα μετά την εκεχειρία της 21ης Αυγούστου δείχνουν ότι τα ιταλικά οικονομικά συμφέροντα στη Λιβύη ενδέχεται να είναι ευάλωτα.
Μια ad hoc επιτροπή του Υπουργείου Μεταφορών της GNA κάλεσε μη γνωστή τουρκική εταιρεία να επιθεωρήσει το Διεθνές Αεροδρόμιο της Τρίπολης, του οποίου η σύμβαση ανοικοδόμησης 79 εκατομμυρίων ευρώ ανατέθηκε το 2017 στην Aeneas, μια κοινοπραξία ιταλικών εταιρειών που ειδικεύονται στην κατασκευή αεροδρομίων.
Κατά την περίοδο του Gaddafi, η TAV Airport Holding της Τουρκίας συμμετείχε σε πολυεθνική κοινοπραξία που προσλήφθηκε για έργα στο αεροδρόμιο.
Πέρα από τη Λιβύη, οι ευρύτερες επιχειρήσεις της Eni στην Μεσόγειο π.χ. στην Κύπρο και την Αίγυπτο ξεφεύγουν από τη γεωπολιτική ατζέντα της Τουρκίας στην περιοχή.
Ακόμα και το 2017, πριν από την ανακάλυψη του φυσικού αερίου Zohr, τα συνολικά έσοδα της Eni από τις δραστηριότητές της στην Αίγυπτο ήταν σχεδόν ισοδύναμα με τις δραστηριότητες της στη Λιβύη.
Για να μετριάσει τους κινδύνους με τον αποκλεισμό από το τουρκικό ναυτικό σε ένα από τα τρυπάνια της στα κυπριακά ύδατα, η Eni συνεργάστηκε με την Total σε όλες τις επιχειρήσεις της στην Κύπρο.
Ταυτόχρονα, η Eni και η Total ενώθηκαν επίσης στην Αλγερία, όπου οι δύο εταιρείες δημιούργησαν μια κοινοπραξία με το Sonatrach της Αλγερίας με αποκλειστικά δικαιώματα εξερεύνησης για ενέργεια στα ανοικτά των ακτών της Αλγερίας.
Η Ιταλία και η Γαλλία έχουν βαθιά οικονομικά συμφέροντα στην Αλγερία και αμφότερες αντιμετωπίζουν έντονο ανταγωνισμό από την Τουρκία, που αυξάνεται και από τη στρατιωτική παρουσία της Τουρκίας στη γειτονική Λιβύη.
Η Τουρκία έχει ήδη σημειώσει ισχυρή είσοδο στην Αλγερία μέσω επενδύσεων 3,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ, κατατάσσοντας την Τουρκία ως έναν από τους κορυφαίους ξένους επενδυτές της χώρας.
Στη Λιβύη, η παρουσία της Total περιοριζόταν εδώ και πολύ καιρό στην πετρελαιοφόρο περιοχή Sharara και στο Al-Jurf, μια υπεράκτια πετρελαϊκή περιοχή στα ανοικτά των ακτών της δυτικής Λιβύης.
Ωστόσο, το 2018 η Total απέκτησε μερίδιο στο συγκρότημα πετρελαίου Waha της Λιβύης.
Η επέκταση της Total από τις πετρελαϊκές της εκμεταλλεύσεις στη Λιβύη πραγματοποιήθηκε μόνο ένα μήνα μετά τη συνεργασία της με την Eni στην ανάπτυξη του κυπριακού υπεράκτιου φυσικού αερίου.
Οι πρόσφατες συνεργασίες της Eni και της Total στην Κύπρο, την Αλγερία και τη Λιβύη αποτελούν τη βάση αυτού που φαίνεται να είναι μια ευρύτερη εμπορική σνεργασία που αναπτύσσεται τώρα μεταξύ Ιταλίας και Γαλλίας στη Μεσόγειο.
Συμπεράσματα
Η κύρια άμεση ανησυχία της Ισπανίας στη Λιβύη είναι η ασφάλεια και η επανέναρξη της λειτουργίας των περιουσιακών στοιχείων της Repsol.
Η τρίτη μεγαλύτερη εταιρεία της Ισπανίας σε έσοδα είναι ο κύριος φορέας εκμετάλλευσης της γιγαντιαίας πετρελαιοπηγής Sharara της Λιβύης.
Όταν δεν κλείνει λόγω του εμφυλίου πολέμου της Λιβύης, η Sharara είναι μια από τις πιο κερδοφόρες επιχειρήσεις της Repsol παγκοσμίως.
Το 2019, οι εισαγωγές πετρελαίου της Ισπανίας από τη Λιβύη έφτασαν στο ρεκόρ των 170.000 bpd, καθιστώντας τον τρίτο μεγαλύτερο προμηθευτή πετρελαίου της Λιβύης στην Ισπανία.
Πριν από τον εμφύλιο πόλεμο, οι ισπανικές εταιρείες κατείχαν σημαντικό μερίδιο στην ανάπτυξη των υποδομών της Λιβύης.
Κατά την υπογραφή της διμερούς επενδυτικής και εμπορικής συμφωνίας της Ισπανίας το 2007 με την κυβέρνηση της Λιβύης με επικεφαλής τον Muammar Gaddafi, η Ισπανία στόχευε σε επενδύσεις 12 δισεκ.
Η Indra, για παράδειγμα, η οποία είχε κατασκευάσει το σύστημα ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας της Λιβύης, ξεκίνησε διαπραγματεύσεις για συμβόλαιο 200 εκατομμυρίων ευρώ για την αναβάθμιση του συστήματος αεροπορικής άμυνας της Τρίπολης. Η Abengoa, η οποία είχε συνάψει συμβόλαια το 2003 συνολικού ύψους 300 εκατομμυρίων ευρώ για την αναβάθμιση του συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας της Λιβύης, υπέγραψε μνημόνιο συμφωνίας 2010 με την κυβέρνηση του Gaddafi για την κατασκευή τεσσάρων μονάδων αφαλάτωσης αξίας 950 εκατομμυρίων ευρώ.
Η ισπανική εξωτερική πολιτική πρέπει να αυξήσει τη διπλωματική της επιρροή στη Μεσόγειο και να επαναπροσδιορίσει προσεκτικά τις ισορροπίες μεταξύ των σχέσεών της με τη Γαλλία, την Ιταλία και την Τουρκία…
www.bankingnews.gr
www.worldenergynews.gr