Η «πράσινη» ηλεκτροπαραγωγή άγγιξε το 27,76% του φορτίου, πίσω μόνο από τις μονάδες φυσικού αερίου (33,63%) και πάνω από τις εισαγωγές
Μία πρόγευση από το μέλλον δίνουν τα στοιχεία της Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας για το ενεργειακό ισοζύγιο του ΗΕΠ εντός του 2020, σύμφωνα με τα οποία οι ΑΠΕ απέσπασαν το δεύτερο μεγαλύτερο μερίδιο κάλυψης του φορτίου.
Έτσι, με βάση τα μηνιαία δελτία της Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας για το διάστημα Ιανουάριος – Μάιος 2020, το μεσοσταθμικό ποσοστό των ανανεώσιμων πηγών στο ενεργειακό ισοζύγιο του ΗΕΠ διαμορφώθηκε στο 27,76%. Ένα ποσοστό που υστερεί μόνο έναντι των μονάδων φυσικού αερίου, οι οποίες απέσπασαν το 33,63%.
Για να καταλάβουν τη δεύτερη θέση, οι ανανεώσιμες πηγές ενίσχυσαν κατά 27% τη συμμετοχή τους στην κάλυψη του φορτίου, έναντι του αντίστοιχου χρονικού διαστήματος του 2019. Έτσι, κατετάγησαν πάνω από τις εισαγωγές, που κατέλαβαν την τρίτη θέση στο πρώτο πεντάμηνο της χρονιάς, με ποσοστό 24,31%.
Στην εικόνα που διαμορφώνεται έως τώρα για φέτος, σύμφωνα με ανθρώπους του κλάδου, σημαντικό ρόλο έπαιξε κατ’ αρχάς η πανδημία και η «βουτιά» στην εγχώρια κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας που αυτή επέφερε από τον Μάρτιο, με το lockdown. Έτσι, με τη μείωση της ζήτησης σε ρεύμα, το μερίδιο των «πράσινων» μεγαβατώρων στη συνολική κατανάλωση ενισχύθηκε αναλογικά.
Την ίδια στιγμή, ωστόσο, υπήρξαν και συγκυρίες οι οποίες ευνόησαν την αύξηση της «πράσινης» ηλεκτροπαραγωγής σε απόλυτα νούμερα, με πρώτο και καλύτερο το καλό αιολικό και ηλιακό δυναμικό που επικρατεί φέτος. Μία παράμετρος που εξηγεί γιατί τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο, δηλαδή πριν από το πρώτα μέτρα για την πανδημία, η παραγωγή των ΑΠΕ εμφανίζεται αυξημένη κατά 21% και 18%, αντίστοιχα.
Αύξηση κατά 727,5 ΜW του αιολικού χαρτοφυλακίου
Παράλληλα, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές του κλάδου, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η σημαντική αύξηση της εγκατεστημένης ισχύος ΑΠΕ κατά την περσινή χρονιά, η οποία «μεταφράζεται» φέτος σε περισσότερες «πράσινες» κιλοβατώρες. Η αύξηση αυτή προήλθε κυρίως από την αιολική ενέργεια, με δεδομένο ότι πέρυσι συνδέθηκαν στο δίκτυο 727,5 ΜW νέων αιολικών πάρκων. Έτσι, το χαρτοφυλάκιο ανανεώσιμων πηγών είναι σημαντικά ενισχυμένο έναντι της προηγούμενης χρονιάς, κάτι που όπως είναι φυσικό επέδρασε θετικά και στην παραγωγή.
Όσον αφορά τον κλάδο των θερμοηλεκτρικών, το πρώτο 5μηνο χαρακτηρίζεται από τη μεγάλη υποχώρηση του μεριδίου των λιγνιτικών μονάδων, το οποίο διαμορφώνεται στο 10,57% για όλη την περίοδο, με συμμετοχή μόλις 3,11% τον Απρίλιο και 2,66% τον επόμενο μήνα.
Η υποχώρηση αυτή οφείλεται στο υψηλότερο κόστος της λιγνιτικής ηλεκτροπαραγωγής έναντι των μονάδων φυσικού αερίου, η οποία οφείλεται τόσο στη μεγαλύτερη επιβάρυνσή τους για δικαιώματα ρύπων, όσο και στην κατάρρευση των διεθνών τιμών αερίου οι οποίες κατέστησαν ακόμη πιο ανταγωνιστικά τα εργοστάσια με αέριο ορυκτό καύσιμο. Έτσι, από την άνοιξη που διακόπηκε η λειτουργία των τηλεθερμάνσεων, το μερίδιο των λιγνιτών έπεσε σε μονοψήφια επίπεδα.
Κώστας Δεληγιάννης
deligkos@worldenergynews.gr
www.worldenergynews.gr
Έτσι, με βάση τα μηνιαία δελτία της Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας για το διάστημα Ιανουάριος – Μάιος 2020, το μεσοσταθμικό ποσοστό των ανανεώσιμων πηγών στο ενεργειακό ισοζύγιο του ΗΕΠ διαμορφώθηκε στο 27,76%. Ένα ποσοστό που υστερεί μόνο έναντι των μονάδων φυσικού αερίου, οι οποίες απέσπασαν το 33,63%.
Για να καταλάβουν τη δεύτερη θέση, οι ανανεώσιμες πηγές ενίσχυσαν κατά 27% τη συμμετοχή τους στην κάλυψη του φορτίου, έναντι του αντίστοιχου χρονικού διαστήματος του 2019. Έτσι, κατετάγησαν πάνω από τις εισαγωγές, που κατέλαβαν την τρίτη θέση στο πρώτο πεντάμηνο της χρονιάς, με ποσοστό 24,31%.
Στην εικόνα που διαμορφώνεται έως τώρα για φέτος, σύμφωνα με ανθρώπους του κλάδου, σημαντικό ρόλο έπαιξε κατ’ αρχάς η πανδημία και η «βουτιά» στην εγχώρια κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας που αυτή επέφερε από τον Μάρτιο, με το lockdown. Έτσι, με τη μείωση της ζήτησης σε ρεύμα, το μερίδιο των «πράσινων» μεγαβατώρων στη συνολική κατανάλωση ενισχύθηκε αναλογικά.
Την ίδια στιγμή, ωστόσο, υπήρξαν και συγκυρίες οι οποίες ευνόησαν την αύξηση της «πράσινης» ηλεκτροπαραγωγής σε απόλυτα νούμερα, με πρώτο και καλύτερο το καλό αιολικό και ηλιακό δυναμικό που επικρατεί φέτος. Μία παράμετρος που εξηγεί γιατί τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο, δηλαδή πριν από το πρώτα μέτρα για την πανδημία, η παραγωγή των ΑΠΕ εμφανίζεται αυξημένη κατά 21% και 18%, αντίστοιχα.
Αύξηση κατά 727,5 ΜW του αιολικού χαρτοφυλακίου
Παράλληλα, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές του κλάδου, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η σημαντική αύξηση της εγκατεστημένης ισχύος ΑΠΕ κατά την περσινή χρονιά, η οποία «μεταφράζεται» φέτος σε περισσότερες «πράσινες» κιλοβατώρες. Η αύξηση αυτή προήλθε κυρίως από την αιολική ενέργεια, με δεδομένο ότι πέρυσι συνδέθηκαν στο δίκτυο 727,5 ΜW νέων αιολικών πάρκων. Έτσι, το χαρτοφυλάκιο ανανεώσιμων πηγών είναι σημαντικά ενισχυμένο έναντι της προηγούμενης χρονιάς, κάτι που όπως είναι φυσικό επέδρασε θετικά και στην παραγωγή.
Όσον αφορά τον κλάδο των θερμοηλεκτρικών, το πρώτο 5μηνο χαρακτηρίζεται από τη μεγάλη υποχώρηση του μεριδίου των λιγνιτικών μονάδων, το οποίο διαμορφώνεται στο 10,57% για όλη την περίοδο, με συμμετοχή μόλις 3,11% τον Απρίλιο και 2,66% τον επόμενο μήνα.
Η υποχώρηση αυτή οφείλεται στο υψηλότερο κόστος της λιγνιτικής ηλεκτροπαραγωγής έναντι των μονάδων φυσικού αερίου, η οποία οφείλεται τόσο στη μεγαλύτερη επιβάρυνσή τους για δικαιώματα ρύπων, όσο και στην κατάρρευση των διεθνών τιμών αερίου οι οποίες κατέστησαν ακόμη πιο ανταγωνιστικά τα εργοστάσια με αέριο ορυκτό καύσιμο. Έτσι, από την άνοιξη που διακόπηκε η λειτουργία των τηλεθερμάνσεων, το μερίδιο των λιγνιτών έπεσε σε μονοψήφια επίπεδα.
Κώστας Δεληγιάννης
deligkos@worldenergynews.gr
www.worldenergynews.gr