Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει δεσμευτεί να αυξήσει τον στόχο μείωσης των εκπομπών σε 50 ή 55%, σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990
Εν τω μέσω της έκρηξης του COVID-19, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή την προηγούμενη εβδομάδα δημοσιοποίησε την έναρξη μιας ανάλυσης κόστους-οφέλους όσον αφορά την αύξηση των φιλοδοξιών της ΕΕ για το κλίμα για το 2030, ώστε να επιτευχθεί ο στόχος των μηδενικών εκπομπών έσω τα μέσα του αιώνα.
Το σχέδιο ανάλυσης της Κομισιόν βρίσκεται στο στάδιο της έναρξης, αλλά δίνει μια ένδειξη για το πού κατευθύνεται η Επιτροπή, καθώς προσπαθεί να κατευθύνει τα μέλη της ΕΕ προς την κλιματική ουδετερότητα μέχρι το 2050. «Η υπερθέρμανση του πλανήτη έχει ήδη φθάσει ήδη στον 1° C και η παγκόσμια κοινότητα έχει δεν βρίσκεται σε καλό δρόμο για την επίτευξη της Συμφωνίας του Παρισιού», λέει το έγγραφο υποστηρίζοντας ότι περισσότερο από ποτέ είναι αναγκαίο η ΕΕ να βρεθεί στην εμπροσθοφυλακή για να διατηρηθεί η θερμοκρασία κάτω από 2 ° C.
«Η ικανότητα της ΕΕ να αποδείξει τη σκοπιμότητα μιας πορείας προς την κλιματική ουδετερότητα και να διαχειριστεί μια δίκαιη μετάβαση θα στείλει ένα ισχυρό μήνυμα σε άλλες χώρες να ακολουθήσουν το παράδειγμα», υποστηρίζει το έγγραφο. Για να συμβαδίζει με τους στόχους του Παρισιού, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει δεσμευτεί να αυξήσει τον στόχο της ΕΕ για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου το 2030 από 40% σε 50 ή 55% σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990.
Αξιολόγηση των επιλογών
Η μελέτη που θα εκπονηθεί θα προσπαθήσει να αξιολογήσει τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της μιας ή της άλλης επιλογής ενόψει της τελικής μελέτης της Επιτροπής, η οποία αναμένεται να δημοσιευθεί τον Σεπτέμβριο.
Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η κλιμάκωση της κλιματικής φιλοδοξίας θα κατανείμει το κόστος στο χρόνο και θα οδηγήσει σε μια σταδιακή ετήσια πορεία μείωσης και κατανομή των προσπαθειών από τώρα έως την κλιματική ουδετερότητα το 2050.
Αντίθετα, η καθυστέρηση της δράσης θα απαιτούσε ενδεχομένως πιο βίαιη προσαρμογή μετά το 2030, μολονότι θα μείωνε βραχυπρόθεσμα τις οικονομικές επιπτώσεις.
Πιο ισορροπημένη πορεία μείωσης
«Η ΕΕ θα πρέπει να εξαλείψει πάνω από το ήμισυ των εκπομπών της σε ολόκληρη την οικονομία μόνο μέσα σε δυο δεκαετίες μετά από το 2030 για να επιτύχει την κλιματική ουδετερότητα μέχρι το 2050. Πρόκειται για πολύ ταχύτερη μείωση των ετήσιων εκπομπών από ό,τι έχει επιτευχθεί μέχρι σήμερα και η πρόκληση είναι πολύ μεγαλύτερη σε σχέση με τις προηγούμενες τέσσερις δεκαετίες», επισημαίνει το έγγραφο.
«Ως εκ τούτου, η πρωτοβουλία στοχεύει να εκτιμήσει τι θα χρειαστεί να γίνει για να έχουμε μια πιο ισορροπημένη πορεία μείωσης από το 2020 έως το 2050 και έτσι να αναδιανείμουμε εγκαίρως την προσπάθεια μετάβασης» λέει.
Σύμφωνα με ορισμένους αναλυτές των πολιτικών της ΕΕ, το μήνυμα είναι σαφές: Η Επιτροπή θέτει τις βάσεις για αύξηση του στόχου του 2030.
Αβεβαιότητα του κορωναϊού
Μια μεγάλη διαφορά αυτή τη φορά, ωστόσο, είναι το σημερινό πολιτικό και οικονομικό πλαίσιο που κυριαρχείται από την κρίση του κορωνοϊού. Παρόλο που η πανδημία δεν έχει φτάσει ακόμα στο αποκορύφωμά της, η Επιτροπή προβλέπει ότι θα ρίξει την ευρωπαϊκή οικονομία σε ύφεση. Και καθώς οι πολιτικοί αγωνίζονται για την αντιμετώπιση της πανδημίας, ο κίνδυνος είναι οι πολιτικές για το κλίμα να μπουν σε δεύτερη μοίρα.
«Αναμένουμε ότι η συζήτηση αυτή θα επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό από παράλληλες προσπάθειες για την διαμόρφωση μιας ευρωπαϊκής οικονομικής αντίδρασης στην πανδημία, αναφέρει ο Andreas Graf, αναλυτής ενεργειακής πολιτικής της ΕΕ στο think tank της Agora Energiewende.
«Λαμβάνοντας υπόψη τις πολλές αβεβαιότητες σχετικά με την πανδημία, η Επιτροπή δεν θα μπορέσει να εγγυηθεί οριστικά σε αυτό το χρονικό σημείο ότι μπορεί να διατηρηθεί το χρονοδιάγραμμα που έχει θέσει. Ωστόσο, σηματοδοτώντας την πρόθεσή της να υιοθετήσει μια ανακοίνωση για την αξιολόγηση των επιπτώσεων, στέλνει το μήνυμα ότι σκοπεύει να συνεχίσει και να επιδιώκει να επιτύχει ακόμη ένα υψηλότερο στόχο για το 2030 για το κλίμα», δήλωσε.
Μέτρα προστασίας των ευρωπαϊκών βιομηχανιών
Η απάντηση στην κρίση του κορωνοϊού θα μπορούσε πράγματι να αποσπάσει την προσοχή από άλλες συζητήσεις, όπως ο φόρος επί των εκπομπών άνθρακα, που θεωρείται από την Ursula von der Leyen ως «βασικό εργαλείο» για την «εξασφάλιση ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων της ΕΕ σε ισότιμους όρους» με χώρες όπως η Κίνα, οι οποίες δεν ρυθμίζουν τις εκπομπές CO2 από τη βιομηχανία.
Ωστόσο, ο κ. Graf πιστεύει ότι η φορολογία στα ορυκτά καύσιμα «θα απαιτήσει σημαντικό χρόνο για να εφαρμοστεί λόγω νομικών, διοικητικών και πολιτικών προκλήσεων». Κατά συνέπεια, είναι επείγον να αναλογιστεί κανείς άλλα μέτρα για την προστασία των βιομηχανιών της ΕΕ από τον αθέμιτο ανταγωνισμό καθώς επενδύουν σε τεχνολογίες χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται η συνεχής κατανομή δωρεάν πιστοποιητικών ρύπων σε ορισμένους βιομηχανικούς τομείς, όπως η χαλυβουργία ή η εισαγωγή κλιμακωτής επιβάρυνσης επί επιλεγμένων τελικών προϊόντων. Οι πράσινες δημόσιες συμβάσεις και τα πρότυπα για τα πράσινα προϊόντα θα διαδραματίσουν επίσης ένα ρόλο, λέει ο Graf.
Ο βασικός στόχος, λέει, είναι να εμποδίσει τις επιχειρήσεις να μετακομίσουν στο εξωτερικό, καθώς η Ευρώπη σφίγγει τον κλοιό στις βιομηχανικές εκπομπές. «Εδώ θα είναι σημαντικό να εντοπίσει η Επιτροπή τον κίνδυνο διαρροής επενδύσεων», οι εταιρείες κατασκευάζουν νέα εργοστάσια εκτός Ευρώπης, όπου οι περιβαλλοντικοί περιορισμοί είναι χαμηλότεροι.
«Ένα ισχυρό επενδυτικό πλαίσιο για τη βιομηχανία που δεν είναι κλιματικά ουδέτερη» θα είναι ακόμη πιο σημαντικό «δεδομένων των μεγάλων κύκλων επανεπένδυσης για τη βαριά βιομηχανία την επόμενη δεκαετία, ειδικά για τον χάλυβα και τα χημικά», ανέφερε ο Graf.
Νικητές και ηττημένοι από την ενεργειακή μετάβαση
Βεβαίως, η μετάβαση προς μηδενικές εκπομπές θα σημαίνει βαθιά μεταμόρφωση για πολλές βιομηχανίες και θα δημιουργήσει νικητές και ηττημένους.
Ενώ ορισμένοι τομείς αναμένεται να αναπτυχθούν - όπως οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η ενέργεια και οι κατασκευές - οι άλλοι «είναι πιθανό να μετασχηματιστούν», αναφέρει το έγγραφο της Επιτροπής, αναφέροντας τον κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας, τις βιομηχανίες έντασης ενέργειας, τις μεταφορικές υπηρεσίες και τη γεωργία.
Εξάλλου «ένας περιορισμένος αριθμός τομέων θα πρέπει να μειωθεί», συνεχίζει το έγγραφο, αναφέροντας μεταξύ άλλων την εξόρυξη άνθρακα, την διύλιση πετρελαίου και τους κατασκευαστές βιομηχανικού εξοπλισμού και τους παρόχους λύσεων".
Η μετάβαση μπορεί να έχει επιπτώσεις σε ολόκληρη την οικονομία αλλά και κοινωνικό αντίκτυπο λέει η Επιτροπή. Αυτό προκαλεί ανησυχία στους ενδιαφερόμενους τομείς. «Δεν μπορούμε να θέσουμε μόνο έναν στόχο και να περιμένουμε ολόκληρες βιομηχανίες να μετασχηματίζονται μαγικά», λέει ο François Régis Mouton, διευθυντής της Ευρώπης στη Διεθνή Ένωση Παραγωγών Πετρελαίου και Αερίου (IOGP).
«Πρέπει να σχεδιάσουμε κατάλληλες πολιτικές για τη διεύρυνση των τεχνολογιών μεγάλης κλίμακας μείωσης του διοξειδίου του άνθρακα που θα τους βοηθήσουν να διατηρήσουν την ανταγωνιστικότητά τους καθ 'όλη τη διάρκεια αυτού του ταξιδιού», πρόσθεσε, αναφέροντας την δέσμευση άνθρακα και το υδρογόνο μεταξύ των βασικών μελλοντικών τεχνολογιών για τη βιομηχανία.
www.worldenergynews.gr