Κεντρικό ρόλο στην αύξηση του επιπέδου διασυνδεσιμότητας προβλέπεται να έχει η δεύτερη γραμμή διασύνδεσης Ελλάδας Βουλγαρίας
Αισιοδοξία ότι θα επιτευχθούν οι στόχοι που έχουν τεθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση ως προς τη διασυνδεσιμότητα του ελληνικού συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας με γειτονικές χώρες, καταγράφεται στο προκαταρκτικό σχέδιο του ΑΔΜΗΕ για το Δεκαετές Πρόγραμμα Ανάπτυξης του Εθνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας, την περίοδο 2021 - 2030.
Σύμφωνα με τον ΑΔΜΗΕ ο στόχος του 10% ως προς το επίπεδο διασυνδεσιμότητας που έχει τεθεί για το 2020 επιτυγχάνεται, ενώ με βάση τα προβλεπόμενα μελλοντικά έργα διασυνδέσεων θα επιτευχθεί και ο στόχος του 15% πριν το 2025.
Συγκεκριμένα ο ΑΔΜΗΕ προβλέπει ότι το επίπεδο διασυνδεσιμότητας του ελληνικού συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας το 2020 θα βρίσκεται στο 13% έναντι στόχου 10%, το 2025 στο 21% έναντι στόχου 15% και θα παραμείνει στα ίδια επίπεδα έως το 2030.
Ορίζοντας ολοκλήρωσης το 2023 για τη διασύνδεση Ελλάδας –Κύπρου – Ισραήλ
Κεντρικό ρόλο στην αύξηση του επιπέδου διασυνδεσιμότητας προβλέπεται να έχουν η δεύτερη γραμμή διασύνδεσης Ελλάδας Βουλγαρίας η οποία προβλέπεται να ολοκληρωθεί το 2022, αλλά και η διασύνδεση Ελλάδας –Κύπρου – Ισραήλ με ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2023.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις του ΑΔΜΗΕ η ικανότητα μεταφοράς φορτίου αιχμής του ελληνικού συστήματος το 2020 θα είναι στο επίπεδο του 18%, το 2025 στο 43% και το 2030 στο 48%, ενώ η ικανότητα μεταφοράς εγκατεστημένης ισχύος ΑΠΕ από 18% το 2020 θα αυξηθεί σε 34% το 2025 και θα μειωθεί στο 31% το 2030 προφανώς λόγω της προβλεπόμενης αύξησης της διείσδυσης των ΑΠΕ.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η ανάπτυξη των ηλεκτρικών διασυνδέσεων μεταξύ των χωρών αποτελεί σημαντική προτεραιότητα της ΕΕ διότι:
-συμβάλλει δραστικά στην ασφάλεια της τροφοδοσίας
-αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την ενοποίηση των εθνικών αγορών ηλεκτρικής ενέργειας μέσω της εφαρμογής του Μοντέλου Στόχου (Target Model).
-επιτρέπει γενικότερα τον διαμοιρασμό διάφορων πόρων (παραγωγικό δυναμικό, ευελιξία, εφεδρείες κλπ.) μεταξύ των συστημάτων ηλεκτρικής ενέργειας, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε μείωση του συνολικού κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας.
-θα επιτρέψει την μεγάλη διείσδυση ΑΠΕ στην Ευρώπη, καθώς αυτή θα απαιτήσει την ικανότητα διακίνησης σημαντικών ποσοτήτων ηλεκτρικής ενέργειας σε μεγάλες αποστάσεις ενώ η αντικατάσταση συμβατικών Σταθμών από μονάδες ΑΠΕ θα οδηγήσει σε ανάγκες αυξημένης μεταφορικής ικανότητας μεταξύ των Συστημάτων για λόγους ρύθμισης.
Στα 800 MW η μεταφορική ικανότητα από Ελλάδα προς Βουλγαρία
Σημειώνεται ότι η δεύτερη διασύνδεση Ελλάδας - Βουλγαρίας που θα γίνει με εναέρια γραμμή 400 kV μεταξύ του ΚΥΤ Ν. Σάντας και του Υ/Σ Maritsa East 1, θα διαθέτει ονομαστική μεταφορική ικανότητα 151 MVA και θα έχει συνολικό μήκος 151 km, από τα οποία 30 km εντός Ελλάδας και τα 121 km σε βουλγαρικό έδαφος.
Η νέα διασυνδετική γραμμή 400 kV Ελλάδας - Βουλγαρίας αποτελεί σημαντικό έργο πανευρωπαϊκού ενδιαφέροντος και αναμένεται να ενταχθεί στο Ευρωπαϊκό Σύστημα στις αρχές του 2023. Μάλιστα το έργο περιλαμβάνεται στο Δεκαετές Πρόγραμμα Ανάπτυξης του ENTSO-E από το 2012. Συγκαταλέγεται επίσης στον κατάλογο των Έργων Κοινού Ενδιαφέροντος (PCI) από το 2013.
Η συγκεκριμένη διασύνδεση προβλέπεται ότι θα αυξήσει τη μεταφορική ικανότητα στα σύνορα των δύο χωρών σε 800 MW για την κατεύθυνση από την Ελλάδα προς τη Βουλγαρία και σε 1350 MW για την κατεύθυνση από τη Βουλγαρία προς την Ελλάδα.
Στο πλαίσιο αυτό το έργο θα συμβάλλει στην ασφαλή διακίνηση των αυξανομένων ροών της ισχύος στην κατεύθυνση Βορράς-Νότος της Βαλκανικής χερσονήσου, στη διεύρυνση του περιθωρίου επάρκειας και στην αύξηση της δυνατότητας περαιτέρω εγκατάστασης μονάδων ΑΠΕ στο βόρειο τμήμα της χώρας.
Ταυτόχρονα θα ενισχύσει το Ευρωπαϊκό σύστημα μεταφοράς στο ανατολικό σύνορο, περιοχή στην οποία το σύστημα των 400 kV είναι αραιό και η σύνδεση με το μεγάλης έκτασης σύστημα της Τουρκίας είναι σχετικά ασθενής, συμβάλλοντας στην ολοκλήρωση των αγορών της ηλεκτρικής ενέργειας της Ευρώπης και της Τουρκίας.
Το έργο θεωρείται αρκετά ώριμο για την έναρξη της υλοποίησής του καθώς και από τις δύο πλευρές έχουν ληφθεί οι απαραίτητες αδειοδοτήσεις. Η κατασκευή στην πλευρά της Βουλγαρίας θα ξεκινήσει στο αμέσως επόμενο διάστημα, ενώ η κατασκευή στην ελληνική πλευρά αναμένεται να ξεκινήσει το 2021, με ορίζοντα ολοκλήρωσης τα τέλη του 2022 και για τις δύο πλευρές.
Εξασφάλιση διαλειτουργικότητας
Σε ό,τι αφορά τη διασύνδεση Ελλάδας - Κύπρου - Ισραήλ ο ΑΔΜΗΕ σημειώνει ότι το έργο αφορά στην υλοποίηση διασύνδεσης των συστημάτων μεταφοράς Ελλάδας – Κύπρου και Ισραήλ με συνδέσμους συνεχούς ρεύματος και ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2023.
Σημειώνεται ότι στη νέα PCI, το έργο “EuroAsia Interconnector” περιλαμβάνει τα τμήματα της διασύνδεσης Ισραήλ - Κύπρου και της διασύνδεσης Κύπρου - Ελλάδας (Κρήτη) με συνδέσμους συνεχούς ρεύματος.
Όπως είναι γνωστό το τμήμα της διασύνδεσης Αττικής - Κρήτης το οποίο ήταν παλαιότερα τμήμα του προαναφερθέντος PCI δεν αποτελεί πλέον τμήμα του και θα υλοποιηθεί από την εταιρεία ειδικού σκοπού «ΑΡΙΑΔΝΗ INTERCONNECTION Α.Ε.Ε.Σ.» με τις κατάλληλες προδιαγραφές οι οποίες εξασφαλίζουν τη διαλειτουργικότητα της διασύνδεσης Αττικής - Κρήτης με τις διασυνδέσεις προς την Κύπρο και στη συνέχεια προς το Ισραήλ.
www.worldenergynews.gr
Σύμφωνα με τον ΑΔΜΗΕ ο στόχος του 10% ως προς το επίπεδο διασυνδεσιμότητας που έχει τεθεί για το 2020 επιτυγχάνεται, ενώ με βάση τα προβλεπόμενα μελλοντικά έργα διασυνδέσεων θα επιτευχθεί και ο στόχος του 15% πριν το 2025.
Συγκεκριμένα ο ΑΔΜΗΕ προβλέπει ότι το επίπεδο διασυνδεσιμότητας του ελληνικού συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας το 2020 θα βρίσκεται στο 13% έναντι στόχου 10%, το 2025 στο 21% έναντι στόχου 15% και θα παραμείνει στα ίδια επίπεδα έως το 2030.
Ορίζοντας ολοκλήρωσης το 2023 για τη διασύνδεση Ελλάδας –Κύπρου – Ισραήλ
Κεντρικό ρόλο στην αύξηση του επιπέδου διασυνδεσιμότητας προβλέπεται να έχουν η δεύτερη γραμμή διασύνδεσης Ελλάδας Βουλγαρίας η οποία προβλέπεται να ολοκληρωθεί το 2022, αλλά και η διασύνδεση Ελλάδας –Κύπρου – Ισραήλ με ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2023.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις του ΑΔΜΗΕ η ικανότητα μεταφοράς φορτίου αιχμής του ελληνικού συστήματος το 2020 θα είναι στο επίπεδο του 18%, το 2025 στο 43% και το 2030 στο 48%, ενώ η ικανότητα μεταφοράς εγκατεστημένης ισχύος ΑΠΕ από 18% το 2020 θα αυξηθεί σε 34% το 2025 και θα μειωθεί στο 31% το 2030 προφανώς λόγω της προβλεπόμενης αύξησης της διείσδυσης των ΑΠΕ.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η ανάπτυξη των ηλεκτρικών διασυνδέσεων μεταξύ των χωρών αποτελεί σημαντική προτεραιότητα της ΕΕ διότι:
-συμβάλλει δραστικά στην ασφάλεια της τροφοδοσίας
-αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την ενοποίηση των εθνικών αγορών ηλεκτρικής ενέργειας μέσω της εφαρμογής του Μοντέλου Στόχου (Target Model).
-επιτρέπει γενικότερα τον διαμοιρασμό διάφορων πόρων (παραγωγικό δυναμικό, ευελιξία, εφεδρείες κλπ.) μεταξύ των συστημάτων ηλεκτρικής ενέργειας, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε μείωση του συνολικού κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας.
-θα επιτρέψει την μεγάλη διείσδυση ΑΠΕ στην Ευρώπη, καθώς αυτή θα απαιτήσει την ικανότητα διακίνησης σημαντικών ποσοτήτων ηλεκτρικής ενέργειας σε μεγάλες αποστάσεις ενώ η αντικατάσταση συμβατικών Σταθμών από μονάδες ΑΠΕ θα οδηγήσει σε ανάγκες αυξημένης μεταφορικής ικανότητας μεταξύ των Συστημάτων για λόγους ρύθμισης.
Στα 800 MW η μεταφορική ικανότητα από Ελλάδα προς Βουλγαρία
Σημειώνεται ότι η δεύτερη διασύνδεση Ελλάδας - Βουλγαρίας που θα γίνει με εναέρια γραμμή 400 kV μεταξύ του ΚΥΤ Ν. Σάντας και του Υ/Σ Maritsa East 1, θα διαθέτει ονομαστική μεταφορική ικανότητα 151 MVA και θα έχει συνολικό μήκος 151 km, από τα οποία 30 km εντός Ελλάδας και τα 121 km σε βουλγαρικό έδαφος.
Η νέα διασυνδετική γραμμή 400 kV Ελλάδας - Βουλγαρίας αποτελεί σημαντικό έργο πανευρωπαϊκού ενδιαφέροντος και αναμένεται να ενταχθεί στο Ευρωπαϊκό Σύστημα στις αρχές του 2023. Μάλιστα το έργο περιλαμβάνεται στο Δεκαετές Πρόγραμμα Ανάπτυξης του ENTSO-E από το 2012. Συγκαταλέγεται επίσης στον κατάλογο των Έργων Κοινού Ενδιαφέροντος (PCI) από το 2013.
Η συγκεκριμένη διασύνδεση προβλέπεται ότι θα αυξήσει τη μεταφορική ικανότητα στα σύνορα των δύο χωρών σε 800 MW για την κατεύθυνση από την Ελλάδα προς τη Βουλγαρία και σε 1350 MW για την κατεύθυνση από τη Βουλγαρία προς την Ελλάδα.
Στο πλαίσιο αυτό το έργο θα συμβάλλει στην ασφαλή διακίνηση των αυξανομένων ροών της ισχύος στην κατεύθυνση Βορράς-Νότος της Βαλκανικής χερσονήσου, στη διεύρυνση του περιθωρίου επάρκειας και στην αύξηση της δυνατότητας περαιτέρω εγκατάστασης μονάδων ΑΠΕ στο βόρειο τμήμα της χώρας.
Ταυτόχρονα θα ενισχύσει το Ευρωπαϊκό σύστημα μεταφοράς στο ανατολικό σύνορο, περιοχή στην οποία το σύστημα των 400 kV είναι αραιό και η σύνδεση με το μεγάλης έκτασης σύστημα της Τουρκίας είναι σχετικά ασθενής, συμβάλλοντας στην ολοκλήρωση των αγορών της ηλεκτρικής ενέργειας της Ευρώπης και της Τουρκίας.
Το έργο θεωρείται αρκετά ώριμο για την έναρξη της υλοποίησής του καθώς και από τις δύο πλευρές έχουν ληφθεί οι απαραίτητες αδειοδοτήσεις. Η κατασκευή στην πλευρά της Βουλγαρίας θα ξεκινήσει στο αμέσως επόμενο διάστημα, ενώ η κατασκευή στην ελληνική πλευρά αναμένεται να ξεκινήσει το 2021, με ορίζοντα ολοκλήρωσης τα τέλη του 2022 και για τις δύο πλευρές.
Εξασφάλιση διαλειτουργικότητας
Σε ό,τι αφορά τη διασύνδεση Ελλάδας - Κύπρου - Ισραήλ ο ΑΔΜΗΕ σημειώνει ότι το έργο αφορά στην υλοποίηση διασύνδεσης των συστημάτων μεταφοράς Ελλάδας – Κύπρου και Ισραήλ με συνδέσμους συνεχούς ρεύματος και ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2023.
Σημειώνεται ότι στη νέα PCI, το έργο “EuroAsia Interconnector” περιλαμβάνει τα τμήματα της διασύνδεσης Ισραήλ - Κύπρου και της διασύνδεσης Κύπρου - Ελλάδας (Κρήτη) με συνδέσμους συνεχούς ρεύματος.
Όπως είναι γνωστό το τμήμα της διασύνδεσης Αττικής - Κρήτης το οποίο ήταν παλαιότερα τμήμα του προαναφερθέντος PCI δεν αποτελεί πλέον τμήμα του και θα υλοποιηθεί από την εταιρεία ειδικού σκοπού «ΑΡΙΑΔΝΗ INTERCONNECTION Α.Ε.Ε.Σ.» με τις κατάλληλες προδιαγραφές οι οποίες εξασφαλίζουν τη διαλειτουργικότητα της διασύνδεσης Αττικής - Κρήτης με τις διασυνδέσεις προς την Κύπρο και στη συνέχεια προς το Ισραήλ.
www.worldenergynews.gr