Άρθρο του δρα Θεόδωρου Τσακίρη
Τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 20ης Ιουνίου, όπου θα αναμενόταν τουλάχιστον η απόφαση λήψης μέτρων κατά της Τουρκίας για τα τετελεσμένα του Φατίχ, είναι σαφώς κατώτερα των περιστάσεων. Δεν παράγουν αποτρεπτικό αποτέλεσμα και αποθρασύνουν περαιτέρω την τουρκική επιθετικότητα. Τα συμπεράσματα είναι κατώτερα των περιστάσεων αλλά και ταυτόχρονα αναμενόμενα με δεδομένη την τακτική που ακολούθησε η κυβέρνηση Αναστασιάδη κατά τη διαχείριση της κρίσης που ξεκίνησε στις 4 Μαΐου.
Η κυβέρνηση Αναστασιάδη ανέδειξε σε υψηλή πολιτική τέχνη το δόγμα του κατευνασμού. Ήλπιζε πώς με το να μην κάνει τίποτα για να εμποδίσει την τουρκική επιθετικότητα στη μη οριοθετημένη ΑΟΖ της, η Άγκυρα δεν θα προχωρήσει στα περαιτέρω, κάτι που ο ΠτΔ διατύπωσε δημόσια σε συνέντευξη του τον περασμένο Δεκέμβριο. Όταν αυτές οι ψευδαισθήσεις κατέρρευσαν, ο πρόεδρος Αναστασιάδης ανακήρυξε τη χώρα του υπό νέα τουρκική εισβολή.
Ωστόσο, δεν ζήτησε καν να συγκληθεί έκτακτο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για να εκφραστεί η έμπρακτη αλληλεγγύη της ΕΕ έναντι ενός κράτους-μέλους της ή τουλάχιστον να ζητηθεί από την Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) που υπάγεται στην κα Μοργκερίνι, να προετοιμαστεί ένας κατάλογος δυνητικών μέτρων για την επιβολή κόστους στην Τουρκία.
Στην περίπτωση των κυρώσεων κατά της Ρωσίας για το ουκρανικό έγιναν σε απόσταση τριών ημερών δύο έκτακτα συμβούλια, αρχικά των ΥΠΕΞ και μετά των Αρχηγών Κρατών και Κυβερνήσεων (Ευρωπαϊκό Συμβούλιο-ΕΣ), όπου αποφασίστηκε η εξέταση στις 3/3/2014 και μετά η επιβολή 6/3/2014 αρχικά διπλωματικών και εν συνεχεία ατομικών περιοριστικών μέτρων.[1]
Η κυβέρνηση υποχρεώθηκε στις 19 Ιουνίου να απειλήσει με βέτο των συμπερασμάτων του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων (ΣΓΥ), προκειμένου να εξετασθούν δυνητικά μέτρα από το ΕΣ εναντίον της Τουρκίας χωρίς να έχει ληφθεί ακόμη η απόφαση ότι θα υπάρξουν μέτρα. Ήταν λογικό τα μέτρα αυτά να μην εξειδικευθούν λεπτομερώς μέσα σε λιγότερο από 24 ώρες και να παρουσιασθεί ένας κατάλογος ενώπιων των αρχηγών κρατών/κυβερνήσεων για την τελική τους απόφαση, την ώρα που εκκρεμούσαν άλλα πολύ σοβαρά θέματα όπως τα πρόσωπα διαδοχής των κ.κ. Τούσκ και Γιουνκέρ.
Για αυτό ακριβώς θα έπρεπε να υπάρξει πολύ πριν τις 19 Ιουνίου μια έκτακτη σύγκλιση σε επίπεδο ΥΠΕΞ ή έστω Μονίμων Αντιπροσώπων (COREPER) με αποκλειστικό θέμα συζήτησης την τουρκική συμπεριφορά έτσι ώστε να εξειδικευθούν μέτρα και να πάνε στο ΕΣ για απόφαση. Το γεγονός ότι η κυβέρνηση άφησε τα πράγματα να εξελιχθούν με αυτόν τρόπο είναι δηλωτικό της διαχειριστικής της ανικανότητας να αντιμετωπίσει μια τόσο σοβαρή κρίση όπως τη γεώτρηση το Φατίχ.
Από την πλειάδα των δυνητικών μέτρων που θα μπορούσε να λάβει εναντίον της Τουρκίας, η κυβέρνηση Αναστασιάδη προχώρησε στην αυτονόητη και με καθυστέρηση οκτώ περίπου ετών οριοθέτηση των συντεταγμένων της κυπριακής υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ έναντι της Τουρκίας.
Εξέδωσε εντάλματα σύλληψης εναντίον των διεθνών πληρωμάτων του ‘Φατίχ’ και των συνοδευτικών του πλοίων, αφήνοντας ωστόσο στο απυρόβλητο το πλήρωμα του ‘Μπαρμπαρός’. Λες και το ωκεανογραφικό συγκεντρώνει σεισμογραφικά δεδομένα για την Κυπριακή Δημοκρατία και όχι για τα τούρκικα γεωτρύπανα.
Παράλληλα με αυτά τα ημίμετρα ο κ. Αναστασιάδης άρχισε να αυτό-υπονομεύει την προσπάθεια που ο ίδιος κατέβαλε για να επιβάλει κόστος στην Τουρκία, αμφισβητώντας το κατά πόσο το ‘Φατίχ’ θα μπορέσει να κάνει τελικά τη γεώτρηση, λες και η παρουσία του από μόνη της δεν αποτελούσε επαρκή αιτία για τη λήψη μέτρων εναντίον της Άγκυρας.
Πώς ακριβώς ήλπιζε να πείσει τα υπόλοιπα 27 κράτη-μέλη να επιβάλουν κυρώσεις εναντίον της Τουρκίας, όταν ο ίδιος αμφισβητούσε τη σοβαρότητα αυτής της απειλής; Ίσως να θεωρούσε ότι τα διεθνή εντάλματα σύλληψης από μόνα τους θα οδηγούσαν στην παράλυση της γεώτρησης, υποχρεώνοντας την Τουρκία να υποχωρήσει.
Η γεώτρηση καθυστέρησε, αλλά δεν ακυρώθηκε, όπως πολλές φορές προειδοποιήσαμε κατά τη διάρκεια της κρίσης. Η αυτοϋπονόμευση του μηνύματος της κρίσης προς τους εταίρους και συμμάχους της Κύπρου στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο οδήγησαν σε στρατηγική αμηχανία, ενώ ουδεμία προειδοποίηση έγινε έναντι της Βρετανίας που δημοσίως ηγήθηκε της φιλοτουρκικής προσπάθειας στο ΕΣ. Γιατί άλλωστε να γίνει; Και θέματα Brexit άλλωστε πλέον δεν υπάρχει και η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου για τη διένεξη Βρετανίας-Μαυρικίου δικαίωσε τη Βρετανία? Θα ισχυριζόταν κάποιος που διαβιεί σε παράλληλο σύμπαν…
Το αποτέλεσμα αυτήν της «αμηχανίας» που επιτάθηκε από τους ασχετο-ειδικούς και ανευθυνουπεύθυνους των Αθηνών ήταν να μην ενταχθεί προς συζήτηση το ζήτημα της εξειδίκευσης μέτρων κατά της Τουρκίας ούτε ΚΑΝ στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων ούτε στο Συμβούλιο των Υπουργών Εξωτερικών της 17ης και 18ης Ιουνίου που θα προετοίμαζαν τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Η απειλή βέτο του κ.Χριστοδουλίδη υποχρέωσε τους Ευρωπαίους να αλλάξουν την ατζέντα αλλά η κυβέρνηση αποφάσισε να «σταματήσει τις μηχανές μεσοπέλαγα»…Από τη στιγμή που στο ΕΣ η απειλή του κυπριακού βέτο αποσύρθηκε από το τραπέζι το αποτέλεσμα ήταν προδιαγεγραμμένο και ουδεμία απόφαση ελήφθη που να δεσμεύει την ΕΕ για μέτρα κατά της Τουρκίας.
Η κυβέρνηση στις 20-21 Ιουνίου απέτυχε να επιφέρει ουσιαστικό αποτρεπτικό αποτέλεσμα στις ενέργειες της Τουρκίας. Η Τουρκία με αυτήν την απόφαση μένει ουσιαστικά στο απυρόβλητο για τη γεώτρηση της Φοινίκης την ώρα που το Γιαβούζ βρίσκεται εν πλώ για να επιβάλλει νέα τετελεσμένα επιφέροντας ακόμη μεγαλύτερη ζημία στα συμφέροντα της Κυπριακής Δημοκρατίας (ΚΔ).
Η νέα επερχόμενη γεώτρηση θα απέχει ελάχιστα από τις ακτές της κατεχόμενης Καρπασίας και θα γίνει κατά τρόπο που ενισχύει την επίφαση της «αδειοδότησης» των θαλασσοτεμαχίων που έγινε από το Ψευδοκράτος το 2012.
Η κυβέρνηση απέτυχε να πείσει τους Ευρωπαίους εταίρους μας. Δεν έχει πλέον άλλη επιλογή από το να τους υποχρεώσει σε έμπρακτη αλληλεγγύη ασκώντας βέτο σε μια σειρά ανοικτών θεμάτων με πρώτο το επίσημο «μπλοκάρισμα» της αναβάθμισης της Τελωνειακής Ένωσης και τη σαφή επίσημη προειδοποίηση ότι εάν δεν ληφθούν μέτρα κατά της Τουρκίας -που πρέπει και η ίδια η Λευκωσία να εξειδικεύσει- τότε θα αποσύρει τη δική της έμπρακτη αλληλεγγύη στις ανά 6μηνο ή 12μηνο ανανεώσιμες κυρώσεις κατά της Ρωσίας για το ουκρανικό.
Σε διαφορετική περίπτωση θα παρακολουθήσουμε με ψυχραιμία τη νέα γεώτρηση του Γιαβούζ χωρίς προφανώς να καταλαβαίνουμε ότι όπου τρυπά η Τουρκία δεν θα μπορέσει να τρυπήσει κανείς άλλος!
Παρεμπιπτόντως τι έγινε με αυτήν την «τελειωμένη» εδώ και καιρό συμφωνία επέκτασης της παρουσίας της ΤΟΤΑΛ στα τεμάχια που έχει παρουσία η ΕΝΙ?
Το παρόν άρθρο είναι επαναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο
Θ. Τσακίρης: Επίκουρος Καθηγητής Γεωπολιτικής & Ενεργειακής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, Ερευνητή ΕΛΙΑΜΕΠ
www.worldenergynews.gr
Η κυβέρνηση Αναστασιάδη ανέδειξε σε υψηλή πολιτική τέχνη το δόγμα του κατευνασμού. Ήλπιζε πώς με το να μην κάνει τίποτα για να εμποδίσει την τουρκική επιθετικότητα στη μη οριοθετημένη ΑΟΖ της, η Άγκυρα δεν θα προχωρήσει στα περαιτέρω, κάτι που ο ΠτΔ διατύπωσε δημόσια σε συνέντευξη του τον περασμένο Δεκέμβριο. Όταν αυτές οι ψευδαισθήσεις κατέρρευσαν, ο πρόεδρος Αναστασιάδης ανακήρυξε τη χώρα του υπό νέα τουρκική εισβολή.
Ωστόσο, δεν ζήτησε καν να συγκληθεί έκτακτο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για να εκφραστεί η έμπρακτη αλληλεγγύη της ΕΕ έναντι ενός κράτους-μέλους της ή τουλάχιστον να ζητηθεί από την Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) που υπάγεται στην κα Μοργκερίνι, να προετοιμαστεί ένας κατάλογος δυνητικών μέτρων για την επιβολή κόστους στην Τουρκία.
Στην περίπτωση των κυρώσεων κατά της Ρωσίας για το ουκρανικό έγιναν σε απόσταση τριών ημερών δύο έκτακτα συμβούλια, αρχικά των ΥΠΕΞ και μετά των Αρχηγών Κρατών και Κυβερνήσεων (Ευρωπαϊκό Συμβούλιο-ΕΣ), όπου αποφασίστηκε η εξέταση στις 3/3/2014 και μετά η επιβολή 6/3/2014 αρχικά διπλωματικών και εν συνεχεία ατομικών περιοριστικών μέτρων.[1]
Η κυβέρνηση υποχρεώθηκε στις 19 Ιουνίου να απειλήσει με βέτο των συμπερασμάτων του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων (ΣΓΥ), προκειμένου να εξετασθούν δυνητικά μέτρα από το ΕΣ εναντίον της Τουρκίας χωρίς να έχει ληφθεί ακόμη η απόφαση ότι θα υπάρξουν μέτρα. Ήταν λογικό τα μέτρα αυτά να μην εξειδικευθούν λεπτομερώς μέσα σε λιγότερο από 24 ώρες και να παρουσιασθεί ένας κατάλογος ενώπιων των αρχηγών κρατών/κυβερνήσεων για την τελική τους απόφαση, την ώρα που εκκρεμούσαν άλλα πολύ σοβαρά θέματα όπως τα πρόσωπα διαδοχής των κ.κ. Τούσκ και Γιουνκέρ.
Για αυτό ακριβώς θα έπρεπε να υπάρξει πολύ πριν τις 19 Ιουνίου μια έκτακτη σύγκλιση σε επίπεδο ΥΠΕΞ ή έστω Μονίμων Αντιπροσώπων (COREPER) με αποκλειστικό θέμα συζήτησης την τουρκική συμπεριφορά έτσι ώστε να εξειδικευθούν μέτρα και να πάνε στο ΕΣ για απόφαση. Το γεγονός ότι η κυβέρνηση άφησε τα πράγματα να εξελιχθούν με αυτόν τρόπο είναι δηλωτικό της διαχειριστικής της ανικανότητας να αντιμετωπίσει μια τόσο σοβαρή κρίση όπως τη γεώτρηση το Φατίχ.
Από την πλειάδα των δυνητικών μέτρων που θα μπορούσε να λάβει εναντίον της Τουρκίας, η κυβέρνηση Αναστασιάδη προχώρησε στην αυτονόητη και με καθυστέρηση οκτώ περίπου ετών οριοθέτηση των συντεταγμένων της κυπριακής υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ έναντι της Τουρκίας.
Εξέδωσε εντάλματα σύλληψης εναντίον των διεθνών πληρωμάτων του ‘Φατίχ’ και των συνοδευτικών του πλοίων, αφήνοντας ωστόσο στο απυρόβλητο το πλήρωμα του ‘Μπαρμπαρός’. Λες και το ωκεανογραφικό συγκεντρώνει σεισμογραφικά δεδομένα για την Κυπριακή Δημοκρατία και όχι για τα τούρκικα γεωτρύπανα.
Παράλληλα με αυτά τα ημίμετρα ο κ. Αναστασιάδης άρχισε να αυτό-υπονομεύει την προσπάθεια που ο ίδιος κατέβαλε για να επιβάλει κόστος στην Τουρκία, αμφισβητώντας το κατά πόσο το ‘Φατίχ’ θα μπορέσει να κάνει τελικά τη γεώτρηση, λες και η παρουσία του από μόνη της δεν αποτελούσε επαρκή αιτία για τη λήψη μέτρων εναντίον της Άγκυρας.
Πώς ακριβώς ήλπιζε να πείσει τα υπόλοιπα 27 κράτη-μέλη να επιβάλουν κυρώσεις εναντίον της Τουρκίας, όταν ο ίδιος αμφισβητούσε τη σοβαρότητα αυτής της απειλής; Ίσως να θεωρούσε ότι τα διεθνή εντάλματα σύλληψης από μόνα τους θα οδηγούσαν στην παράλυση της γεώτρησης, υποχρεώνοντας την Τουρκία να υποχωρήσει.
Η γεώτρηση καθυστέρησε, αλλά δεν ακυρώθηκε, όπως πολλές φορές προειδοποιήσαμε κατά τη διάρκεια της κρίσης. Η αυτοϋπονόμευση του μηνύματος της κρίσης προς τους εταίρους και συμμάχους της Κύπρου στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο οδήγησαν σε στρατηγική αμηχανία, ενώ ουδεμία προειδοποίηση έγινε έναντι της Βρετανίας που δημοσίως ηγήθηκε της φιλοτουρκικής προσπάθειας στο ΕΣ. Γιατί άλλωστε να γίνει; Και θέματα Brexit άλλωστε πλέον δεν υπάρχει και η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου για τη διένεξη Βρετανίας-Μαυρικίου δικαίωσε τη Βρετανία? Θα ισχυριζόταν κάποιος που διαβιεί σε παράλληλο σύμπαν…
Το αποτέλεσμα αυτήν της «αμηχανίας» που επιτάθηκε από τους ασχετο-ειδικούς και ανευθυνουπεύθυνους των Αθηνών ήταν να μην ενταχθεί προς συζήτηση το ζήτημα της εξειδίκευσης μέτρων κατά της Τουρκίας ούτε ΚΑΝ στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων ούτε στο Συμβούλιο των Υπουργών Εξωτερικών της 17ης και 18ης Ιουνίου που θα προετοίμαζαν τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Η απειλή βέτο του κ.Χριστοδουλίδη υποχρέωσε τους Ευρωπαίους να αλλάξουν την ατζέντα αλλά η κυβέρνηση αποφάσισε να «σταματήσει τις μηχανές μεσοπέλαγα»…Από τη στιγμή που στο ΕΣ η απειλή του κυπριακού βέτο αποσύρθηκε από το τραπέζι το αποτέλεσμα ήταν προδιαγεγραμμένο και ουδεμία απόφαση ελήφθη που να δεσμεύει την ΕΕ για μέτρα κατά της Τουρκίας.
Η κυβέρνηση στις 20-21 Ιουνίου απέτυχε να επιφέρει ουσιαστικό αποτρεπτικό αποτέλεσμα στις ενέργειες της Τουρκίας. Η Τουρκία με αυτήν την απόφαση μένει ουσιαστικά στο απυρόβλητο για τη γεώτρηση της Φοινίκης την ώρα που το Γιαβούζ βρίσκεται εν πλώ για να επιβάλλει νέα τετελεσμένα επιφέροντας ακόμη μεγαλύτερη ζημία στα συμφέροντα της Κυπριακής Δημοκρατίας (ΚΔ).
Η νέα επερχόμενη γεώτρηση θα απέχει ελάχιστα από τις ακτές της κατεχόμενης Καρπασίας και θα γίνει κατά τρόπο που ενισχύει την επίφαση της «αδειοδότησης» των θαλασσοτεμαχίων που έγινε από το Ψευδοκράτος το 2012.
Η κυβέρνηση απέτυχε να πείσει τους Ευρωπαίους εταίρους μας. Δεν έχει πλέον άλλη επιλογή από το να τους υποχρεώσει σε έμπρακτη αλληλεγγύη ασκώντας βέτο σε μια σειρά ανοικτών θεμάτων με πρώτο το επίσημο «μπλοκάρισμα» της αναβάθμισης της Τελωνειακής Ένωσης και τη σαφή επίσημη προειδοποίηση ότι εάν δεν ληφθούν μέτρα κατά της Τουρκίας -που πρέπει και η ίδια η Λευκωσία να εξειδικεύσει- τότε θα αποσύρει τη δική της έμπρακτη αλληλεγγύη στις ανά 6μηνο ή 12μηνο ανανεώσιμες κυρώσεις κατά της Ρωσίας για το ουκρανικό.
Σε διαφορετική περίπτωση θα παρακολουθήσουμε με ψυχραιμία τη νέα γεώτρηση του Γιαβούζ χωρίς προφανώς να καταλαβαίνουμε ότι όπου τρυπά η Τουρκία δεν θα μπορέσει να τρυπήσει κανείς άλλος!
Παρεμπιπτόντως τι έγινε με αυτήν την «τελειωμένη» εδώ και καιρό συμφωνία επέκτασης της παρουσίας της ΤΟΤΑΛ στα τεμάχια που έχει παρουσία η ΕΝΙ?
Το παρόν άρθρο είναι επαναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο
Θ. Τσακίρης: Επίκουρος Καθηγητής Γεωπολιτικής & Ενεργειακής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, Ερευνητή ΕΛΙΑΜΕΠ
www.worldenergynews.gr