H ΔΕΗ δεσμεύεται πως ο σταθμός του Αμυνταίου θα «σβήσει» το 2020, αποκλείοντας το ενδεχόμενο περιβαλλοντικής αναβάθμισης και παράτασης του χρόνου ζωής του
Τους τελευταίους υπολογισμούς των οικονομικών μεγεθών των υπό πώληση λιγνιτικών μονάδων της Φλώρινας και της Μεγαλόπολης γνωστοποίησε η ΔΕΗ στους υποψήφιους επενδυτές, αναρτώντας τα σχετικά στοιχεία στο Data Room, μόλις μια εβδομάδα πριν τη λήξη της προθεσμίας υποβολής δεσμευτικών προσφορών την Τρίτη 28 Μαΐου δηλαδή, δυο ημέρες μετά τις Ευρωεκλογές.
Οι υπολογισμοί της ΔΕΗ καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι μονάδες είναι κερδοφόρες, αν και οι υποψήφιοι επενδυτές παραμένουν επιφυλακτικοί επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον τους στις παραδοχές που κάνει η ΔΕΗ προκειμένου να καταλήξει στα συμπεράσματα της και εμφανίζονται εξαιρετικά συγκρατημένοι όχι μόνο για το ύψος αλλά και για το εάν τελικώς θα υποβάλουν δεσμευτικές προσφορές.
Στο επίκεντρο της κριτικής βρίσκεται η παραδοχή περί του κόστους των CO2 που σύμφωνα με τη ΔΕΗ θα είναι χαμηλότερο κατά 10% σε σχέση με τις ονομαστικές τιμές, αλλά και ο χρόνος λειτουργίας των μονάδων και ειδικά της Μελίτης.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η ΔΕΗ προβλέπει αύξηση της παραγωγής της Μελίτης από 1.992 Gwh σε 2.178 GWh το 2020.
Επίσης έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ότι για πρώτη φορά η ΔΕΗ δεσμεύεται πως ο σταθμός του Αμυνταίου θα «σβήσει» το 2020, αφήνοντας προφανώς στην άκρη τα σχέδια για περιβαλλοντική αναβάθμιση και παράταση του χρόνου ζωής του.
Επίσης προβλέπει ότι θα η νέα μονάδα της Πτολεμαΐδας θα τεθεί σε λειτουργία το 2022, ενώ η μονάδα 3 της Μεγαλόπολης θα «σβήσει» το 2025.
Οι προβλέψεις της ΔΕΗ αφορούν την περίοδο 2019 - 2028 και σε ότι αφορά το κόστος του CO2 τοποθετείται μεταξύ των 22,3 ευρώ/τόνο για το δεύτερο εξάμηνο του 2019 και των 31 ευρώ/τόνο κατά την περίοδο 2023 - 2028.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις η πρόβλεψη αυτή είναι εξαιρετικά συγκρατημένη ενώ όπως αναφέρουν κύκλοι της αγοράς η παραδοχή ότι το πραγματικό κόστος CO 2 θα είναι 10% χαμηλότερο από το ονομαστικό, οφείλεται στην προοπτική του hedging, το οποίο πάντως δεν χρησιμοποιεί σήμερα η ίδια η ΔΕΗ.
Η μέση τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας για την περίοδο 2019 - 2028 τοποθετείται σε περίπου 75,8 ευρώ/MWh.
Τα κόστη της Μελίτης
Το κόστος λιγνίτη για τη Μελίτη υπολογίζεται στα 16,5 ευρώ/τόνο την περίοδο 2020-2021 και στα 16 ευρώ/τόνο από το 2022 και μετά, ενώ η απόδοση των μονάδων από το 2022 και μετά αυξάνεται στο 35% από 32,6%, προηγουμένως.
Με βάση τις παραδοχές αυτές, η ΔΕΗ προβλέπει ότι στη Μελίτη το κόστος το δεύτερο εξάμηνο του 2019 θα διαμορφωθεί στα 67,1 ευρώ/ MWh, το 2020 στα 64,7 ευρώ/Mwh, το 2021 στα 68 ευρώ/MWh και κατόπιν θα κυμανθεί μεταξύ 63 ευρώ/MWh το 2022 ως τα 65,1 ευρώ/ MWh το 2028.
Το συνολικό κόστος λειτουργίας της μονάδας, σε απόλυτους αριθμούς από 139,2 εκατ. ευρώ το 2020, προβλέπεται να υποχωρήσει στα 110,6 εκατ. ευρώ το 2021, στα 121,8 εκατ. ευρώ το 2022, με κορύφωση στα 133,6 εκατ. ευρώ το 2026 - χρονιά με τις υψηλότερες δαπάνες CO 2 - και χαμηλό τα 121,8 εκατ. ευρώ το 2025, χρονιά με τις χαμηλότερες δαπάνες CO2.
Το ετήσιο cash flow της Μελίτης, από 7,3 εκατ. ευρώ το δεύτερο εξάμηνο του 2019 θα ανέβει στα 24 εκατ. ευρώ το 2020, για να υποχωρήσει στα 16 εκατ. ευρώ το 2021 και από εκεί και πέρα να κινηθεί στα 24,3 εκατ. ευρώ το 2022, στα 24,9 εκατ. ευρώ το 2023 και στα 23,1 εκατ. ευρώ το 2024.
Από το 2025 και μετά υποχωρεί κάτω από τα 20 εκατ. ευρώ ετησίως και το 2028 διαμορφώνεται στα 18 εκατ. ευρώ.
Οι σωρευτικές ταμειακές ροές πάντως στο βασικό σενάριο διαμορφώνονται στα 192,3 εκατ. ευρώ κατά την περίοδο από το δεύτερο εξάμηνο του 2019 ως και το 2028, με δυνατότητα αύξησης στα 201,3 εκατ. ευρώ σε περίπτωση που μειωθεί κατά 15% το κόστος λειτουργίας και συντήρησης ως το 2021.
Στο ακόμα πιο αισιόδοξο σενάριο ταυτόχρονης μείωσης 15% των δαπανών λειτουργίας και συντήρησης και 15% του κόστους λιγνίτη, τότε το σωρευτικό cash flow θα μπορούσε να φθάσει στα 233 εκατ. ευρώ.
Και τα δύο αυτά σενάρια δεν περιλαμβάνουν το κόστος της μισθοδοσίας.
Σε ότι αφορά τη Μεγαλόπολη, το κόστος για το δεύτερο εξάμηνο του 2019 εκτιμάται στα 64,2 ευρώ/Mwh, ανεβαίνει στα 70 ευρώ/MWh το 2020 και παραμένει σε επίπεδα άνω των 72 ευρώ/MWh ως και το 2025, χρονιά στην οποία διαμορφώνεται στα 75,3 ευρώ/MWh, οπότε είναι και η αιχμή.
Το σωρευτικό cash flow στο βασικό σενάριο διαμορφώνεται στο τέλος του 2028 στα 147,9 εκατ. ευρώ ή στα 179, 4 εκατ. ευρώ αν επιτευχθεί μείωση 15% των δαπανών λειτουργίας και συντήρησης των μονάδων και των ορυχείων.
Η απόκτηση εξάλλου των λιγνιτικών μονάδων KLADLO και ZLIN από την Seven Energy στη Τσεχία αντί 280 εκατ. ευρώ οδηγεί τους Τσέχους εκτός διαγωνισμού.
Και αυτό συμβαίνει διότι οι προοπτικές της σύνδεσης των δύο αυτών εργοστασίων με τα Χρηματιστήρια Ενέργειας Κεντρικής Ευρώπης προσφέρουν καλύτερη ρευστότητα.
www.worldenergynews.gr