Να προσθέσουν ένα μηδενικό στο ποσό που είχαν προσφέρει στον πρώτο διαγωνισμό «ώστε να μπορεί η ΔΕΗ να συζητήσει μαζί τους» ζητά ο Σ. Χατζημιχαήλ
Δραστική αύξηση του ύψους των προσφορών που θα κατατεθούν για την εξαγορά των λιγνιτικών μονάδων της Μελίτης και της Μεγαλόπολης, σε σχέση με αυτές που είχαν κατατεθεί στον προηγούμενο διαγωνισμό, φαίνεται ότι προσδοκούν η διοίκηση της ΔΕΗ, αλλά και η κυβέρνηση εν όψει της λήξης της διαδικασίας στις 28 Μαΐου.
Πάντως από την πλευρά των ενδιαφερομένων κάθε άλλο παρά υπάρχουν μηνύματα προς αυτή την κατεύθυνση, γεγονός που δημιουργεί βάσιμη απαισιοδοξία για την εξέλιξη του διαγωνισμού.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γιώργος Σταθάκης μιλώντας χθες (9/5) στη Βουλή στο πλαίσιο της συζήτησης για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση, αφού δήλωσε ότι η ΔΕΗ θα γυρίσει στην κερδοφορία το 2019, άφησε να εννοηθεί ότι αυτό θα συμβεί μεταξύ άλλων γιατί θα εισπράξει 300 εκατ από την πώληση των λιγνιτικών.
Νωρίτερα ο γενικός διευθυντής Στρατηγικής και Μετασχηματισμού της ΔΕΗ Σωτήρης Χατζημιχαήλ, μιλώντας σε ημερίδα του Ινστιτούτου Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης (ΙΕΝΕ) κάλεσε τους εκπροσώπους του ενός από τους πέντε ενδιαφερόμενους επενδυτές που παρίσταντο στη συζήτηση, να προσθέσουν ένα μηδενικό στο ποσό που είχαν προσφέρει στον πρώτο διαγωνισμό, «ώστε να μπορεί η ΔΕΗ να συζητήσει μαζί τους».
Απευθυνόμενος δε σε άλλο υποψήφιο επενδυτή, ο οποίος ζητούσε την υιοθέτηση μηχανισμού risk sharing, σημείωσε ότι προσέφερε περίπου 100 εκατ. ευρώ και ζητούσε μέσω του συγκεκριμένου μηχανισμού να πάρει πίσω από τη ΔΕΗ 300 εκατ. ευρώ.
Ο κ. Χατζημιχαήλ χαρακτήρισε ως άδικη την κριτική σε βάρος της ΔΕΗ ότι καθυστέρησε την όλη διαδικασία του πρώτου διαγωνισμού και ότι στον δεύτερο διαγωνισμό δεν έχουν γίνει ουσιαστικές αλλαγές στο SPA. Όπως είπε οι συνεχείς παρατάσεις του πρώτου διαγωνισμού όπως και η παράταση που δόθηκε στον δεύτερο ήταν αιτήματα των υποψήφιων επενδυτών που έγιναν αποδεκτά από τη ΔΕΗ.
Μάλιστα πρόσθεσε ότι η όλη υπόθεση θα είχε κλείσει από τον Οκτώβριο εάν οι υποψήφιοι επενδυτές ήταν έτοιμοι και αποφασισμένοι.
Ο επιμερισμός ρίσκου οδηγεί στη… φυλακή
Επίσης αναφερόμενος στις προτάσεις περί της υιοθέτησης διαφόρων μηχανισμών διαμοιρασμού του ρίσκου μεταξύ των επενδυτών και της ΔΕΗ ο κ. Χατζημιχαήλ είπε ότι έχουν κατατεθεί τρεις τέτοιοι μηχανισμοί με διαφορετικά ονόματα.
Υποστήριξε μάλιστα ότι ο πρώτος από αυτούς τους μηχανισμούς θα είχε κόστος για τη ΔΕΗ 125 εκατ. ευρώ, ο δεύτερος περισσότερα από 400 εκατ. ευρώ και ο τρίτος ήταν αυτός που θα κόστιζε 300 εκατ. ευρώ με τίμημα για τις τρεις μονάδες τα 100 εκατ. ευρώ.
«Δεν ήταν δυνατόν να συζητήσουμε κάτι τέτοιο» είπε ο κ. Χατζημιχαήλ και παραστατικά προσέθεσε: «Θα πηγαίναμε όλοι στη φυλακή σιδηροδέσμιοι να προβάρουμε τις ριγέ φόρμες».
Εξάλλου απαντώντας στην κριτική περί του μεγάλου ύψους της αποτίμησης των υπό πώληση μονάδων απάντησε ότι έγινε από ανεξάρτητο εκτιμητή με κοινά παραδεκτό μοντέλο (TCF).
Όπως είπε, οι διαφορές στις αποτιμήσεις οφείλονται στις παραδοχές. Πρόσθεσε μάλιστα ότι κάποιος από τους υποψήφιους επενδυτές θεώρησε ότι η μονάδα της Μελίτης θα λειτουργεί έως το 2030, η ΔΕΗ όμως θεωρεί ότι θα λειτουργεί έως το 2048.
Σε ότι αφορά την κριτική που ακούγεται σήμερα σε βάρος της ΔΕΗ για τον διαγωνισμό ότι δηλαδή δεν έχει υπάρξει ουσιαστική αλλαγή των όρων του SPA ο κ. Χατζημιχαήλ τη χαρακτήρισε άδικη υπογραμμίζοντας ότι έχει υπάρξει ουσιαστική πρόβλεψη για τα ΑΔΙ για τη μείωση του μισθολογικού κόστους και για περιβαλλοντικά θέματα πέραν της πενταετούς σύμβασης τροφοδοσίας της Μελίτης με λιγνίτη σε χαμηλή τιμή.
Αμφίβολη η επιτυχής έκβαση του διαγωνισμού
Πάντως παράγοντες της αγοράς σχολιάζοντας το κλίμα που διαμορφώνεται γύρω από το διαγωνισμό έλεγαν χαρακτηριστικά ότι τόσο το πολιτικό κλίμα εν όψει των Ευρωεκλογών (ο διαγωνισμός λήγει δυο ημέρες μετά τις κάλπες) όσο και η άκαμπτη στάση που φαίνεται να υιοθετεί η διοίκηση της ΔΕΗ δημιουργεί τις προϋποθέσεις και αυτός ο διαγωνισμός να είναι άγονος.
Είναι γνωστό ότι το υψηλό κόστος του CO2 είναι ο κύριος λόγος που καθιστά τις λιγνιτικές μονάδες ασύμφορες και σε αυτή την κατεύθυνση τόσο η ΔΕΗ όσο και η κυβέρνηση δεν φαίνεται να συναινούν στην υιοθέτηση κάποιας από τις προτάσεις των υποψήφιων επενδυτών ώστε να διευκολυνθεί η εξαγορά τους.
Όπως είπε χθες στη διάρκεια της ημερίδας ο Γιώργος Στάμτσης, εκπρόσωπος του ΕΣΑΗ, η τιμή του CO2 που σήμερα κυμαίνεται μεταξύ 25-27 ευρώ ανά τόνο, το 2030 προβλέπεται να εκτιναχθεί στα 30-60 ευρώ ανά τόνο.
Και μόνο οι προβλέψεις αυτές καθιστούν απολύτως σαφές ότι οι υπό πώληση λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ είναι μη βιώσιμες για τους υποψήφιους επενδυτές.
Άλλωστε γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο ο εκπρόσωπος της ΕΒΙΚΕΝ Αντώνης Κοντολέων, μιλώντας στην ίδια ημερίδα σημείωσε ότι για να πωληθούν οι μονάδες θα έπρεπε με κάποιο τρόπο να προικοδοτηθούν, δηλαδή να προβλεφθεί το «σβήσιμο» τους για παράδειγμα μετά από μια δεκαετία και να αποζημιωθούν τότε για το υπόλοιπο του χρόνου ζωής τους.
Αναφέρθηκε δε στο γερμανικό μοντέλο που προγραμματίζει το σβήσιμο των ανθρακικών μονάδων, με παράλληλη ένταξή τους σε ένα «strategic reserve» διαθέσιμο να λειτουργήσει εφόσον χρειαστεί και το κόστος του αναλαμβάνει ο διαχειριστής του δικτύου.
www.worldenergynews.gr