Ενδεικτική της business as usual στάσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η χθεσινή δήλωση της εκτελεστικής αντιπροέδρου της Κομισιόν Margrethe Vestager, ότι η τρέχουσα κρίση των τιμών του φυσικού αερίου υπογραμμίζει μόνο την ανάγκη για την Ευρώπη να επιταχύνει τη μετάβασή της στις ΑΠΕ.
«Όσο πιο γρήγορα φτάσουμε στις ΑΠΕ, τόσο λιγότερο εκτεθειμένοι θα είμαστε σε αυξήσεις τιμών που προέρχονται από εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα. Τεράστιο μέρος των αυξήσεων των τιμών που βλέπουμε αυτή τη στιγμή προέρχεται από το γεγονός ότι οι τιμές του φυσικού αερίου —και εισάγουμε την τεράστια πλειονότητα από την Ανατολική Ευρώπη— είναι σε υψηλό όλων των εποχών. Το να είμαστε πιο αυτοδύναμοι θα μας προστατεύσει από τις αυξήσεις των τιμών».
Την ίδια ώρα το "chicken game" όπως χαρακτηρίζουν οι μεγάλες διεθνείς εταιρίες το παιχνίδι μεταξύ Ρωσίας και Γερμανίας έχει οδηγήσει σε ύψη - ρεκόρ τις τιμές, ενώ δεν καταγράφησαν χθες 21/12 ροές ρωσικού αερίου στον σταθμό Mallnow κοντά στα σύνορα Γερμανίας - Πολωνίας, γεγονός που οδήγησε σε νέα ιστορικά υψηλά τις τιμές του καυσίμου.
Η εμμονή στις ΑΠΕ δεν αντιμετωπίζει άμεσα το πρόβλημα
Η κυρία Vestager, που είναι υπεύθυνη για την πολιτική ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, παρουσίασε χθες τους αναθεωρημένους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις, ενθαρρύνοντας τις κυβερνήσεις να διοχετεύουν επιδοτήσεις σε περισσότερο πράσινες τεχνολογίες και μέτρα περιορισμού της κλιματικής αλλαγής απαγορεύοντας τις κρατικές ενισχύσεις σε ρυπογόνα ορυκτά καύσιμα, με εξαίρεση το φυσικό αέριο.
Και ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή περί άλλα τυρβάζει, οι χώρες και κυρίως οι πιο φτωχές του Νότου και της Ανατολικής Ευρώπης αναζητούν τρόπους να στηρίξουν τους πολίτες τους, και να αποτρέψουν την κατάρρευση των εταιριών προμήθειας ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου αλλά και των βιομηχανιών τους.
Η ελληνική κυβέρνηση ως γνωστόν ήταν η πρώτη σε όλη την Ευρώπη που προχώρησε από τον περασμένο Σεπτέμβριο στην επιδότηση των λογαριασμών του ρεύματος, την οποία μάλιστα αναγκάζεται να αυξάνει κάθε μήνα που περνάει και η κρίση βαθαίνει. Ταυτόχρονα από τον Οκτώβριο αξιοποιώντας την ισχυρή οικονομική θέση της κρατικής ΔΕΠΑ παρέχει έκπτωση στους προμηθευτές φυσικού αερίου με στόχο να την μετακυλήσουν στους τελικούς καταναλωτές. Έκπτωση την οποία αύξησε, από 16% τον Οκτώβριο σε 40% το Δεκέμβριο. Όμως κάθε μέρα που περνάει καθίσταται όλο και πιο ξεκάθαρο ότι οι εκπτώσεις αυτές δεν μπορούν να καλύψουν τις ιλιγγιώδεις αυξήσεις του φυσικού αερίου και συνακόλουθα του ηλεκτρισμού, οι τιμές των οποίων σπάνε το ένα ρεκόρ μετά το άλλο οδεύοντας σε ύψη που τρομάζουν όχι μόνο τους καταναλωτές αλλά ακόμη και τις ισχυρές επιχειρήσεις του κλάδου της ενέργειας οι οποίες χρειάζεται να εκταμιεύουν τεράστια ποσά που θα εισπράξουν από τους καταναλωτές (εάν τελικώς τα εισπράξουν) τουλάχιστον δυο μήνες μετά την εκταμίευση.
Το πρόβλημα πάντως καθίσταται ιδιαίτερα απειλητικό καθώς ούτε οι καναλωτές, ούτε οι επιχειρήσεις μπορούν να ανατεπεξέλθουν σε μια παρατεταμένη κρίση αυτού του βεληνεκούς.
Ενδεικτικές της κατάστασης που επικρατεί στις ενεργειακές αγορές είναι και οι αποφάσεις που λαμβάνονται από την κυβέρνηση της γειτονικής Βουλγαρίας. Συγκεκριμένα το βουλγαρικό κοινοβούλιο νομοθέτησε πλαφόν στις αυξήσεις των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος και του φυσικού αερίου για κεντρική θέρμανση έως τα τέλη Μαρτίου 2022, θέτοντας υπό αμφισβήτηση τη λειτουργία της αγοράς ενέργειας και αψηφώντας τα επιχειρήματα περί παραβίασης της ευρωπαϊκής νομοθεσίας.
Η βουλγαρική αγορά ενέργειας βρίσκεται εντός μιας ισχυρής κρίσης ρευστότητας με τους προμηθευτές να χρειάζονται χρήματα για να πληρώσουν την ενέργεια που αγοράζουν
Ταυτόχρονα όπως δήλωσε χθες ο υπουργός Ενέργειας Αλεξάντερ Νικόλοφ, η βουλγαρική κυβέρνηση σχεδιάζει την παροχή οικονομικής βοήθειας περίπου 1,5 δις. Λέβα (866,20 εκατ. δολ.) για να στηρίξει τις επιχειρήσεις παροχής θέρμανσης και ηλεκτρισμού, αλλά και τις βιομηχανίες της χώρας. Από το συνολικό ποσό του 1,5 δις Λέβα περίπου 900-940 εκατ. θα διατεθούν για τη στήριξη επιχειρήσεων, 350 εκατ. για εταιρίες παροχής ηλεκτρικής ενέργειας και περίπου 200 εκατ. για εταιρείες παροχής φυσικό αέριο.
Όμως όποια μέτρα και αν λαμβάνουν οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα, τη Βουλγαρία, την Ιταλία ή τις υπόλοιπες χώρες του Νότου της Ευρώπης (οι κοινωνίες του ευρωπαϊκού Βορά, ως γνωστόν, έχουν άλλες οικονομικές αντοχές, γεγονός που καταγράφεται και στο χάσμα των θέσεων που διατυπώνονται στα Συμβούλια Κορυφής) η πορεία των τιμών στις αγορές προκαλεί τρόμο.
Πυρηνικά και Μαζούτ
Στις spot αγορές ηλεκτρισμού για σήμερα 22/12 η τιμή τις Ελλάδας διαμορφώθηκε στα 415,92 ευρώ/MWh, της Βουλγαρίας στα 421,59 ευρώ/MWh, της Γερμανίας στα 416,72 ευρώ/MWh και της Γαλλίας που κάνει για μια ακόμη φορά πανευρωπαϊκό ρεκόρ στα 452,94 ευρώ/MWh. Ανάλογη είναι η κατάσταση και στις προθεσμιακές αγορές ηλεκτρισμού αφού χθες το ετήσιο γερμανικό συμβόλαιο ηλεκτρικής ενέργειας σε αύξηση 10% στα 278,50 ευρώ/MWh, ενώ το γαλλικό συμβόλαιο Ιανουαρίου αυξήθηκε κατά 9,5% στο ρεκόρ των 700,60 ευρώ/MWh.
Μάλιστα η Γαλλία, που είναι κατά βάση εξαγωγέας ενέργειας, «κρατάει» το ηλεκτρικό της σύστημα μέσω των εισαγωγών και θέτοντας σε λειτουργία μονάδες καύσης μαζούτ. Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με στοιχεία του ENTSOe, χθες στη Γαλλία τέθηκαν σε λειτουργία έξι μονάδες καύσης πετρελαίου καθώς η EdF έχει σταματήσει τέσσερις αντιδραστήρες που αντιστοιχούν στο 10% της πυρηνικής ισχύος της χώρας, ενώ έως τις αρχές Ιανουαρίου θα είναι εκτός λειτουργίας σχεδόν το 30% της γαλλικής πυρηνικής ισχύος.
Πάντως η γαλλική κυβέρνηση ζήτησε από την EDF να επανεκκινήσει ορισμένους πυρηνικούς αντιδραστήρες νωρίτερα από το προγραμματισμένο, ενώ έχουν ενεργοποιηθεί και συμβόλαια διακοψιμότητας με βιομηχανίες οι οποίες μειώνουν την παραγωγή τους σε ώρες αιχμής ζήτησης.
Και ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, η Γερμανία χωρίς να παρεκκλίνει ούτε ελάχιστα από τον προγραμματισμό της (!!!) σβήνει σχεδόν το ήμισυ της πυρηνικής της ισχύος πριν από το τέλος του έτους.
Οι επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης αποτυπώνονται ήδη στην πραγματική οικονομία της Ευρώπης, αφού η εταιρία Nyrstar του Ομίλου Trafigura ανακοίνωσε ότι θα σταματήσει την παραγωγή στο μεταλλουργείο ψευδαργύρου της στη Γαλλία την πρώτη εβδομάδα του Ιανουαρίου, λόγω της αύξησης των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας.
Η νορβηγική εταιρία παραγωγής λιπασμάτων Yara International, η οποία περιόρισε την παραγωγή νωρίτερα φέτος, δήλωσε ότι θα συνεχίσει να παρακολουθεί στενά την κατάσταση και να περιορίσει την παραγωγή όπου χρειάζεται.
www.worldenergynews.gr