Αντώνης Κοντολέων (ΕΒΙΚΕΝ): Η εμμονή στην πράσινη μετάβαση στηρίζει ή υπονομεύει την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας;

Αντώνης Κοντολέων (ΕΒΙΚΕΝ): Η εμμονή στην πράσινη μετάβαση στηρίζει ή υπονομεύει την ανταγωνιστικότητα  της βιομηχανίας;
Για την αντιμετώπιση του υψηλού κόστους ενέργειας στα άμεσα μέτρα προτείνεται τα κράτη μέλη να εξετάσουν τη μείωση του κόστους των χρεώσεων δικτύου και των φόρων, κάτι που όμως θα έχει δημοσιονομικό αντίκτυπο και θα δημιουργήσει κράτη δύο ταχυτήτων, γράφει ο πρόεδρος της ΕΒΙΚΕΝ

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε την Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου την αναμενόμενη «Καθαρή Βιομηχανική Συμφωνία» (Clean Industrial Deal), καθώς και ένα σχέδιο δράσης για χαμηλότερο ενεργειακό κόστος (Affordable Energy Action Plan), στο πλαίσιο διαμόρφωσης μιας νέας πυξίδας ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας και ειδικότερα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας.

Είναι εμφανές ότι η Επιτροπή εμμένει στο αφήγημα της πράσινης μετάβασης διατηρώντας τους ίδιους ανέφικτους στόχους, με χαρακτηριστικό παράδειγμα εκείνον της επίτευξης 90% πράσινης ενέργειας στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής το 2040, το οποίο όμως πρέπει να συμβαδίζει με ανάλογη αύξηση της ζήτησης, κάτι που όμως δεν είναι δεδομένο, καθώς θα έχει πολύ υψηλό κόστος και για τον απλό καταναλωτή.

Φθάνει μάλιστα στο σημείο να υποστηρίξει ότι πλέον το κόστος της όποιας αναθεώρησης του υφιστάμενου σχεδιασμού ή και χρονοδιαγράμματος είναι υψηλότερο από το κόστος της συνέχισης της ίδιας πολιτικής, “the cost of inaction is higher than the cost of action”.

Επικαλείται το παράδειγμα της Γερμανίας, όπου το κόστος της πράσινης ενέργειας που περικόπηκε, κάθε φορά που η παραγόμενη ενέργεια από ΑΠΕ υπερέβαινε τη ζήτηση έφθασε το 2023 τα 3δις €, προφανώς λόγω και της αποβιομηχάνισης που είναι σε εξέλιξη στην Ευρώπη.

Η Επιτροπή επίσης αναφέρει για πρώτη φορά ως στόχο την αποσύνδεση της τιμής των τιμολογίων ρεύματος από τις διακυμάνσεις των τιμών στη χονδρεμπορική αγορά, τις οποίες επομένως θεωρεί δεδομένο ότι θα παρατηρούνται στη μεταβατική περίοδο, και όχι στην ανάγκη αποσύνδεσης της τιμής ρεύματος από την τιμή του εισαγόμενου πλέον ακριβού LNG, που είναι το ζητούμενο, καθώς για την Επιτροπή το υφιστάμενο μοντέλο αγοράς (οριακή τιμολόγηση) αποτελεί ιερό δισκοπότηρο.

Το βασικό ερώτημα

Για την αντιμετώπιση του υψηλού κόστους ενέργειας στα άμεσα μέτρα προτείνεται τα κράτη μέλη να εξετάσουν τη μείωση του κόστους των χρεώσεων δικτύου και των φόρων, κάτι που όμως θα έχει δημοσιονομικό αντίκτυπο και θα δημιουργήσει κράτη δύο ταχυτήτων.

Το βασικό ερώτημα παραμένει εάν τα μέτρα που εξαγγέλθηκαν στηρίζουν την   ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας ή την υπονομεύουν, καθώς δεν φαίνεται ότι θα μειώσουν το κόστος ενέργειας για τις βιομηχανίες έντασης ενέργειας.

Επισημαίνουμε τη σημασία μιας θετικής πρότασης, ήτοι τη δημιουργία ενός θεσμικού πλαισίου, όπου μια κρατική οντότητα,  σε συνεργασία και με ιδιωτική οντότητα, να  διαθέτει στη βιομηχανία μέσω μακροχρόνιων συμβάσεων (ΡΡΑς) πράσινη ενέργεια,  που έχει εξασφαλίσει μέσω συμβολαίων οικονομικών διαφορών (cfd) με παραγωγούς ΑΠΕ.   

Οι περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δεν περίμεναν τις ανακοινώσεις της Επιτροπής. ¨Ήδη παίρνουν μέτρα στήριξης για τις ενεργοβόρες βιομηχανίες τους. Συγκεκριμένα χώρες όπως οι Ιταλία Energy Release 2.0, Βέλγιο Be-Watt , Γερμανία πρόταση DIW και Γαλλία ήδη EDF-Arehn παρέχουν φθηνή καθαρή ενέργεια με πιο χαρακτηριστική εκείνη της Ιταλίας, η οποία ήδη είναι σε εφαρμογή.

Ευτυχώς για αυτές, δυστυχώς για εμάς, που περιμένουμε τη θέσπιση μέτρων από την Επιτροπή πριν τα θέσουμε σε εφαρμογή, γεγονός που ενισχύει την πεποίθηση μας ότι απουσιάζει μια βιομηχανική ενεργειακή πολιτική.

Το αίτημα για ανταγωνιστικό κόστος ηλεκτρικής ενέργειας

Όλα αυτά επιτείνουν το ήδη υφιστάμενο σημαντικό έλλειμμα ανταγωνιστικότητας για τις ελληνικές βιομηχανίες έντασης ενέργειας, πόσο μάλλον εάν λάβουμε υπόψη τις δομικές στρεβλώσεις της ελληνικής αγοράς ενέργειας.

Πράγματι όταν διαμορφώθηκαν συνθήκες υψηλής ζήτησης στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης τον περασμένο Ιούλιο, με τη δύση του ήλιου, υπήρχαν ήδη οι κατάλληλες συνθήκες για ενδεχόμενη χειραγώγηση των τιμών στη χονδρεμπορική αγορά.

Συγκεκριμένα από τον περασμένο Ιούλιο παρατηρήθηκε εκτόξευση των τιμών στην εγχώρια χονδρεμπορική αγορά, που ξεπερνούσαν και τα 600€/MWh με τη δύση του ηλίου στις ώρες αιχμής, τιμές όμως που δεν δικαιολογούνται από το κόστος παραγωγής.

Το ίδιο φαινόμενο της διαμόρφωσης των υψηλών τιμών στη χονδρεμπορική αγορά, τώρα όμως καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, από τους ίδιους παίκτες συνεχίζεται από το Νοέμβριο μέχρι και σήμερα, καθώς υπάρχει υψηλή ζήτηση για εξαγωγές όλες τις ώρες της ημέρας.

Σε μια ευνομούμενη αγορά η εκτόξευση των τιμών της χονδρεμπορικής αγοράς σε τέτοια επίπεδα θα προκαλούσε την αντίδραση των προμηθευτών. Αυτό δεν συμβαίνει γιατί ήταν επιλογή της κυβέρνησης οι τιμές του χρηματιστηρίου ενέργειας να περάσουν αυτόματα στα οικιακά πράσινα τιμολόγια από την 1 Ιανουαρίου του 2024.

Είναι επομένως προφανές ότι οι καθετοποιημένοι παίκτες, ως παραγωγοί, διαμορφώνουν τις τιμές στη χονδρεμπορική αγορά σε όποια επίπεδα επιθυμούν, όταν οι συνθήκες το ευνοούν, όπως αυξημένη εγχώρια ζήτηση ή μειωμένη παραγωγή ΑΠΕ και αυξημένη ζήτηση για εξαγωγές, αφού ως προμηθευτές δεν είναι εκτεθειμένοι στο ρίσκο των υψηλών τιμών της χονδρεμπορικής αγοράς.

Οι βιομηχανίες έντασης ενέργειας στη χώρα μας δεν ζητούν τίποτα περισσότερο τίποτα λιγότερο, Διεκδικούν το αυτονόητο, ήτοι να έχουν ανταγωνιστικό κόστος ηλεκτρικής ενέργειας.

Παραμένει προς απάντηση το ερώτημα εάν η διακηρυγμένη πρόθεση της κυβέρνησης να στηρίξει τη βιομηχανία θα φανεί με την άμεση λήψη μέτρων ώστε οι εγχώριες βιομηχανίες έντασης ενέργειας να τύχουν ανταγωνιστικού κόστους ηλεκτρικής ενέργειας ως προς τους ευρωπαίους ανταγωνιστές τους. Ελπίζουμε η πυξίδα ανταγωνιστικότητας να είναι αποτελεσματική για τη χώρα μας γιατί στην Ευρώπη η πυξίδα δείχνει ακόμη το λάθος δρόμο.    

www.worldenergynews.gr

Ρoή Ειδήσεων