Επικαιρότητα

Β. Νέδος: Τι καταγράφει για Great Sea και Belt and Road στις επαφές Γεραπετρίτη στις ΗΠΑ

Β. Νέδος: Τι καταγράφει για Great Sea και Belt and Road στις επαφές Γεραπετρίτη στις ΗΠΑ
Άρθρο - Ανάλυση από την Καθημερινή της Κυριακής (2/3/25)
Κάθε μέρα των τελευταίων εβδομάδων ήταν για την ελληνική διπλωματία ένα μικρό αποκαλυπτικό σοκ για τον νέο κόσμο, όπως τουλάχιστον προσπαθεί να τον οικοδομήσει ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ.

Την περασμένη Δευτέρα, ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης ήταν παρών τη στιγμή που ο μόνιμος αντιπρόσωπος των ΗΠΑ στον ΟΗΕ συντασσόταν με τη Ρωσία, τη Βόρεια Κορέα και τη Λευκορωσία (μεταξύ άλλων), καταψηφίζοντας το ψήφισμα της Ε.Ε. για τη στήριξη της Ουκρανίας.

Σε αυτόν τον νέο κόσμο, όπως διαμορφώνεται πια, η Ελλάδα «ευτυχώς», όπως σημειώνουν έμπειροι παρατηρητές, δεν ανήκει στον σκληρό πυρήνα της Ε.Ε., αλλά ως μέρος της ευρωπαϊκής περιφέρειας αντιμετωπίζεται σαν ένα κράτος που μπορεί να συμβάλει ποικιλοτρόπως στη διατήρηση των ισορροπιών σε μια ευαίσθητη περιοχή του πλανήτη, όπου ο πόλεμος στην Ουκρανία, η κρίση στη Μέση Ανατολή και η αστάθεια στη Βόρεια Αφρική βρίσκονται μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά.

Στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ

Η συνάντηση του κ. Γεραπετρίτη με τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο, που κράτησε 45 λεπτά τα ξημερώματα του Σαββάτου (ώρα Ελλάδος), έγινε λίγη ώρα μετά το «θερμό επεισόδιο» Τραμπ – Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο.

Μοιραία, το Ουκρανικό κυριάρχησε στη συζήτηση των δύο υπουργών, με τον Ρούμπιο να καθιστά σαφή τη ριζικά αναθεωρημένη στάση της κυβέρνησης Τραμπ απέναντι στο Κίεβο. Το ραντεβού είχε αναβληθεί τέσσερις φορές, χαρακτηριστικό της ρευστότητας του προγράμματος του κ. Ρούμπιο, αλλά και των διαρκών καθημερινών εξελίξεων. Είναι, πάντως, σημαντικό ότι ο κ. Γεραπετρίτης ήταν από τους πρώτους Ευρωπαίους υπουργούς Εξωτερικών που κατόρθωσαν να εξασφαλίσουν συνάντηση με τον κ. Ρούμπιο σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα.

Tο Στέιτ Ντιπάρτμεντ σημείωνε μετά τη συνάντηση ότι για τις ΗΠΑ η στρατηγική σχέση Αθήνας-Ουάσιγκτον παραμένει σημαντική, ενώ αναγνωριζόταν η συμβολή της Ελλάδας στην περιφερειακή σταθερότητα, αλλά και οι σταθερά υψηλές αμυντικές δαπάνες της.

Ο κ. Γεραπετρίτης, εκτίμησε μετά τη συνάντηση ότι «με την πάροδο του χρόνου, θα εμπεδώσουμε ακόμα καλύτερες σχέσεις με τη Βουλή των Ηνωμένων Πολιτειών, όπως και με την νέα αμερικανική Διοίκηση».

Σε κάθε περίπτωση, όλες οι επαφές που είχε την περασμένη εβδομάδα στις ΗΠΑ ο κ. Γεραπετρίτης, αλλά και η υφυπουργός Εξωτερικών Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, είχαν χαρακτήρα περισσότερο αναγνωριστικό, προκειμένου η Αθήνα να διαμορφώσει μια καλύτερη αντίληψη για τη νέα κατάσταση στην Ουάσιγκτον. Στις επαφές που έγιναν, ωστόσο, σε επίπεδο Κογκρέσου διαπιστώθηκε ότι η Ελλάδα απολαμβάνει διακομματική υποστήριξη, με την υποσημείωση, βέβαια, πως αυτή τη στιγμή η εξωτερική πολιτική διαμορφώνεται από μια κλειστή ομάδα γύρω από τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ.

Για την Αθήνα, το πλέον βασικό πρόβλημα σε όλο αυτό το τοπίο είναι ότι η πάγια τακτική της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής τις τελευταίες δεκαετίες κινείται γύρω από τον σεβασμό του διεθνούς δικαίου και του Δικαίου της Θάλασσας και, γενικότερα, του στάτους κβο.

Δεδομένου ότι η νέα αμερικανική κυβέρνηση θέλει να αλλάξει το στάτους κβο, είναι πασιφανές ότι για την Αθήνα βασικό μέλημα είναι η Ελλάδα να κατορθώσει να μεταβεί στην όποια νέα εποχή χωρίς μεγάλες αναταράξεις.

Είναι σαφές ότι ο τρόπος γι’ αυτό περνάει μέσα από την τιθάσευση των τουρκικών περιφερειακών φιλοδοξιών, οι οποίες περιλαμβάνουν την ξεκάθαρη προσπάθεια της Αγκυρας να περιορίσει την επιρροή της Ελλάδας στις θάλασσες, τόσο στο Αιγαίο όσο και στην ελληνική Μεσόγειο. Το μέλλον της ηλεκτρικής διασύνδεσης είναι καθοριστικό και στην Αθήνα επιθυμούν να επιτύχουν μια επιβεβαίωση της στήριξης των ΗΠΑ στο έργο του Great Sea Interconnector.

Για τον λόγο αυτό και η Αθήνα υπογραμμίζει τη σημασία που έχει η Ελλάδα, ξεκινώντας από την αμυντική συνεργασία, είτε αυτό αφορά τη Σούδα, είτε άλλες περιοχές και σημεία ενδιαφέροντος ανά την Ελλάδα, όπως η Αλεξανδρούπολη, είτε τους μελλοντικούς εξοπλισμούς. Και για την κυβέρνηση Τραμπ είναι σημαντική η δυνατότητα της Ελλάδας να διαδραματίσει ένα ρόλο κόμβου ενέργειας.

Ένα από τα επιχειρήματα που η Αθήνα προβάλλει προκειμένου να ενισχύσει τη θέση της ενώπιον των Αμερικανών είναι η συμμαχική συνεργασία που έχει αναπτύξει με το Ισραήλ, ενώ παράλληλα διατηρεί άριστο επίπεδο σχέσεων με τις χώρες των αραβικών χωρών.

Σε όλο αυτό το αφήγημα παροχής σταθερότητας σε περιφερειακό επίπεδο, η Αθήνα προβάλλει και τις άριστες σχέσεις με την Ινδία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ), χώρες με τις οποίες η Ουάσιγκτον διατηρεί άριστες σχέσεις και αποτελούν ακρογωνιαίο λίθο του σχεδίου παράκαμψης του κινεζικού σχεδίου «Belt and Road», δηλαδή του Διαδρόμου Ινδίας – Μέσης Ανατολής – Ευρώπης (IMEC), όπου έχει θέση και η Ελλάδα.

Το «κλειδί»

Το «κλειδί» σε όλο αυτό τον γενικό γεωπολιτικό σχεδιασμό είναι το Ισραήλ. Το Ισραήλ, αλλά και οι εκπρόσωποι της εβραϊκής κοινότητας των ΗΠΑ, όπως επίσης και ο ίδιος ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου, έχουν «ελευθέρας» στον Λευκό Οίκο. Μετά την ουσιαστική περιθωριοποίηση του Ιράν και της Χεζμπολάχ, ο στρατηγικός αντίπαλος του Ισραήλ είναι ολοένα και πιο καθαρά η Τουρκία, η οποία επιχειρεί σιωπηλά και μεθοδικά να εγκαθιδρύσει ένα προτεκτοράτο στη Συρία. Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Αγκυρα σε αυτό το έργο δεν είναι ασύνδετες με τα εμπόδια που θέτει –μέσω Ουάσιγκτον– το Ισραήλ, γι αυτό και τις τελευταίες εβδομάδες ο Ερντογάν, παρότι επενδύει στη σχέση του με τον κ. Τραμπ, είναι εξαιρετικά προσεκτικός.

Όσο η αντιπαλότητα αυτή κρατάει, η Αθήνα μπορεί να υπολογίζει σε έναν αξιόπιστο εταίρο που μπορεί να βοηθήσει (δυνητικά) στις επαφές με τις ΗΠΑ.

www.worldenergynews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Δείτε επίσης