Τι μπορεί να σημαίνει μία Ευρώπη που θα είναι λιγότερη συνδεδεμένη με το ΝΑΤΟ
Καμία ήπειρος και καμία πολιτική συμμαχία δεν ήταν, τα τελευταία 75 χρόνια, τόσο στενά συνδεδεμένη με τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο η Ευρώπη και η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αρχικά οι δυτικοευρωπαϊκές χώρες και ύστερα (μετά τις ανατροπές του σοσιαλιστικού συστήματος) και πολλά κράτη της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης, μπήκαν κάτω από την ομπρέλα της πολιτικοστρατιωτικής συμμαχίας που ακούει στο όνομα ΝΑΤΟ.
Σύμφωνα με το περιοδικό Foreign Policy, η Ευρώπη αμυντικά εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον αμερικανικό στρατό -έστω κι αν δεν έχει χρειαστεί μετά τον Β’ΠΠ να αποδειχθεί αυτό στην πράξη – και από αυτή την άποψη το ΝΑΤΟ που μετρά ήδη 75 χρόνια ζωής κρίνεται από τις δυτικές κυβερνήσεις ως μια αναγκαιότητα.
Με βάση το περιοδικό, η αμερικανοευρωπαϊκή συμμαχία υπήρξε αναμφισβήτητα ο θεμέλιος λίθος του παγκόσμιου status quo όπως το γνωρίζουμε σήμερα.
Φαίνεται ωστόσο, ότι κάπου αυτή η συμμαχία έχει αρχίσει να ραγίζει και η εποχή κατά την οποία η Ευρώπη μπορούσε να βασίζεται στις Ηνωμένες Πολιτείες δείχνει να πλησιάζει στο τέλος της.
Ανεξάρτητα από το ποιος θα κερδίσει τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές τον Νοέμβριο, η προσοχή της Ουάσινγκτον μετατοπίζεται στο Πεκίνο και στον Ινδο-Ειρηνικό ωκεανό.
Στην περίπτωση που ο Ντόναλντ Τραμπ επιστρέψει στον Λευκό Οίκο, είναι πιθανό οι Ηνωμένες Πολιτείες να αμφισβητήσουν την παραμονή τους στο ΝΑΤΟ, ενώ δεν είναι λίγες οι φωνές που κάνουν λόγο μέχρι και για αποχώρηση της χώρας από τη συμμαχία-, σενάριο το οποίο θα αιωρείται πάνω από τη σύνοδο κορυφής του μπλοκ για την 75η επέτειο του ΝΑΤΟ στην Ουάσινγκτον στις 9-11 Ιουλίου.
Μεταξύ της ρωσικής «αρκούδας» και του ασιατικού γίγαντα
Η Ευρώπη θα έπρεπε σε μια τέτοια περίπτωση να σκέφτεται πως θα αντιμετωπίσει τις όποιες απειλές μόνη της.
Η Μόσχα έχει εξαπολύσει τον πρώτο μεγάλο χερσαίο πόλεμο στην Ευρώπη μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο με στόχο την αποκατάσταση του αυτοκρατορικού της κύρους, στη σφαίρα επιρροής της οποίας θέλει να συμπεριλάβει χώρες που σήμερα είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Την ίδια στιγμή, εάν ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή γενικευτεί, θα μπορούσε να οδηγήσει σε νέα κύματα μεταναστών στην ΕΕ.
Η Ευρώπη έχει επίσης μετατραπεί σε θέατρο της αμερικανοκινεζικής αντιπαλότητας, με τον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας να αποτελεί την πρώτη πράξη στον ανταγωνισμό μεταξύ της ευρωατλαντικής συμμαχίας από τη μια και του σινορωσικού μπλοκ από την άλλη με τους διάφορους δορυφόρους τους.
Το πρόβλημα για την Ευρώπη συνολικά, όπως πολλοί από τους ηγέτες και τα επιτελεία τους έχουν ήδη παραδεχτεί, είναι ότι σε μεγάλο βαθμό στέκει απροετοίμαστη για τη μετάβαση έναν κόσμο σκληρής ισχύος και ενδεχομένως νέων πολεμικών συγκρούσεων.
Την ίδια στιγμή μάλιστα, που φαίνεται πως χάνει το παιχνίδι του ανταγωνισμού της με την Ασία και τις ανερχόμενες οικονομικές δυνάμεις.
Το ευρωπαϊκό οικοδόμημα
Η ΕΕ σχεδιάστηκε για να εξοβελίσει τον πόλεμο από την ήπειρο, και η απουσία συρράξεων μεγάλης κλίμακας στην γηραιά ήπειρο από το 1945 μέχρι το 2022 – η μεγαλύτερη περίοδος ειρήνης, για τα ιστορικά δεδομένα της - φάνηκε να αποδεικνύει την επιτυχία του σχεδίου.
Κάπου όμως στην πορεία, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά το Foreign Policy, οι Ευρωπαίοι άρχισαν επίσης να πιστεύουν ότι ο πόλεμος εξαφανιζόταν και αλλού - και αν όχι, οι Αμερικανοί θα τους κρατούσαν πάντα ασφαλείς.
Όπως δήλωσε ο επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ Josep Borrell σε ακροατήριο του Πανεπιστημίου του Georgetown τον Μάρτιο, «ήταν σχεδόν σαν να έλεγαν οι Ευρωπαίοι ότι για πόλεμο, παρακαλώ καλέστε τις ΗΠΑ».
Θεωρητικά, η ΕΕ, με 450 εκατομμύρια πολίτες, είναι ένα από τα μεγαλύτερα μπλοκ ισχύος στον κόσμο.
Το συλλογικό της ΑΕΠ είναι δεύτερο μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες και περίπου 10 φορές μεγαλύτερο από αυτό της Ρωσίας.
Πολλά από τα μέλη της, ιδίως εκείνα που βρίσκονται γεωγραφικά κοντά στη Ρωσία, έχουν μια σκληρή, στρατιωτικού τύπου προσέγγιση για τον κόσμο.
Ωστόσο στο σύνολό της, η Ευρώπη δεν έχει μεταφράσει τους οικονομικούς της πόρους σε γεωπολιτική ισχύ του είδους που θα μπορούσε, για παράδειγμα, να κρατήσει τη Μόσχα υπό έλεγχο από μόνη της. Εν ολίγοις δεν θέλησε και δεν θέλει να αποτυπώσει την δύναμή της και στρατιωτικά.
Πολλοί ευρωπαίοι ηγέτες έχουν πλέον αντιληφθεί ότι το διάλειμμα της Ευρώπης από τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα έχει τελειώσει και θα πρέπει τώρα η γηραιά ήπειρος να ξαναμπει στην αρένα.
Μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022, ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς μίλησε σε «αλλαγή εποχής».
Πιο δραματικά ακόμα, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν προειδοποίησε ότι η Ευρώπη μπορεί να πεθάνει αν δεν προσαρμοστεί στις νέες εξελίξεις αρκετά γρήγορα.
Το ερώτημα επομένως μπορεί να διατυπωθεί ως εξής: Είναι σε θέση η Ευρώπη να διασφαλίσει τη δική της αμυντική ασφάλεια και συνεχή ευημερία με λιγότερη υποστήριξη από τις Ηνωμένες Πολιτείες -και να μάθει πώς να πλοηγείται μόνη της σε αυτό που ο Borrell αποκάλεσε «ξεχασμένη σκληρότητα του κόσμου»;
www.worldenergynews.gr
Αρχικά οι δυτικοευρωπαϊκές χώρες και ύστερα (μετά τις ανατροπές του σοσιαλιστικού συστήματος) και πολλά κράτη της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης, μπήκαν κάτω από την ομπρέλα της πολιτικοστρατιωτικής συμμαχίας που ακούει στο όνομα ΝΑΤΟ.
Σύμφωνα με το περιοδικό Foreign Policy, η Ευρώπη αμυντικά εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον αμερικανικό στρατό -έστω κι αν δεν έχει χρειαστεί μετά τον Β’ΠΠ να αποδειχθεί αυτό στην πράξη – και από αυτή την άποψη το ΝΑΤΟ που μετρά ήδη 75 χρόνια ζωής κρίνεται από τις δυτικές κυβερνήσεις ως μια αναγκαιότητα.
Με βάση το περιοδικό, η αμερικανοευρωπαϊκή συμμαχία υπήρξε αναμφισβήτητα ο θεμέλιος λίθος του παγκόσμιου status quo όπως το γνωρίζουμε σήμερα.
Φαίνεται ωστόσο, ότι κάπου αυτή η συμμαχία έχει αρχίσει να ραγίζει και η εποχή κατά την οποία η Ευρώπη μπορούσε να βασίζεται στις Ηνωμένες Πολιτείες δείχνει να πλησιάζει στο τέλος της.
Ανεξάρτητα από το ποιος θα κερδίσει τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές τον Νοέμβριο, η προσοχή της Ουάσινγκτον μετατοπίζεται στο Πεκίνο και στον Ινδο-Ειρηνικό ωκεανό.
Στην περίπτωση που ο Ντόναλντ Τραμπ επιστρέψει στον Λευκό Οίκο, είναι πιθανό οι Ηνωμένες Πολιτείες να αμφισβητήσουν την παραμονή τους στο ΝΑΤΟ, ενώ δεν είναι λίγες οι φωνές που κάνουν λόγο μέχρι και για αποχώρηση της χώρας από τη συμμαχία-, σενάριο το οποίο θα αιωρείται πάνω από τη σύνοδο κορυφής του μπλοκ για την 75η επέτειο του ΝΑΤΟ στην Ουάσινγκτον στις 9-11 Ιουλίου.
Μεταξύ της ρωσικής «αρκούδας» και του ασιατικού γίγαντα
Η Ευρώπη θα έπρεπε σε μια τέτοια περίπτωση να σκέφτεται πως θα αντιμετωπίσει τις όποιες απειλές μόνη της.
Η Μόσχα έχει εξαπολύσει τον πρώτο μεγάλο χερσαίο πόλεμο στην Ευρώπη μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο με στόχο την αποκατάσταση του αυτοκρατορικού της κύρους, στη σφαίρα επιρροής της οποίας θέλει να συμπεριλάβει χώρες που σήμερα είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Την ίδια στιγμή, εάν ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή γενικευτεί, θα μπορούσε να οδηγήσει σε νέα κύματα μεταναστών στην ΕΕ.
Η Ευρώπη έχει επίσης μετατραπεί σε θέατρο της αμερικανοκινεζικής αντιπαλότητας, με τον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας να αποτελεί την πρώτη πράξη στον ανταγωνισμό μεταξύ της ευρωατλαντικής συμμαχίας από τη μια και του σινορωσικού μπλοκ από την άλλη με τους διάφορους δορυφόρους τους.
Το πρόβλημα για την Ευρώπη συνολικά, όπως πολλοί από τους ηγέτες και τα επιτελεία τους έχουν ήδη παραδεχτεί, είναι ότι σε μεγάλο βαθμό στέκει απροετοίμαστη για τη μετάβαση έναν κόσμο σκληρής ισχύος και ενδεχομένως νέων πολεμικών συγκρούσεων.
Την ίδια στιγμή μάλιστα, που φαίνεται πως χάνει το παιχνίδι του ανταγωνισμού της με την Ασία και τις ανερχόμενες οικονομικές δυνάμεις.
Το ευρωπαϊκό οικοδόμημα
Η ΕΕ σχεδιάστηκε για να εξοβελίσει τον πόλεμο από την ήπειρο, και η απουσία συρράξεων μεγάλης κλίμακας στην γηραιά ήπειρο από το 1945 μέχρι το 2022 – η μεγαλύτερη περίοδος ειρήνης, για τα ιστορικά δεδομένα της - φάνηκε να αποδεικνύει την επιτυχία του σχεδίου.
Κάπου όμως στην πορεία, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά το Foreign Policy, οι Ευρωπαίοι άρχισαν επίσης να πιστεύουν ότι ο πόλεμος εξαφανιζόταν και αλλού - και αν όχι, οι Αμερικανοί θα τους κρατούσαν πάντα ασφαλείς.
Όπως δήλωσε ο επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ Josep Borrell σε ακροατήριο του Πανεπιστημίου του Georgetown τον Μάρτιο, «ήταν σχεδόν σαν να έλεγαν οι Ευρωπαίοι ότι για πόλεμο, παρακαλώ καλέστε τις ΗΠΑ».
Θεωρητικά, η ΕΕ, με 450 εκατομμύρια πολίτες, είναι ένα από τα μεγαλύτερα μπλοκ ισχύος στον κόσμο.
Το συλλογικό της ΑΕΠ είναι δεύτερο μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες και περίπου 10 φορές μεγαλύτερο από αυτό της Ρωσίας.
Πολλά από τα μέλη της, ιδίως εκείνα που βρίσκονται γεωγραφικά κοντά στη Ρωσία, έχουν μια σκληρή, στρατιωτικού τύπου προσέγγιση για τον κόσμο.
Ωστόσο στο σύνολό της, η Ευρώπη δεν έχει μεταφράσει τους οικονομικούς της πόρους σε γεωπολιτική ισχύ του είδους που θα μπορούσε, για παράδειγμα, να κρατήσει τη Μόσχα υπό έλεγχο από μόνη της. Εν ολίγοις δεν θέλησε και δεν θέλει να αποτυπώσει την δύναμή της και στρατιωτικά.
Πολλοί ευρωπαίοι ηγέτες έχουν πλέον αντιληφθεί ότι το διάλειμμα της Ευρώπης από τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα έχει τελειώσει και θα πρέπει τώρα η γηραιά ήπειρος να ξαναμπει στην αρένα.
Μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022, ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς μίλησε σε «αλλαγή εποχής».
Πιο δραματικά ακόμα, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν προειδοποίησε ότι η Ευρώπη μπορεί να πεθάνει αν δεν προσαρμοστεί στις νέες εξελίξεις αρκετά γρήγορα.
Το ερώτημα επομένως μπορεί να διατυπωθεί ως εξής: Είναι σε θέση η Ευρώπη να διασφαλίσει τη δική της αμυντική ασφάλεια και συνεχή ευημερία με λιγότερη υποστήριξη από τις Ηνωμένες Πολιτείες -και να μάθει πώς να πλοηγείται μόνη της σε αυτό που ο Borrell αποκάλεσε «ξεχασμένη σκληρότητα του κόσμου»;
www.worldenergynews.gr