Ανάλυση του Scientific American
Τον περασμένο Δεκέμβριο οι ηγέτες που συμμετείχαν στη Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή (COP28) στο Dubai κήρυξαν τον πόλεμο της διεθνούς οικονομίας επί των ορυκτών καυσίμων.
Μεταξύ των διατάξεών της, η συμφωνία ζητούσε την επιτάχυνση των προσπαθειών για τη σταδιακή κατάργηση της μεγάλης χρήσης άνθρακα.
Η μείωση σε αυτό το πλαίσιο σημαίνει ανάπτυξη της τεχνολογίας δέσμευσης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα (CCS).
Σύμφωνα με το Scientific American, πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι μπορούμε να συνεχίζουμε τη χρήση ορυκτών καυσίμων εφόσον το διοξείδιο του άνθρακα που εκπέμπεται συλλαμβάνεται και αποθηκεύεται στο έδαφος ή στη θάλασσα μέσω αγωγών.
Επί παραδείγματι στις ΗΠΑ, οι βιομηχανίες πετρελαίου και φυσικού αερίου ήδη προωθούν αυτή την τεχνολογία ως μία από τις βασικές λύσεις για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, αν και τίθεται ένα μεγάλο ερώτημα σχετικά με το πόσο ρεαλιστική και βιώσιμη πραγματικά είναι αυτή η λύση.
Η αντίκρουση του ισχυρισμού
Το πετρέλαιο είναι κολλώδες υλικό, και όταν προσπαθούμε να το αντλήσουμε από μια δεξαμενή, το μεγαλύτερο μέρος του μένει πίσω, κολλημένο στα πετρώματα.
Αν ωστόσο πλημμυρίσουμε ένα κοίτασμα με νερό, απορρυπαντικά ή αέριο (όπως CO2), μπορούμε να ξεπλύνουμε μεγάλο μέρος του εναπομείναντος πετρελαίου.
Αυτή η τεχνική είναι γνωστή ως ενισχυμένη ανάκτηση πετρελαίου και αποτελεί συνήθη πρακτική της βιομηχανίας εδώ και πολύ καιρό.
Σύμφωνα λοιπόν με το Υπουργείο Ενέργειας των ΗΠΑ, η έγχυση αερίου αντιπροσωπεύει περισσότερο από το ήμισυ της ενισχυμένης ανάκτησης πετρελαίου στις ΗΠΑ και έχει συμβάλει στο να προστεθούν δεκαετίες ζωής σε πεδία που διαφορετικά μέχρι τώρα θα είχαν στερέψει.
Η ίδια προσέγγιση χρησιμοποιείται στα κοιτάσματα φυσικού αερίου για τη διατήρηση της πίεσης που διατηρεί τη ροή του αερίου.
Τα τελευταία χρόνια η πετρελαϊκή βιομηχανία προσπάθησε να παρουσιάσει αυτή τη συνήθη και παλιά πρακτική σαν δήθεν καινούρια, στα πλαίσια του μετριασμού της κλιματικής αλλαγής, επειδή μέρος του διοξειδίου του άνθρακα που διοχετεύεται με έγχυση θα μπορούσε διαφορετικά να καταλήξει στην ατμόσφαιρα.
Η πραγματικότητα
Θεωρητικά, είναι μια καλή ιδέα, αλλά στην πράξη, υπάρχουν μεγάλα προβλήματα.
Τα ρευστά μεταναστεύουν μέσα από τις μικροσκοπικές οπές και τις ρωγμές που υπάρχουν ακόμη και στα πιο στερεά πετρώματα, γεγονός που σημαίνει ότι αργά ή γρήγορα επιστρέφουν στην επιφάνεια και από εκεί στην ατμόσφαιρα.
Όπως ακριβώς στα πυρηνικά απόβλητα, έτσι συμβαίνει και στο διοξείδιο του άνθρακα.
Το απόβλητο CO2 που θα αποθηκεύαμε για να σταματήσουμε την κλιματική αλλαγή θα ήταν ένα ρευστό με ιδιότητα να μεταναστεύει μέσω του εδάφους και να συνεχίσει να ρυπαίνει τον πλανήτη.
Πολλοί γεωλόγοι πιστεύουν ότι υπάρχουν μέρη στον πλανήτη όπου θα μπορούσε να επιτευχθεί με ασφάλεια η μακροπρόθεσμη αποθήκευση CO2, αλλά αυτό θα απαιτούσε εκτενείς μελέτες επί του εδάφους ώστε να είμαστε σίγουροι ότι ο άνθρακας που τοποθετείται εκεί, θα παραμείνει και εκεί.
Για παράδειγμα, οι ΗΠΑ αποθηκεύουν σήμερα στρατιωτικά ραδιενεργά απόβλητα σε αλατούχους σχηματισμούς χαμηλής διαπερατότητας στο Νέο Μεξικό και εκκρεμούν πολλές προτάσεις για την αποθήκευση CO2 σε ψαμμίτες που επικαλύπτονται από σχιστόλιθους χαμηλής διαπερατότητας στη Βόρεια Ντακότα.
Μεγάλο το κόστος
Αντίστοιχα έργα αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα υπάρχουν και στην Ευρώπη, όπως στην Ισλανδία, τη Βρετανία ή τη Νορβηγία, ωστόσο αυτά αφορούν το θάψιμο του CO2 στη θάλασσα.
Ακόμα ένα πρόβλημα με τα έργα αυτά –θαλάσσια και χερσαία- είναι το ιδιαίτερα ακριβό κόστος τους, το οποίο ήδη έχει φέρει πονοκέφαλο στις κυβερνήσεις σε Ευρώπη και ΗΠΑ, και σε αυτό είναι αλήθεια πως η επιστημονική κοινότητα δεν μπορεί ίσως να δώσει λύση.
www.worldenergynews.gr
Μεταξύ των διατάξεών της, η συμφωνία ζητούσε την επιτάχυνση των προσπαθειών για τη σταδιακή κατάργηση της μεγάλης χρήσης άνθρακα.
Η μείωση σε αυτό το πλαίσιο σημαίνει ανάπτυξη της τεχνολογίας δέσμευσης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα (CCS).
Σύμφωνα με το Scientific American, πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι μπορούμε να συνεχίζουμε τη χρήση ορυκτών καυσίμων εφόσον το διοξείδιο του άνθρακα που εκπέμπεται συλλαμβάνεται και αποθηκεύεται στο έδαφος ή στη θάλασσα μέσω αγωγών.
Επί παραδείγματι στις ΗΠΑ, οι βιομηχανίες πετρελαίου και φυσικού αερίου ήδη προωθούν αυτή την τεχνολογία ως μία από τις βασικές λύσεις για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, αν και τίθεται ένα μεγάλο ερώτημα σχετικά με το πόσο ρεαλιστική και βιώσιμη πραγματικά είναι αυτή η λύση.
Η αντίκρουση του ισχυρισμού
Το πετρέλαιο είναι κολλώδες υλικό, και όταν προσπαθούμε να το αντλήσουμε από μια δεξαμενή, το μεγαλύτερο μέρος του μένει πίσω, κολλημένο στα πετρώματα.
Αν ωστόσο πλημμυρίσουμε ένα κοίτασμα με νερό, απορρυπαντικά ή αέριο (όπως CO2), μπορούμε να ξεπλύνουμε μεγάλο μέρος του εναπομείναντος πετρελαίου.
Αυτή η τεχνική είναι γνωστή ως ενισχυμένη ανάκτηση πετρελαίου και αποτελεί συνήθη πρακτική της βιομηχανίας εδώ και πολύ καιρό.
Σύμφωνα λοιπόν με το Υπουργείο Ενέργειας των ΗΠΑ, η έγχυση αερίου αντιπροσωπεύει περισσότερο από το ήμισυ της ενισχυμένης ανάκτησης πετρελαίου στις ΗΠΑ και έχει συμβάλει στο να προστεθούν δεκαετίες ζωής σε πεδία που διαφορετικά μέχρι τώρα θα είχαν στερέψει.
Η ίδια προσέγγιση χρησιμοποιείται στα κοιτάσματα φυσικού αερίου για τη διατήρηση της πίεσης που διατηρεί τη ροή του αερίου.
Τα τελευταία χρόνια η πετρελαϊκή βιομηχανία προσπάθησε να παρουσιάσει αυτή τη συνήθη και παλιά πρακτική σαν δήθεν καινούρια, στα πλαίσια του μετριασμού της κλιματικής αλλαγής, επειδή μέρος του διοξειδίου του άνθρακα που διοχετεύεται με έγχυση θα μπορούσε διαφορετικά να καταλήξει στην ατμόσφαιρα.
Η πραγματικότητα
Θεωρητικά, είναι μια καλή ιδέα, αλλά στην πράξη, υπάρχουν μεγάλα προβλήματα.
Τα ρευστά μεταναστεύουν μέσα από τις μικροσκοπικές οπές και τις ρωγμές που υπάρχουν ακόμη και στα πιο στερεά πετρώματα, γεγονός που σημαίνει ότι αργά ή γρήγορα επιστρέφουν στην επιφάνεια και από εκεί στην ατμόσφαιρα.
Όπως ακριβώς στα πυρηνικά απόβλητα, έτσι συμβαίνει και στο διοξείδιο του άνθρακα.
Το απόβλητο CO2 που θα αποθηκεύαμε για να σταματήσουμε την κλιματική αλλαγή θα ήταν ένα ρευστό με ιδιότητα να μεταναστεύει μέσω του εδάφους και να συνεχίσει να ρυπαίνει τον πλανήτη.
Πολλοί γεωλόγοι πιστεύουν ότι υπάρχουν μέρη στον πλανήτη όπου θα μπορούσε να επιτευχθεί με ασφάλεια η μακροπρόθεσμη αποθήκευση CO2, αλλά αυτό θα απαιτούσε εκτενείς μελέτες επί του εδάφους ώστε να είμαστε σίγουροι ότι ο άνθρακας που τοποθετείται εκεί, θα παραμείνει και εκεί.
Για παράδειγμα, οι ΗΠΑ αποθηκεύουν σήμερα στρατιωτικά ραδιενεργά απόβλητα σε αλατούχους σχηματισμούς χαμηλής διαπερατότητας στο Νέο Μεξικό και εκκρεμούν πολλές προτάσεις για την αποθήκευση CO2 σε ψαμμίτες που επικαλύπτονται από σχιστόλιθους χαμηλής διαπερατότητας στη Βόρεια Ντακότα.
Μεγάλο το κόστος
Αντίστοιχα έργα αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα υπάρχουν και στην Ευρώπη, όπως στην Ισλανδία, τη Βρετανία ή τη Νορβηγία, ωστόσο αυτά αφορούν το θάψιμο του CO2 στη θάλασσα.
Ακόμα ένα πρόβλημα με τα έργα αυτά –θαλάσσια και χερσαία- είναι το ιδιαίτερα ακριβό κόστος τους, το οποίο ήδη έχει φέρει πονοκέφαλο στις κυβερνήσεις σε Ευρώπη και ΗΠΑ, και σε αυτό είναι αλήθεια πως η επιστημονική κοινότητα δεν μπορεί ίσως να δώσει λύση.
www.worldenergynews.gr