Η αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων δεν βοηθά τον ελληνικό τραπεζικό κλάδο, αλλά είναι διαχειρίσιμη
Η επιθετική στροφή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας προς ένα μείγμα πολιτικής που θα έχει στόχο τον έλεγχο του πληθωρισμού, οδήγησε τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων στα υψηλότερα επίπεδα από τον Απρίλιο του 2020, μετατοπίζοντας την εστίαση στα κεφάλαια των τραπεζών και την πορεία των επιτοκιακών εσόδων (NII).
Αλλά σύμφωνα με την JP Morgan, η αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων δεν βοηθά τον ελληνικό τραπεζικό κλάδο, αλλά είναι διαχειρίσιμη.
Ο αρνητικός αντίκτυπος στους δείκτες CET1 των τραπεζών από το 3ο τρίμηνο του 2021 έως σήμερα είναι της τάξεως των 40 μονάδων βάσης, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της JP Morgan, οι οποίοι περιλαμβάνουν την απόδοση των 10ετών ~2,5% (από 0,9% τον Σεπτέμβριο του 2021).
Παρόλα αυτά, οι ελληνικές τράπεζες έχουν σχετικά υψηλό προσανατολισμό στην αύξηση των επιτοκίων και δεδομένων των προσδοκιών για τέσσερις αυξήσεις επιτοκίων της ΕΚΤ έως το τέλος του 2023, η JP Morgan εκτιμά ότι θα έχει θετική επίπτωση κατά 10% στα κέρδη ανά μετοχή (EPS) έως το 2024.
Αλλά σύμφωνα με την JP Morgan, η αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων δεν βοηθά τον ελληνικό τραπεζικό κλάδο, αλλά είναι διαχειρίσιμη.
Ο αρνητικός αντίκτυπος στους δείκτες CET1 των τραπεζών από το 3ο τρίμηνο του 2021 έως σήμερα είναι της τάξεως των 40 μονάδων βάσης, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της JP Morgan, οι οποίοι περιλαμβάνουν την απόδοση των 10ετών ~2,5% (από 0,9% τον Σεπτέμβριο του 2021).
Παρόλα αυτά, οι ελληνικές τράπεζες έχουν σχετικά υψηλό προσανατολισμό στην αύξηση των επιτοκίων και δεδομένων των προσδοκιών για τέσσερις αυξήσεις επιτοκίων της ΕΚΤ έως το τέλος του 2023, η JP Morgan εκτιμά ότι θα έχει θετική επίπτωση κατά 10% στα κέρδη ανά μετοχή (EPS) έως το 2024.