Σε παγκόσμιο επίπεδο συντελείται μια πρωτόγνωρη ενεργειακή μετάβαση προς μια οικονομία μηδενικών εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου που έχει οδηγήσει σε πλήρη μετασχηματισμό της παγκόσμιας οικονομίας, θέτοντας ως βασικό της θεμέλιο την αειφορία. Οι επενδύσεις πλέον θα πρέπει να συμβαδίζουν με τις αρχές της περιβαλλοντικής, κοινωνικής και εταιρικής διακυβέρνησης (Environmental, Social and Governance – ESG).
Χαρακτηριστικό παράδειγμα των αλλαγών που συντελούνται αποτελεί το γεγονός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες επανήλθαν επισήμως, στις αρχές του 2021 μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας από τον Πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, στη Συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή, ενισχύοντας τον παγκόσμιο αγώνα για την ανάσχεσή της και την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας.
Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, η μετάβαση σε μια οικονομία μηδενικού ανθρακικού αποτυπώματος συνεχίζει να αποκτά στέρεα θεμέλια. Οι διαπραγματευτές του Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατέληξαν πρόσφατα σε προσωρινή πολιτική συμφωνία με την οποία αποκτά νομική υπόσταση ο στόχος μιας κλιματικά ουδέτερης Ευρωπαϊκής Ένωσης έως το 2050, και θεσπίζεται συλλογικός στόχος περιορισμού των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 55 % έως το 2030, σε σύγκριση με τα αντίστοιχα επίπεδα του 1990.
Η ενεργειακή μετάβαση που βρίσκεται σε εξέλιξη, σε συνδυασμό με την περαιτέρω εφαρμογή του εξηλεκτρισμού στα ενεργειακά συστήματα, αναμένεται να αποτελέσει τον κύριο μοχλό ενίσχυσης των επενδύσεων για την επόμενη ημέρα των νέων έργων ΑΠΕ.
Οι εξελίξεις στην παγκόσμια ενεργειακή πραγματικότητα και οικονομία σε συνδυασμό με την αύξηση των τιμών των δικαιωμάτων εκπομπών CO2 και των καυσίμων (πετρέλαιο, φυσικό αέριο) ενισχύουν περαιτέρω τον κρίσιμο ρόλο των ΑΠΕ στην νέα ενεργειακή πραγματικότητα.
Στην Ελλάδα, η απόσυρση των υφιστάμενων λιγνιτικών μονάδων μέχρι το 2023, καθώς και η επιτάχυνση της πλήρους απένταξης του λιγνίτη από το εγχώριο σύστημα ηλεκτροπαραγωγής ήδη από το 2025, και νωρίτερα από το αρχικά προγραμματισθέν, καθιστούν τις ΑΠΕ πρωταγωνιστή στο ενεργειακό σύστημα της χώρας.
Η θέσπιση του πρώτου κλιματικού νόμου, ο οποίος βρίσκεται στο στάδιο προετοιμασίας, θα επαναπροσδιορίζει τους στόχους για καθαρή ενέργεια που είχαν τεθεί με το ισχύον Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) και θα θέτει τις βάσεις για την διαμόρφωση ενός οδικού χάρτη για την επόμενη 30ετία, με τελικό στόχο την εξασφάλιση της κλιματικής ουδετερότητας στην Ελλάδα.
H ΔΕΗ υπήρξε καινοτόμος στην ανάπτυξη ΑΠΕ για ηλεκτροπαραγωγή με δραστηριοποίηση στην αγορά κατά τη διάρκεια των τεσσάρων τελευταίων δεκαετιών, ξεκινώντας από την εγκατάσταση και λειτουργία του πρώτου αιολικού πάρκου της Ευρώπης, ισχύος 100kW, το 1982 στην Κύθνο.
Στο ενεργειακό περιβάλλον που διαμορφώνεται, η ΔΕΗ Ανανεώσιμες αναμένεται να πρωταγωνιστήσει ως κάτοχος του μεγαλύτερου χαρτοφυλακίου έργων ΑΠΕ, ισχύος άνω των 7GW, και ένας από τους πιο σημαντικούς developers στην Ελληνική αγορά.
Η ΔΕΗ Ανανεώσιμες αποτελεί την μοναδική Ελληνική εταιρεία που έχει ενεργή δραστηριότητα και στις πέντε μορφές Ανανεώσιμης Ενέργειας, συμβάλλοντας καθοριστικά στην αξιοποίηση των ανεξάντλητων και ανανεώσιμων πόρων που διαθέτει η χώρα μας και θέτοντας στο επίκεντρο της στρατηγικής της τη βιώσιμη ανάπτυξη, την ενεργειακή ασφάλεια και την προστασία του περιβάλλοντος.
Σήμερα βρίσκεται σε εξέλιξη η κατασκευή του εμβληματικού έργου φωτοβολταϊκής τεχνολογίας συνολικής ισχύος 230 MW στη Δυτική Μακεδονία, ενός από τα σημαντικότερα φωτοβολταϊκά έργα στην Ευρώπη και το μεγαλύτερο στην Ελλάδα, με το κόστος κατασκευής που εξασφαλίστηκε για το τμήμα των 200 MW να το καθιστούν το πιο οικονομικό έργο σήμερα στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο.
Η ΔΕΗ Ανανεώσιμες προχώρησε, επίσης, στην επιλογή αναδόχου για την κατασκευή του φωτοβολταϊκού πάρκου ισχύος 50 MW στη Μεγαλόπολη, που αναμένεται να αποτελέσει το πρώτο έργο της που θα συνάψει σύμβαση αγοραπωλησίας ηλεκτρικής ενέργειας (bilateral PPA) με τη μητρική ΔΕΗ και δεν θα εξασφαλίσει τιμή αποζημίωσης σε επόμενο διαγωνισμό της ΡΑΕ.
Επιπλέον, βρίσκεται παράλληλα σε εξέλιξη η ανάπτυξη σημαντικού χαρτοφυλακίου φωτοβολταϊκών έργων στις λιγνιτικές περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας και Μεγαλόπολης, της τάξεως των 2,5GW.
Η ΔΕΗ Ανανεώσιμες προχώρησε, επίσης, στην περαιτέρω αύξηση του μεριδίου της σε αιολικά έργα και μικρά υδροηλεκτρικά, είτε μέσω αποκλειστικής ανάπτυξης αυτών είτε μέσω επιχειρηματικών συμπράξεων, καθώς και στην ανάπτυξη του πεδίου της βιομάζας. Τέλος, στον τομέα της γεωθερμίας, με την επιλογή στρατηγικού εταίρου η ΔΕΗ Ανανεώσιμες θέτει ως προτεραιότητά της το ζήτημα της αξιοποίησης των τεσσάρων γεωθερμικών πεδίων υψηλής ενθαλπίας στην Ελλάδα, σε Λέσβο, Μήλο-Κίμωλο-Πολύαιγο, Νίσυρο και Μέθανα.
Πέραν της οργανικής ανάπτυξης, η σύναψη στρατηγικών συνεργασιών, μέσω της υπογραφής Μνημονίων Κατανόησης και Συνεργασίας με σημαντικές πολυεθνικές ενεργειακές εταιρείες (RWE, EDPR, MTG), αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της εφαρμοζόμενης στρατηγικής της Εταιρείας.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι εξελίξεις που συντελούνται από την πλευρά της ενεργειακής πολιτικής είναι αξιοσημείωτες.
Με το ενεργειακό νομοσχέδιο που βρίσκεται υπό διαμόρφωση από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) και αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή τον Ιούνιο, η σύναψη PPAs θα αποτελεί κίνητρο για τους επενδυτές ΑΠΕ λόγω της προτεραιότητας που θα τους παρέχεται στο αδειοδοτικό σκέλος των έργων που θα επιλέγουν αυτόν τον τρόπο αποζημίωσης της ενέργειάς τους.
Αυτήν την στιγμή βρίσκεται, επίσης, υπό διαμόρφωση από το ΥΠΕΝ το νέο θεσμικό πλαίσιο για την ανάπτυξη υπεράκτιων αιολικών πάρκων στην Ελλάδα, που αναμένεται να δώσει απαντήσεις στα κρίσιμα θέματα της χωροθέτησης και αδειοδότησης των έργων, στη διασύνδεση αυτών με το σύστημα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και τους μηχανισμούς αποζημίωσης των επενδυτών.
Η ΔΕΗ Ανανεώσιμες επιδιώκει την δυναμική είσοδο στην εν λόγω καινοτόμο ενεργειακή αγορά μέσα από την σύναψη συνεργασιών για την ανάπτυξη υπεράκτιων αιολικών πάρκων στις Ελληνικές θάλασσες.
Οι τεχνολογικές προκλήσεις των ΑΠΕ που πηγάζουν από την διαλείππουσα παραγωγή ενέργειας και την απουσία παραγωγής κατά την διάρκεια των νυχτερινών ωρών από φωτοβολταϊκά πάρκα δύνανται να απαντηθούν μέσα από την υιοθέτηση μεθόδων αποθήκευσης ενέργειας. Ειδικότερα, η επιλογή των συσσωρευτών (μπαταρίες) αποτελεί μια βασική τεχνολογική λύση που έχει συνοδευτεί από σημαντική μείωση του κόστους της κατά τα τελευταία χρόνια.
Το ΥΠΕΝ έχει συστήσει ειδική Επιτροπή για την διαμόρφωση πρότασης θεσμικού πλαισίου που θα διέπει τα νέα έργα αποθήκευσης ενέργειας και θα καθορίζει, μεταξύ άλλων, το καθεστώς αποζημίωσης αυτών των έργων που θα τα καταστήσει οικονομικά βιώσιμες επενδύσεις.
Η ΔΕΗ Ανανεώσιμες έχει εισέλθει δυναμικά στο πεδίο της αποθήκευσης ενέργειας, καταθέτοντας στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας αιτήσεις για αδειοδότηση αντίστοιχων σταθμών κεντρικής αποθήκευσης ενέργειας (συστοιχίες μπαταριών) συνολικής δυναμικότητας της τάξεως του 1GW και ενέργειας αποθήκευσης 3GWh, στη Δυτική Μακεδονία και τη Μεγαλόπολη.
Στρατηγικός στόχος της ΔΕΗ Ανανεώσιμες είναι να ενισχύσει σημαντικά την παρουσία της στην ελληνική αγορά των ΑΠΕ. Μέσω του επενδυτικού πλάνου που υλοποιεί η Εταιρεία, η εγκατεστημένη ισχύς των λειτουργούντων έργων της από 230MW που είναι σήμερα, αναμένεται να ξεπεράσει τα 500 MW το 2022 και να διαμορφωθεί στο 1,5 GW μέχρι το 2024.
Στην ΔΕΗ Ανανεώσιμες είμαστε πεπεισμένοι ότι ο στόχος προς την επίτευξη μιας οικονομίας καθαρής ενέργειας που θα εδράζεται στην κοινωνική δικαιοσύνη και την προστασία του περιβάλλοντος είναι αρκετά φιλόδοξος αλλά και επιτεύξιμος και πως οι δράσεις που λαμβάνουν χώρα σε επιχειρησιακό επίπεδο συμβάλουν προς αυτήν την κατεύθυνση.
www.worldenergynews.gr