Σύμφωνα με μελέτη του ΕΜΠ για λογαριασμό της ΡΑΕ, η κεντρική αποθήκευση θα συμβάλει επίσης στη μείωση των δαπανών του ηλεκτρικού συστήματος της χώρας
Για να επιτευχθούν οι στόχοι του Green Deal και της Συμφωνίας του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή, το ευρωπαϊκό δίκτυο παραγωγής ενέργειας θα πρέπει να γίνει ουδέτερο όσον αφορά τις εκπομπές άνθρακα έως το 2050. Για την επίτευξη αυτού του στόχου καίριος είναι ο ρόλος των ΑΠΕ οι οποίες ωστόσο, λόγω της στοχαστικότητας τους δημιουργούν ζητήματα αξιοπιστίας στο ενεργειακό σύστημα.
Έτσι καθώς το μερίδιο της ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές αυξάνεται, η αποθήκευση ενέργειας αποκτά όλο και σημαντικότερο ρόλο, αφού μπορεί να γεφυρώσει το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ της παραγωγής και της κατανάλωσης ενέργειας. Χαρακτηριστική είναι αναφορά της ευρωβουλευτού της Αυστρίας Claudia Gamon, υπεύθυνης για την εκπόνηση σχετικής έκθεσης προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ότι η αποθήκευση ενέργειας πρέπει να αποτελέσει βασικό αντικείμενο της ενεργειακής πολιτικής της ΕΕ, διότι σε διαφορετική περίπτωση υπάρχει κίνδυνος ενεργειακής ανεπάρκειας.
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έως το 2050 θα πρέπει να είναι δυνατή η αποθήκευση ενέργειας, έξι φορές περισσότερης σε σύγκριση με τα σημερινά επίπεδα, ώστε να επιτευχθεί ο στόχος των μηδενικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
«Ασπίδα» στις περικοπές κατανάλωσης
Η αποθήκευση ενέργειας θεωρείται τόσο σημαντική για το μέλλον του ενεργειακού συστήματος, διότι σε περιόδους υψηλής ζήτησης (π.χ. σε περιόδους ψύχους ή καύσωνα) δεν χρειάζεται η λήψη έκτακτων και κατά κανόνα ακριβών εισαγωγών ρεύματος, ή φυσικού αερίου, ή η εφαρμογή μηχανισμών περικοπής της κατανάλωσης ώστε να εξασφαλιστεί επάρκεια και αξιοπιστία στη λειτουργία του συστήματος.
Παράλληλα, το ηλεκτρικό σύστημα χρησιμοποιεί φθηνή και καθαρή ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, η οποία αν δεν είχε αποθηκευτεί θα χανόταν. Με άλλα λόγια η αποθήκευση ενέργειας αντισταθμίζει τη στοχαστικότητα της παραγωγής ενέργειας από ώριμες τεχνολογίες ΑΠΕ όπως τα αιολικά και τα φωτοβολταϊκά.
Πρέπει να σημειωθεί ότι αρκετές τεχνολογίες αποθήκευσης ενέργειας είναι ήδη διαθέσιμες, ή βρίσκονται σε φάση ανάπτυξης, όπως η αποθήκευση ενέργειας μέσω αντλησιοταμίευσης, διάφορα είδη συσσωρευτών, η αποθήκευση υδρογόνου, η αποθήκευση συμπιεσμένου αέρα, τα συστήματα αποθήκευσης θερμότητας και τα διαφορετικά είδη αποθήκευσης αερίου.
Ευρωπαϊκό πλαίσιο στρατηγικής
Η πολιτική της ΕΕ για την αποθήκευση ενέργειας βασίζεται σε στρατηγικές πρωτοβουλίες όπως η ευρωπαϊκή συμμαχία για τους συσσωρευτές, στη στήριξη της έρευνας και της καινοτομίας για τεχνολογίες αποθήκευσης ενέργειας, καθώς και στη νομοθεσία που καλύπτει τις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας και τις μεταφορές.
Η Ε.Ε. έχει λάβει μέτρα για την ανάπτυξη ενός πλαισίου στρατηγικής για την αποθήκευση ενέργειας, ώστε να επιταχύνει την αναδιαμόρφωση του ενεργειακού συστήματός της και να κομίσει στην αγορά νέες ελπιδοφόρες τεχνολογίες χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Ωστόσο, υπάρχει κίνδυνος τα μέτρα που έχουν ληφθεί έως τώρα να μην είναι αρκετά για την επίτευξη των στρατηγικών στόχων της ΕΕ για καθαρή ενέργεια, καθώς υστερεί σε σύγκριση με τους ανταγωνιστές της όσον αφορά στην ικανότητα παραγωγής στοιχείων συσσωρευτών.
Τα ζητήματα που αναδείχθηκαν προς αντιμετώπιση από την έκθεση για την αποθήκευση ενέργειας που εκπονήθηκε για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι μεταξύ άλλων η αποφυγή της διπλής φορολόγησης και των διπλών χρεώσεων δικτύου, η κατασκευή μπαταριών στην Ευρώπη και η ανακύκλωση των μπαταριών.
Αναγκαία συστήματα 1.500 – 1.750 MW
Σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη της αποθήκευσης ενέργειας στην Ελλάδα σύμφωνα με μελέτη του ΕΜΠ που εκπονήθηκε για λογαριασμό της ΡΑΕ θα συμβάλει στη μείωση των δαπανών του ηλεκτρικού συστήματος της χώρας, ενώ εκτιμάται ότι μόνο με την ανάπτυξη των συστημάτων αντλησιοταμίευσης και συσσωρευτών μπορεί να επιτευχθεί ο στόχος διείσδυσης των ΑΠΕ στο 60% έως το 2030.
Η μελέτη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι για να επιτευχθεί ο στόχος του 60% της διείσδυσης ΑΠΕ το 2030 θα απαιτηθεί συνδυασμός συστημάτων αποθήκευσης συνολικής ισχύος 1.500 – 1.750 MW, με τα περίπου 1.000 MW να προέρχονται από αντλησιοταμίευση. Το ετήσιο όφελος για το σύστημα ηλεκτρισμού ανέρχεται στα 160 εκατ. ευρώ. Με διείσδυση ΑΠΕ της τάξης του 50% θα χρειαστεί αποθήκευσης ισχύος 750 – 1.000 MW με το ετήσιο όφελος να είναι της τάξης των 110 – 120 εκατ. ευρώ.
Παράγοντες της αγοράς θεωρούν ως καταλυτικής σημασίας για την ανάπτυξη του κλάδου της αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας την παρουσία πλήθους τεχνολογιών, άλλες περισσότερο και άλλες λιγότερο ώριμες, οι οποίες εγγυώνται ένα ευρύτατο φάσμα εφαρμογών.
Πάντως παρά τη σημαντική πρόοδο που σημειώνεται τα τελευταία χρόνια στον τομέα των συσσωρευτών, η τεχνολογία της αντλησιοταμίευσης εξακολουθεί να αποτελεί παγκοσμίως την πιο ώριμη λύση για εφαρμογές διαχείρισης ενέργειας σε επίπεδο ηλεκτρικού δικτύου. Ήδη η αντλησιοταμίευση έχει εφαρμοστεί με επιτυχία από τη ΔΕΗ, ενώ προγραμματίζονται μεγάλες ιδιωτικές επενδύσεις οι οποίες αναμένουν τη διαμόρφωση του κατάλληλου θεσμικού πλαισίου για την ένταξη της αποθήκευσης στο ενεργειακό σύστημα και βεβαίως για την τιμολόγηση της.
Δεκέμβριος 2020 - www.worldenergynews.gr
Έτσι καθώς το μερίδιο της ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές αυξάνεται, η αποθήκευση ενέργειας αποκτά όλο και σημαντικότερο ρόλο, αφού μπορεί να γεφυρώσει το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ της παραγωγής και της κατανάλωσης ενέργειας. Χαρακτηριστική είναι αναφορά της ευρωβουλευτού της Αυστρίας Claudia Gamon, υπεύθυνης για την εκπόνηση σχετικής έκθεσης προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ότι η αποθήκευση ενέργειας πρέπει να αποτελέσει βασικό αντικείμενο της ενεργειακής πολιτικής της ΕΕ, διότι σε διαφορετική περίπτωση υπάρχει κίνδυνος ενεργειακής ανεπάρκειας.
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έως το 2050 θα πρέπει να είναι δυνατή η αποθήκευση ενέργειας, έξι φορές περισσότερης σε σύγκριση με τα σημερινά επίπεδα, ώστε να επιτευχθεί ο στόχος των μηδενικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
«Ασπίδα» στις περικοπές κατανάλωσης
Η αποθήκευση ενέργειας θεωρείται τόσο σημαντική για το μέλλον του ενεργειακού συστήματος, διότι σε περιόδους υψηλής ζήτησης (π.χ. σε περιόδους ψύχους ή καύσωνα) δεν χρειάζεται η λήψη έκτακτων και κατά κανόνα ακριβών εισαγωγών ρεύματος, ή φυσικού αερίου, ή η εφαρμογή μηχανισμών περικοπής της κατανάλωσης ώστε να εξασφαλιστεί επάρκεια και αξιοπιστία στη λειτουργία του συστήματος.
Παράλληλα, το ηλεκτρικό σύστημα χρησιμοποιεί φθηνή και καθαρή ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, η οποία αν δεν είχε αποθηκευτεί θα χανόταν. Με άλλα λόγια η αποθήκευση ενέργειας αντισταθμίζει τη στοχαστικότητα της παραγωγής ενέργειας από ώριμες τεχνολογίες ΑΠΕ όπως τα αιολικά και τα φωτοβολταϊκά.
Πρέπει να σημειωθεί ότι αρκετές τεχνολογίες αποθήκευσης ενέργειας είναι ήδη διαθέσιμες, ή βρίσκονται σε φάση ανάπτυξης, όπως η αποθήκευση ενέργειας μέσω αντλησιοταμίευσης, διάφορα είδη συσσωρευτών, η αποθήκευση υδρογόνου, η αποθήκευση συμπιεσμένου αέρα, τα συστήματα αποθήκευσης θερμότητας και τα διαφορετικά είδη αποθήκευσης αερίου.
Ευρωπαϊκό πλαίσιο στρατηγικής
Η πολιτική της ΕΕ για την αποθήκευση ενέργειας βασίζεται σε στρατηγικές πρωτοβουλίες όπως η ευρωπαϊκή συμμαχία για τους συσσωρευτές, στη στήριξη της έρευνας και της καινοτομίας για τεχνολογίες αποθήκευσης ενέργειας, καθώς και στη νομοθεσία που καλύπτει τις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας και τις μεταφορές.
Η Ε.Ε. έχει λάβει μέτρα για την ανάπτυξη ενός πλαισίου στρατηγικής για την αποθήκευση ενέργειας, ώστε να επιταχύνει την αναδιαμόρφωση του ενεργειακού συστήματός της και να κομίσει στην αγορά νέες ελπιδοφόρες τεχνολογίες χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Ωστόσο, υπάρχει κίνδυνος τα μέτρα που έχουν ληφθεί έως τώρα να μην είναι αρκετά για την επίτευξη των στρατηγικών στόχων της ΕΕ για καθαρή ενέργεια, καθώς υστερεί σε σύγκριση με τους ανταγωνιστές της όσον αφορά στην ικανότητα παραγωγής στοιχείων συσσωρευτών.
Τα ζητήματα που αναδείχθηκαν προς αντιμετώπιση από την έκθεση για την αποθήκευση ενέργειας που εκπονήθηκε για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι μεταξύ άλλων η αποφυγή της διπλής φορολόγησης και των διπλών χρεώσεων δικτύου, η κατασκευή μπαταριών στην Ευρώπη και η ανακύκλωση των μπαταριών.
Αναγκαία συστήματα 1.500 – 1.750 MW
Σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη της αποθήκευσης ενέργειας στην Ελλάδα σύμφωνα με μελέτη του ΕΜΠ που εκπονήθηκε για λογαριασμό της ΡΑΕ θα συμβάλει στη μείωση των δαπανών του ηλεκτρικού συστήματος της χώρας, ενώ εκτιμάται ότι μόνο με την ανάπτυξη των συστημάτων αντλησιοταμίευσης και συσσωρευτών μπορεί να επιτευχθεί ο στόχος διείσδυσης των ΑΠΕ στο 60% έως το 2030.
Η μελέτη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι για να επιτευχθεί ο στόχος του 60% της διείσδυσης ΑΠΕ το 2030 θα απαιτηθεί συνδυασμός συστημάτων αποθήκευσης συνολικής ισχύος 1.500 – 1.750 MW, με τα περίπου 1.000 MW να προέρχονται από αντλησιοταμίευση. Το ετήσιο όφελος για το σύστημα ηλεκτρισμού ανέρχεται στα 160 εκατ. ευρώ. Με διείσδυση ΑΠΕ της τάξης του 50% θα χρειαστεί αποθήκευσης ισχύος 750 – 1.000 MW με το ετήσιο όφελος να είναι της τάξης των 110 – 120 εκατ. ευρώ.
Παράγοντες της αγοράς θεωρούν ως καταλυτικής σημασίας για την ανάπτυξη του κλάδου της αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας την παρουσία πλήθους τεχνολογιών, άλλες περισσότερο και άλλες λιγότερο ώριμες, οι οποίες εγγυώνται ένα ευρύτατο φάσμα εφαρμογών.
Πάντως παρά τη σημαντική πρόοδο που σημειώνεται τα τελευταία χρόνια στον τομέα των συσσωρευτών, η τεχνολογία της αντλησιοταμίευσης εξακολουθεί να αποτελεί παγκοσμίως την πιο ώριμη λύση για εφαρμογές διαχείρισης ενέργειας σε επίπεδο ηλεκτρικού δικτύου. Ήδη η αντλησιοταμίευση έχει εφαρμοστεί με επιτυχία από τη ΔΕΗ, ενώ προγραμματίζονται μεγάλες ιδιωτικές επενδύσεις οι οποίες αναμένουν τη διαμόρφωση του κατάλληλου θεσμικού πλαισίου για την ένταξη της αποθήκευσης στο ενεργειακό σύστημα και βεβαίως για την τιμολόγηση της.
Δεκέμβριος 2020 - www.worldenergynews.gr