Τι περιλαμβάνει το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο που δόθηκε στη δημοσιότητα από το υπ. Εργασίας
Στη δημοσιότητα δόθηκε το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο με 104 άρθρα και 12 μεγάλες αλλαγές σε συντάξεις (αυξήσεις ως 10%), σε εισφορές (αυξομειώσεις), νέα ασφαλιστικά κλιμάκια, κατάργηση της δεύτερης ασφάλισης για τα μπλοκάκια, Ενσωμάτωση του Επικουρικού ΕΤΕΑΕΠ από 1-3-2020 στοn e-ΕΦΚΑ, νέο Επικουρικό με «άνοιγμα» στις ιδιωτικές ασφαλιστικές, που θα ψηφιστεί μέσα στον Φεβρουάριο του 2020.
Μέσα σε δύο μήνες από την ψήφιση του νόμου, δηλαδή περίπου μέχρι τα μέσα Απριλίου, πρέπει ελεύθεροι επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενοι και αγρότες να επιλέξουν την ασφαλιστική κατηγορία (μια από τις έξι που θεσπίζονται) στην οποία επιθυμούν να υπαχθούν για το 2020.
Όσοι δεν επιλέξουν με αίτησή τους την ένταξή τους σε κάποια κατηγορία θα ενταχθούν υποχρεωτικά στην πρώτη και κατώτατη.
Αναπροσαρμογή συντάξεων- προστασία καταβαλλόμενων συντάξεων
Οι ήδη καταβαλλόμενες κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, κύριες συντάξεις αναπροσαρμόζονται. β. Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους των καταβαλλόμενων συντάξεων, για τον προσδιορισμό των συντάξιμων αποδοχών λαμβάνεται υπόψη ο συντάξιμος μισθός επί του οποίου κανονίστηκε η ήδη χορηγηθείσα σύνταξη, όπως αυτός είχε διαμορφωθεί πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος, με βάση τους κανόνες αναπροσαρμογής των συντάξιμων αποδοχών του Δημοσίου, που ίσχυαν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζεται κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή της διάταξης αυτής.
Μέχρι την 31.12.2018, οι συντάξεις της προηγούμενης παραγράφου συνεχίζουν να καταβάλλονται στο ύψος που είχαν διαμορφωθεί κατά την 31.12.2014, σύμφωνα με τις τότε ισχύουσες διατάξεις.
β. Από 1.1.2019, αν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων αυτών είναι μεγαλύτερο εκείνου που προκύπτει από τον υπολογισμό τους σύμφωνα με την παράγραφο 1, το επιπλέον ποσό εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο, συμψηφιζόμενο κατ` έτος και μέχρι την πλήρη εξάλειψή του, με την εκάστοτε αναπροσαρμογή των συντάξεων.
γ. Αν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων είναι μικρότερο από αυτό που προκύπτει από τον υπολογισμό τους βάσει της παραγράφου 1, τότε αυτό προσαυξάνεται, από την 1.1.2019, κατά 1/5 της διαφοράς σταδιακά και ισόποσα εντός πέντε (5) ετών.
α. Από 1.10.2019 οι συντάξεις που έχουν απονεμηθεί ή εκκρεμεί η απονομή τους σύμφωνα με τις διατάξεις μετά την έναρξη ισχύος του Ν.4387/2016, υπολογίζονται εκ νέου.
Από 1.10.2019, καταβάλλονται τυχόν προκύπτουσες αυξήσεις στη σύνταξη. Αν το ποσό των συντάξεων αυτών όπως επανυπολογίζεται είναι μικρότερο εκείνου που προκύπτει από τον υπολογισμό τους σύμφωνα με τον πίνακα 1 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, το ποσόν της διαφοράς που προκύπτει εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά.
β.i Από 1.10.2019 αν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων σύμφωνα με τις διατάξεις πριν την έναρξη ισχύος του Ν.4387/2016 είναι μεγαλύτερο εκείνου που προκύπτει από τον υπολογισμό τους σύμφωνα με τον πίνακα 2 το επιπλέον ποσό εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά, συμψηφιζόμενο κατ` έτος και μέχρι την πλήρη εξάλειψή του, με την εκάστοτε αναπροσαρμογή των συντάξεων, όπως αυτή προκύπτει κατ` εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 4α του παρόντος άρθρου. Στην περίπτωση που η προσωπική διαφορά που προκύπτει είναι μεγαλύτερη από την προσωπική διαφορά που προέκυπτε από τον επανυπολογισμό της σύνταξης με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης ο συμψηφισμός ολοκληρώνεται έως το ύψος της προσωπικής διαφοράς που προκύπτει με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης και το υπόλοιπο ποσόν εξακολουθεί να καταβάλλεται στο δικαιούχο ως υπερβάλλουσα διαφορά.
β.ii Από 1.10.2019 αν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων σύμφωνα με τις διατάξεις πριν την έναρξη ισχύος του Ν.4387/2016 είναι μικρότερο από αυτό που προκύπτει από τον υπολογισμό τους, τότε συνεχίζει να καταβάλλεται η προσωπική διαφορά και το ποσόν των συντάξεων προσαυξάνεται κατά το ένα πέμπτο της τυχόν πρόσθετης διαφοράς που προκύπτει, για την περίοδο από 1η Οκτωβρίου 2019 έως 31η Δεκεμβρίου 2020 και σταδιακά ισόποσα κατ έτος έως την 31η Δεκεμβρίου 2024. Στην περίπτωση που η προσωπική διαφορά που προκύπτει είναι μικρότερη από την προσωπική διαφορά που προέκυπτε από τον επανυπολογισμό της σύνταξης με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης
συνεχίζει να καταβάλλεται η προσωπική διαφορά.
γ. Τα στοιχεία που προκύπτουν από τις περιπτώσεις α΄ και β` αποτυπώνονται από την 1.1.2020 για κάθε ασφαλισμένο στο οικείο πληροφοριακό σύστημα.
4. α. Το συνολικό ποσό της σύνταξης αυξάνεται από την 1.1.2023 κατ΄ έτος, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας με βάση συντελεστή που προκύπτει από το άθροισμα του ετήσιου ποσοστού μεταβολής του ΑΕΠ συν το ποσοστό μεταβολής του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή του προηγούμενου έτους διαιρούμενου δια του δύο (2) και δεν υπερβαίνει το ποσοστό μεταβολής του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή.
Από την 1.1.2017 και ανά τριετία, η Εθνική Αναλογιστική Αρχή εκπονεί υποχρεωτικά αναλογιστικές μελέτες, οι οποίες επικυρώνονται από την Επιτροπή Οικονομικής Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με αντικείμενο τη συνεχή παρακολούθηση της εξέλιξης της εθνικής συνταξιοδοτικής δαπάνης.
Διατάξεις περί διαδοχικής ασφάλισης
Η αίτηση συνταξιοδότησης που υποβάλλεται βάσει των διατάξεων της διαδοχικής ασφάλισης εξετάζεται από την αρμόδια Υπηρεσία του φορέα ή τομέα ή κλάδου ή λογαριασμού, στην οποία ασφαλισμένοι υπάγονταν, λόγω ιδιότητας ή απασχόλησης, κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης, σύμφωνα με τη νομοθεσία του τελευταίου αυτού φορέα. Η διαδικασία εύρεσης των συνταξιοδοτικών προϋποθέσεων με τις οποίες θεμελιώνεται συνταξιοδοτικό δικαίωμα καθορίζεται ως ακολούθως: Τα πρόσωπα, τα οποία ασφαλίστηκαν διαδοχικά σε περισσότερους από έναν ενταχθέντες στον Ε.Φ.Κ.Α ασφαλιστικούς οργανισμούς, δικαιούνται σύνταξη με τις προϋποθέσεις του ενταχθέντα φορέα ή τομέα ή κλάδου ή λογαριασμού που υπάγονταν κατά το χρόνο άσκησης της τελευταίας δραστηριότητας ή απασχόλησης, εφόσον πραγματοποίησαν στην ασφάλισή του: α) 1000 ημέρες ασφάλισης συνολικά από τις οποίες 300 ημέρες την τελευταία πενταετία πριν την υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης ή πριν τη διακοπή της ασφάλισης για την κρίση του δικαιώματος σε σύνταξη λόγω γήρατος. αβ) 600 ημέρες ασφάλισης οποτεδήποτε πριν τη διακοπή της δραστηριότητας ή απασχόλησης ή την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης ή την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου για τις συντάξεις λόγω αναπηρίας ή θανάτου.
β. Σε περίπτωση που δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της περίπτωσης 1α ή σε περίπτωση που πληρούνται, αλλά δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης του φορέα ή τομέα ή κλάδου ή λογαριασμού που υπάγονταν κατά το χρόνο άσκησης της τελευταίας δραστηριότητας ή απασχόλησης, δικαιούνται σύνταξη με τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης της δραστηριότητας στην οποία πραγματοποίησαν τις περισσότερες ημέρες ασφάλισης, στην οποία δεν περιλαμβάνεται η τελευταία, εφόσον: βα) έχουν συμπληρώσει το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης λόγω γήρατος ή είναι ανάπηρα με το ποσοστό αναπηρίας που προβλέπεται από τη νομοθεσία του φορέα που υπάγονταν κατά το χρόνο άσκησης της τελευταίας δραστηριότητας ή απασχόλησης και ββ) πληρούνται οι προϋποθέσεις για συνταξιοδότηση που προβλέπει η νομοθεσία του φορέα της δραστηριότητας που διένυσαν τον περισσότερο χρόνο ασφάλισης. γ. Σε περίπτωση που ανωτέρω πρόσωπα δεν συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης που προβλέπει η νομοθεσία του φορέα της δραστηριότητας ή απασχόλησης στην οποία πραγματοποίησαν τις περισσότερες ημέρες ασφάλισης, σύμφωνα με την περίπτωση 1β τότε το συνταξιοδοτικό δικαίωμα κρίνεται με τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης του φορέα της δραστηριότητας ή απασχόλησης κατά φθίνουσα σειρά αριθμού ημερών ασφάλισης. δ. Σε περίπτωση που δεν συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης που προβλέπει η νομοθεσία κάποιου από τους ενταχθέντες, πλην του τελευταίου, στον Ε.Φ.Κ.Α. φορέα ή τομέα ή κλάδου ή λογαριασμού, στους οποίους ασφαλίσθηκαν, τότε η αίτηση συνταξιοδότησης απορρίπτεται.
2. Το ποσό της σύνταξης υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 7, 8 και 28 του ν. 4387/2016, όπως ισχύουν με βάση το συνολικό χρόνο που διανύθηκε στην ασφάλιση όλων των ενταχθέντων στον Ε.Φ.Κ.Α. φορέων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών. Ο παράλληλος χρόνος ασφάλισης έως 31.12.2016 σε περισσότερους του ενός φορείς.
3. Ο ασφαλισμένος δύναται να επιλέξει τον συνυπολογισμό του χρόνου διαδοχικής ασφάλισης στους ενταχθέντες στον Ε.Φ.Κ.Α φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς, υπό την προϋπόθεση ότι μετά την ένταξη τους στον Ε.ΦΚ.Α., δεν συνεχίζει να ασφαλίζεται για δραστηριότητα ή απασχόληση που υπάγεται στην ασφάλιση του αντίστοιχου φορέα, τομέα, κλάδου και λογαριασμού που δεν επιθυμεί την προσμέτρηση του χρόνου του. Δεν είναι δυνατή η προσμέτρηση μόνο μέρους τους χρόνου που διανύθηκε στην ασφάλιση του κάθε φορέα, τομέα, κλάδου και λογαριασμού.
4. Στις περιπτώσεις που έχει διανυθεί παράλληλος χρόνος ασφάλισης σε περισσότερους του ενός ενταχθέντες στον Ε.Φ.Κ.Α φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς έως 31.12.2016, ο ασφαλισμένος δύναται να επιλέξει τον χρόνο ασφάλισης που επιθυμεί να συνυπολογίσει σύμφωνα με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης.
5. Στα πρόσωπα που θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα λόγω γήρατος με 15 τουλάχιστον έτη ασφάλισης στο 67ο έτος της ηλικίας, με συνυπολογισμό διαδοχικού χρόνου ασφάλισης, χορηγείται σύνταξη από την Υπηρεσία του Ε.Φ.Κ.Α του τελευταίου φορέα ή τομέα ή κλάδου ή λογαριασμού στον οποίο υπαγόταν ο ασφαλισμένος, χωρίς να εξετάζεται η πλήρωση των προϋποθέσεων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. 6. Για τα πρόσωπα που προσλήφθηκαν για πρώτη φορά στο Δημόσιο πριν την 1.1.1983 και έχουν πραγματοποιήσει χρόνο ασφάλισης σε περισσότερους από έναν φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς που εντάχθηκαν στον Ε.Φ.Κ.Α., ισχύουν τα εξής: α. Για αιτήσεις συνταξιοδότησης που έχουν υποβληθεί έως την 13.05.2016, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 1 έως 6 του ν. 1405/1983 (Α΄ 180), όπως ισχύουν. β. Από 13.05.2016 εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 1 έως 6 του ν. 1405/1983, μόνο για τα πρόσωπα για τα οποία δεν έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές για κύρια σύνταξη στο Δημόσιο. γ. Για χρόνο ασφάλισης, για τον οποίο έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές, εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος άρθρου περί συνυπολογισμού διαδοχικού χρόνου ασφάλισης και δεν απαιτείται αναγνώριση του χρόνου αυτού, εφόσον υποβληθεί η αίτηση συνταξιοδότησης μετά τις 13.5.2016. Το ίδιο ισχύει και για τις εκκρεμείς αιτήσεις αναγνώρισης κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του ν. 4387/2016, σε οποιοδήποτε στάδιο έκδοσης της σχετικής πράξης αναγνώρισης, εφόσον υποβληθεί αίτηση συνταξιοδότησης μετά την 13.05.2016.
Πράξεις αναγνώρισης που έχουν εκδοθεί προ της 13.05.2016 και αφορούν χρόνο για τον οποίο είχαν καταβληθεί εισφορές, για πρόσωπα που υποβάλουν αίτηση συνταξιοδότησης μετά την 13.05.2016, παραμένουν ισχυρές, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007 (Α΄ 210), όπως ισχύουν.
7. Για τους φορείς, τομείς, κλάδους ή λογαριασμούς που χορηγούν εφάπαξ παροχές που εντάχθηκαν στον Κλάδο εφάπαξ παροχών του ΕΤΕΑΕΠ υποβάλλεται μία αίτηση χορήγησης εφάπαξ παροχής στην αρμόδια Υπηρεσία του ΕΤΕΑΕΠ στην οποία υπάγεται ο ασφαλισμένος, πριν τη διακοπή της ασφάλισης ή την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, κατά την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου. Η αρμόδια Υπηρεσία του ΕΤΕΑΕΠ εξετάζει την αίτηση για το σύνολο του χρόνου που έχει διανυθεί σε όλους τους ενταχθέντες Φορείς/Τομείς/Κλάδους/Λογαριασμούς, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 35 του ν. 4387/2016, όπως ισχύει. 50
Αιτήσεις χορήγησης εφάπαξ παροχής που έχουν υποβληθεί πριν την έναρξη λειτουργίας του ΕΤΕΑΕΠ εξετάζονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4387/2016 από την αρμόδια Υπηρεσία του ΕΤΕΑΕΠ. 8. Εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 11 του ν.δ. 4202/1961, όπως ισχύουν περί επίλυσης αμφισβητήσεων. Ειδικότερα η επίλυση αμφισβητήσεων που αφορούν συντάξεις υπαλλήλων λειτουργών του Δημοσίου, καθώς και στρατιωτικών εξακολουθεί να υπάγεται στην αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
9. Τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο ισχύουν για όλα τα πρόσωπα ανεξαρτήτως χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση και ανεξαρτήτως χρόνου που υπήχθησαν διαδοχικά για πρώτη φορά στην ασφάλιση οποιουδήποτε φορέα.
10.α. Αιτήσεις συνταξιοδότησης που έχουν υποβληθεί πριν από την 13.05.2016, εξετάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 4202/1961 (Α΄ 175), όπως ίσχυαν πριν την τροποποίησή τους με τον ν. 4387/2016. β. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται για αιτήσεις συνταξιοδότησης που υποβάλλονται από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και εφεξής καθώς και για όσες εκκρεμούν σε οποιοδήποτε στάδιο της διοικητικής διαδικασίας, των οποίων τα οικονομικά αποτελέσματα ανατρέχουν στην ημερομηνία της αρχικής αίτησης συνταξιοδότησης. Οι αιτήσεις, οι οποίες έχουν απορριφθεί επανεξετάζονται κατόπιν όχλησης του ασφαλισμένου, με έναρξη των οικονομικών αποτελεσμάτων από την έναρξη ισχύος του νόμου.
11. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και στο Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.»
Απασχόληση συνταξιούχων
Στους εξ ιδίου δικαιώματος συνταξιούχους του Ε.Φ.Κ.Α., οι οποίοι έχουν ήδη αναλάβει η αναλαμβάνουν από της δημοσιεύσεως του νόμου εργασία ή αποκτούν ιδιότητα ή δραστηριότητα υποχρεωτικώς υπακτέα στην ασφάλιση του Ε.Φ.Κ.Α., οι ακαθάριστες συντάξεις κύριες, επικουρικές και προσυνταξιοδοτικές παροχές καταβάλλονται μειωμένες σε ποσοστό 30% για όσο χρονικό διάστημα απασχολούνται ή διατηρούν την ιδιότητα ή την δραστηριότητα.
Ειδικότερα για συνταξιούχους οι οποίοι έχουν ήδη αναλάβει ή αναλαμβάνουν από της δημοσιεύσεως του νόμου εργασία ή αποκτούν ιδιότητα ή δραστηριότητα σε φορείς της Γενικής Κυβέρνησης υποχρεωτικώς υπακτέα στην ασφάλιση του Ε.Φ.Κ.Α. αναστέλλεται πλήρως η καταβολή των κύριων , επικουρικών συντάξεων και των προσυνταξιοδοτικών παροχών εφόσον δεν έχουν συμπληρώσει το 62ο έτος της ηλικίας.
2. Για τους συνταξιούχους λόγω αναπηρίας εφαρμόζονται οι διατάξεις των εντασσομένων στον ΕΦΚΑ φορέων. 3. α. Για το χρονικό διάστημα απασχόλησης του συνταξιούχου καταβάλλονται για τον μισθωτό συνταξιούχο και τον αυτοτελώς απασχολούμενο ή ελεύθερο επαγγελματία ή υπαγόμενο στη ασφάλιση του ΟΓΑ, με την επιφύλαξη της παραγράφου 4.α., οι προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές του άρθρου 38 ή άρθρου 39 ή 40 αντιστοίχως. β. Οι συνταξιούχοι πρώην φορέων κύριας ασφάλισης ή του Δημοσίου που είχαν αναλάβει ή αναλαμβάνουν δραστηριότητα για την οποία υπάγονται στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ καταβάλλουν την ασφαλιστική εισφορά του άρθρου 40. 4. Εξαιρούνται των ανωτέρω ρυθμίσεων: α. Οι συνταξιούχοι του ΟΓΑ εφόσον συνεχίζουν την απασχόλησή τους στον αγροτικό τομέα ως αγρότες μελισσοκόμοι, κτηνοτρόφοι –πτηνοτρόφοι και αλιείς.
δ. Ο συνταξιούχος που αναλαμβάνει μισθωτή εργασία ή αυταπασχολείται δύναται να αξιοποιήσει το χρόνο της ασφάλισής του. Για το χρονικό διάστημα της απασχόλησης του συνταξιούχου δύναται κατόπιν αιτήσεώς του να χορηγείται για την κύρια σύνταξη ποσό, που προκύπτει με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης και τις συντάξιμες αποδοχές του άρθρου 8 και 28 και μόνο για το χρονικό διάστημα της απασχόλησης ως συνταξιούχου. Για την επικουρική σύνταξη χορηγείται ποσό που προκύπτει με βάση τον υπολογισμό της επικουρικής σύνταξης και μόνο για το χρονικό διάστημα της απασχόλησης μετά τη συνταξιοδότηση, σύμφωνα με το άρθρο 96. 6. Για τους απασχολούμενους συνταξιούχους κατά την 12.5.2016, οι οποίοι συνέχισαν απασχολούμενοι χωρίς διακοπή και μετά την έναρξη ισχύος του ν.4387/2016 όλος ο χρόνος εργασίας ή αυτοαπασχόληση ή μέρος αυτού αξιοποιείται σύμφωνα με τα ανωτέρω, εφόσον από τις προϊσχύουσες διατάξεις προβλέπονταν αξιοποίηση του χρόνου απασχόλησης 7. Οι συνταξιούχοι της παραγράφου 1 υποχρεούνται πριν αναλάβουν εργασία ή αυτοαπασχοληθούν να δηλώσουν τούτο στον φορέα κύριας ασφάλισης του Ε.Φ.Κ.Α., καθώς και στο ΕΤΕΑΕΠ. Παράλειψη της δήλωσης συνεπάγεται καταλογισμό σε βάρος του συνταξιούχου ποσού ίσου με το ύψος δέκα (10) μηνιαίων συντάξεων. Το ποσό της οφειλής δύναται να αποπληρωθεί με παρακράτηση έως του ποσού του 1/4 από τη κύρια σύνταξη και για την επικουρική σύμφωνα με το άρθρο 46 του παρόντος νόμου. Άλλως εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ) (ν.δ/γμα 356/1979 Α90). 8.Κάθε αντίθετη διάταξη καταργείται.» 52
Ανταποδοτική σύνταξη
Στις περιπτώσεις συνταξιοδότησης, για όσα από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις του Ν. 612/1977 είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές και ισχύουν κάθε φορά είτε με βάση τις διατάξεις του Ν. 2084/1992, ως συντάξιμες αποδοχές, επί των οποίων θα υπολογιστεί το ποσοστό αναπλήρωσης των 35 ετών, λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου κατά τη διάρκεια ασφάλισής του. Για τους ασφαλισμένους για τους οποίους, από την 1.1.2017, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 38, καταβάλλεται ασφαλιστική εισφορά εργοδότη και ασφαλισμένου, αλλά έως την 31.12.2016 κατέβαλλαν ασφαλιστική εισφορά επί ασφαλιστικών κατηγοριών, ως συντάξιμες αποδοχές για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης ορίζεται το ποσό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς που έχει καταβληθεί δια του συντελεστή 0,20 . 6. Για τον χρόνο ασφάλισης που αναγνωρίζεται πλασματικά ύστερα από εξαγορά ,ως συντάξιμες αποδοχές ορίζονται: α. Για τους μισθωτούς οι μηνιαίες αποδοχές επί των οποίων καταβλήθηκαν οι εισφορές εξαγοράς του αναγνωριζόμενου χρόνου, β. Για τους αυτοαπασχολούμενους, τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους ασφαλισμένους του πρώην ΟΓΑ το ποσό, που αντιστοιχεί στο ποσό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς που έχει καταβληθεί για την αναγνώριση των πλασματικών χρόνων δια του συντελεστή 0,20 . Οι πλασματικοί χρόνοι που αναγνωρίστηκαν χωρίς εξαγορά δεν συνυπολογίζονται για τον υπολογισμό του ποσού της ανταποδοτικής σύνταξης. 7. Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης ως συντάξιμες αποδοχές λαμβάνονται υπόψη οι υπολογιζόμενες σύμφωνα με τις ειδικότερες προβλέψεις του παρόντος άρθρου - από το έτος 2002 και έως την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης . Αν δεν προκύπτει χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ασφάλισης ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος), τουλάχιστον πέντε (5) ετών από την 1.1.2002 και έως την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης, τότε για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών αναζητείται χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος) και κατά το πριν την 1.1.2002 χρονικό διάστημα και μέχρι τη συμπλήρωση έως πέντε (5) ετών ασφάλισης. Για αιτήσεις συνταξιοδότησης με έναρξη καταβολής της σύνταξης από 1.1.2021, αν δεν προκύπτει χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ασφάλισης ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος), τουλάχιστον δέκα (10) ετών από την 1.1.2002 έως την έναρξη της συνταξιοδότησης, τότε για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών αναζητείται χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος) και κατά το πριν την 1.1.2002 χρονικό διάστημα και μέχρι τη συμπλήρωση έως δέκα (10) ετών ασφάλισης. 54
8. Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού τμήματος της σύνταξης των ασφαλισμένων του πρώην ΟΓΑ για χρόνο ασφάλισης διανυθέντα πριν από τη σύσταση του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών, ως μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές προκειμένου για το χρονικό διάστημα μέχρι την έναρξη ισχύος του ν.2458/1997 ορίζεται το 70% του προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού . 9. Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού τμήματος της σύνταξης/χορηγίας των προσώπων που είχαν διατελέσει Δήμαρχοι, Πρόεδροι Κοινότητας ή Νομάρχες προ του 2002, ως συντάξιμες αποδοχές λαμβάνονται υπόψη τα έξοδα παράστασης του τελευταίου έτους πριν από τη λήξη της θητείας τους.
Στις περιπτώσεις που είχε ήδη εκδοθεί συνταξιοδοτική απόφαση σύμφωνα με τις διατάξεις που ίσχυαν μέχρι 31.12.2014, αλλά δεν καταβάλλεται η σύνταξη/χορηγία διότι δεν έχει συμπληρωθεί το ισχύον κατά περίπτωση ηλικιακό όριο, οι συντάξεις αυτές υπολογίζονται εκ νέου σύμφωνα με την παρ.1β του άρθρου 6 του ν.4387/2016. Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης, ως συντάξιμες απoδοχές λαμβάνονται υπόψη τα έξοδα παράστασης που ορίζονται στην πράξη αυτή. Σε κάθε περίπτωση προσκόμισης στοιχείων βάσει των οποίων οι συντάξιμες αποδοχές διαμορφώνονται αποδεδειγμένα υψηλότερες λαμβάνονται υπόψη αυτές για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης. 10. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της ε΄ περίπτωσης της παραγράφου 4 του άρθρου 37 του ν. 3996/2011 προστίθενται εδάφια ως εξής:«Στην περίπτωση αυτή ο γονέας, ο σύζυγος ή ο αδελφός του αναπήρου, εφόσον πληροί τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης λόγω γήρατος, δύναται να υποβάλλει νέα αίτηση συνταξιοδότησης. Το δικαίωμα συνταξιοδότησης κρίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν κατά το χρόνο υποβολής της νέας αίτησης.»
Αναπροσαρμογή συντάξεων - προστασία καταβαλλόμενων συντάξεων
Οι ήδη καταβαλλόμενες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, κύριες συντάξεις, πλην όσων χορηγούνται από τον ΟΓΑ, αναπροσαρμόζονται, σύμφωνα με την ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 14, σε συνδυασμό με τα άρθρα 7, 8, 27, 28, 30 και 12, βάσει των ειδικότερων ρυθμίσεων της επόμενης παραγράφου. 2. Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους των καταβαλλόμενων, έως την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου αυτού, συντάξεων, ως συντάξιμες αποδοχές λαμβάνεται υπόψη ο συντάξιμος μισθός επί του οποίου υπολογίστηκε η ήδη χορηγηθείσα σύνταξη. Αν ο συντάξιμος μισθός συνδέεται με ασφαλιστικές κατηγορίες ή ασφαλιστικές κλάσεις ή με τεκμαρτά ποσά, αυτός υπολογίζεται αφού ληφθεί υπόψη η τρέχουσα τιμή τους κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος. Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση ο συντάξιμος μισθός υπολογίζεται σε τρέχουσες τιμές με τη χρήση των ποσοστών αναπροσαρμογής των συντάξεων όλων των ετών που έχουν μεσολαβήσει από την ημερομηνία συνταξιοδότησης ως την έναρξη ισχύος του παρόντος. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζεται κάθε αναγκαίο θέμα εφαρμογής της διάταξης αυτής. 3. α. Από 1.10.2019 οι συντάξεις πλην όσων χορηγούνται από τον ΟΓΑ , που έχουν απονεμηθεί ή εκκρεμεί η απονομή τους σύμφωνα με τις διατάξεις μετά την έναρξη ισχύος του Ν.4387/2016, υπολογίζονται εκ νέου σύμφωνα με τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 2 της παραγράφου 5 του άρθρου 8. Από 1.10.2019, καταβάλλονται τυχόν προκύπτουσες αυξήσεις στη σύνταξη. Αν το ποσό των συντάξεων αυτών όπως επανυπολογίζεται είναι μικρότερο εκείνου που προκύπτει από τον υπολογισμό τους σύμφωνα με τον πίνακα 1 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, το ποσόν της διαφοράς που προκύπτει εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά. β.i Οι κύριες συντάξεις πλην όσων χορηγούνται από τον ΟΓΑ, που έχουν απονεμηθεί ή εκκρεμεί η απονομή τους σύμφωνα με τις διατάξεις πριν την έναρξη ισχύος του Ν.4387/2016 και έχουν επανυπολογισθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου υπολογίζονται εκ νέου από 1.10.2019 σύμφωνα με τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 2.
Από 1.10.2019 αν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων σύμφωνα με τις διατάξεις πριν την έναρξη ισχύος του Ν.4387/2016, είναι μεγαλύτερο εκείνου που προκύπτει από τον υπολογισμό τους σύμφωνα με τον πίνακα 2 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, το επιπλέον ποσό εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά, συμψηφιζόμενο κατ` έτος και μέχρι την πλήρη εξάλειψή του, με την εκάστοτε αναπροσαρμογή των συντάξεων, όπως αυτή προκύπτει κατ` εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 4α του άρθρου 8. Στην περίπτωση που η προσωπική διαφορά που προκύπτει είναι μεγαλύτερη από την προσωπική διαφορά που προέκυπτε από τον επανυπολογισμό της σύνταξης με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 1 της παραγράφου 5 του 56
άρθρου 8, ο συμψηφισμός ολοκληρώνεται έως το ύψος της προσωπικής διαφοράς που προκύπτει με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 1 της παραγράφου 5 του άρθρου 8 και το υπόλοιπο ποσόν εξακολουθεί να καταβάλλεται στο δικαιούχο ως υπερβάλλουσα διαφορά. β.ii Από 1.10.2019 αν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων σύμφωνα με τις διατάξεις πριν την έναρξη ισχύος του Ν.4387/2016 είναι μικρότερο από αυτό που προκύπτει από τον υπολογισμό τους σύμφωνα με τον πίνακα 2 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, τότε συνεχίζει να καταβάλλεται η προσωπική διαφορά με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 1 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, και το ποσόν των συντάξεων προσαυξάνεται κατά το ένα πέμπτο της τυχόν πρόσθετης διαφοράς που προκύπτει, για την περίοδο από 1η Οκτωβρίου 2019 έως 31η Δεκεμβρίου 2020 και σταδιακά ισόποσα κατ έτος έως την 31η Δεκεμβρίου 2024. Στην περίπτωση που η προσωπική διαφορά που προκύπτει είναι μικρότερη από την προσωπική διαφορά που προέκυπτε από τον επανυπολογισμό της σύνταξης με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 1 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, συνεχίζει να καταβάλλεται η προσωπική διαφορά που προκύπτει με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 1 της παραγράφου 5 του άρθρου 8 . 4. Ειδικά για τις περιπτώσεις του άρθρου 31, αν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων αυτών είναι μικρότερο εκείνου που προκύπτει από τον επανυπολογισμό τους, τότε αυτό προσαυξάνεται κατά το ποσό της διαφοράς και καταβάλλεται, κατά παρέκκλιση της περίπτωσης γ` της παραγράφου 2 του άρθρου 14, εξ ολοκλήρου στους δικαιούχους.»
Διαβάστε εδώ τι εισφορές θα ισχύσουν για αυτοαπασχολούμενους και αγρότες
www.bankingnews.gr
Μέσα σε δύο μήνες από την ψήφιση του νόμου, δηλαδή περίπου μέχρι τα μέσα Απριλίου, πρέπει ελεύθεροι επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενοι και αγρότες να επιλέξουν την ασφαλιστική κατηγορία (μια από τις έξι που θεσπίζονται) στην οποία επιθυμούν να υπαχθούν για το 2020.
Όσοι δεν επιλέξουν με αίτησή τους την ένταξή τους σε κάποια κατηγορία θα ενταχθούν υποχρεωτικά στην πρώτη και κατώτατη.
Αναπροσαρμογή συντάξεων- προστασία καταβαλλόμενων συντάξεων
Οι ήδη καταβαλλόμενες κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, κύριες συντάξεις αναπροσαρμόζονται. β. Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους των καταβαλλόμενων συντάξεων, για τον προσδιορισμό των συντάξιμων αποδοχών λαμβάνεται υπόψη ο συντάξιμος μισθός επί του οποίου κανονίστηκε η ήδη χορηγηθείσα σύνταξη, όπως αυτός είχε διαμορφωθεί πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος, με βάση τους κανόνες αναπροσαρμογής των συντάξιμων αποδοχών του Δημοσίου, που ίσχυαν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζεται κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή της διάταξης αυτής.
Μέχρι την 31.12.2018, οι συντάξεις της προηγούμενης παραγράφου συνεχίζουν να καταβάλλονται στο ύψος που είχαν διαμορφωθεί κατά την 31.12.2014, σύμφωνα με τις τότε ισχύουσες διατάξεις.
β. Από 1.1.2019, αν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων αυτών είναι μεγαλύτερο εκείνου που προκύπτει από τον υπολογισμό τους σύμφωνα με την παράγραφο 1, το επιπλέον ποσό εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο, συμψηφιζόμενο κατ` έτος και μέχρι την πλήρη εξάλειψή του, με την εκάστοτε αναπροσαρμογή των συντάξεων.
γ. Αν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων είναι μικρότερο από αυτό που προκύπτει από τον υπολογισμό τους βάσει της παραγράφου 1, τότε αυτό προσαυξάνεται, από την 1.1.2019, κατά 1/5 της διαφοράς σταδιακά και ισόποσα εντός πέντε (5) ετών.
α. Από 1.10.2019 οι συντάξεις που έχουν απονεμηθεί ή εκκρεμεί η απονομή τους σύμφωνα με τις διατάξεις μετά την έναρξη ισχύος του Ν.4387/2016, υπολογίζονται εκ νέου.
Από 1.10.2019, καταβάλλονται τυχόν προκύπτουσες αυξήσεις στη σύνταξη. Αν το ποσό των συντάξεων αυτών όπως επανυπολογίζεται είναι μικρότερο εκείνου που προκύπτει από τον υπολογισμό τους σύμφωνα με τον πίνακα 1 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, το ποσόν της διαφοράς που προκύπτει εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά.
β.i Από 1.10.2019 αν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων σύμφωνα με τις διατάξεις πριν την έναρξη ισχύος του Ν.4387/2016 είναι μεγαλύτερο εκείνου που προκύπτει από τον υπολογισμό τους σύμφωνα με τον πίνακα 2 το επιπλέον ποσό εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά, συμψηφιζόμενο κατ` έτος και μέχρι την πλήρη εξάλειψή του, με την εκάστοτε αναπροσαρμογή των συντάξεων, όπως αυτή προκύπτει κατ` εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 4α του παρόντος άρθρου. Στην περίπτωση που η προσωπική διαφορά που προκύπτει είναι μεγαλύτερη από την προσωπική διαφορά που προέκυπτε από τον επανυπολογισμό της σύνταξης με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης ο συμψηφισμός ολοκληρώνεται έως το ύψος της προσωπικής διαφοράς που προκύπτει με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης και το υπόλοιπο ποσόν εξακολουθεί να καταβάλλεται στο δικαιούχο ως υπερβάλλουσα διαφορά.
β.ii Από 1.10.2019 αν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων σύμφωνα με τις διατάξεις πριν την έναρξη ισχύος του Ν.4387/2016 είναι μικρότερο από αυτό που προκύπτει από τον υπολογισμό τους, τότε συνεχίζει να καταβάλλεται η προσωπική διαφορά και το ποσόν των συντάξεων προσαυξάνεται κατά το ένα πέμπτο της τυχόν πρόσθετης διαφοράς που προκύπτει, για την περίοδο από 1η Οκτωβρίου 2019 έως 31η Δεκεμβρίου 2020 και σταδιακά ισόποσα κατ έτος έως την 31η Δεκεμβρίου 2024. Στην περίπτωση που η προσωπική διαφορά που προκύπτει είναι μικρότερη από την προσωπική διαφορά που προέκυπτε από τον επανυπολογισμό της σύνταξης με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης
συνεχίζει να καταβάλλεται η προσωπική διαφορά.
γ. Τα στοιχεία που προκύπτουν από τις περιπτώσεις α΄ και β` αποτυπώνονται από την 1.1.2020 για κάθε ασφαλισμένο στο οικείο πληροφοριακό σύστημα.
4. α. Το συνολικό ποσό της σύνταξης αυξάνεται από την 1.1.2023 κατ΄ έτος, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας με βάση συντελεστή που προκύπτει από το άθροισμα του ετήσιου ποσοστού μεταβολής του ΑΕΠ συν το ποσοστό μεταβολής του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή του προηγούμενου έτους διαιρούμενου δια του δύο (2) και δεν υπερβαίνει το ποσοστό μεταβολής του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή.
Από την 1.1.2017 και ανά τριετία, η Εθνική Αναλογιστική Αρχή εκπονεί υποχρεωτικά αναλογιστικές μελέτες, οι οποίες επικυρώνονται από την Επιτροπή Οικονομικής Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με αντικείμενο τη συνεχή παρακολούθηση της εξέλιξης της εθνικής συνταξιοδοτικής δαπάνης.
Διατάξεις περί διαδοχικής ασφάλισης
Η αίτηση συνταξιοδότησης που υποβάλλεται βάσει των διατάξεων της διαδοχικής ασφάλισης εξετάζεται από την αρμόδια Υπηρεσία του φορέα ή τομέα ή κλάδου ή λογαριασμού, στην οποία ασφαλισμένοι υπάγονταν, λόγω ιδιότητας ή απασχόλησης, κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης, σύμφωνα με τη νομοθεσία του τελευταίου αυτού φορέα. Η διαδικασία εύρεσης των συνταξιοδοτικών προϋποθέσεων με τις οποίες θεμελιώνεται συνταξιοδοτικό δικαίωμα καθορίζεται ως ακολούθως: Τα πρόσωπα, τα οποία ασφαλίστηκαν διαδοχικά σε περισσότερους από έναν ενταχθέντες στον Ε.Φ.Κ.Α ασφαλιστικούς οργανισμούς, δικαιούνται σύνταξη με τις προϋποθέσεις του ενταχθέντα φορέα ή τομέα ή κλάδου ή λογαριασμού που υπάγονταν κατά το χρόνο άσκησης της τελευταίας δραστηριότητας ή απασχόλησης, εφόσον πραγματοποίησαν στην ασφάλισή του: α) 1000 ημέρες ασφάλισης συνολικά από τις οποίες 300 ημέρες την τελευταία πενταετία πριν την υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης ή πριν τη διακοπή της ασφάλισης για την κρίση του δικαιώματος σε σύνταξη λόγω γήρατος. αβ) 600 ημέρες ασφάλισης οποτεδήποτε πριν τη διακοπή της δραστηριότητας ή απασχόλησης ή την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης ή την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου για τις συντάξεις λόγω αναπηρίας ή θανάτου.
β. Σε περίπτωση που δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της περίπτωσης 1α ή σε περίπτωση που πληρούνται, αλλά δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης του φορέα ή τομέα ή κλάδου ή λογαριασμού που υπάγονταν κατά το χρόνο άσκησης της τελευταίας δραστηριότητας ή απασχόλησης, δικαιούνται σύνταξη με τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης της δραστηριότητας στην οποία πραγματοποίησαν τις περισσότερες ημέρες ασφάλισης, στην οποία δεν περιλαμβάνεται η τελευταία, εφόσον: βα) έχουν συμπληρώσει το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης λόγω γήρατος ή είναι ανάπηρα με το ποσοστό αναπηρίας που προβλέπεται από τη νομοθεσία του φορέα που υπάγονταν κατά το χρόνο άσκησης της τελευταίας δραστηριότητας ή απασχόλησης και ββ) πληρούνται οι προϋποθέσεις για συνταξιοδότηση που προβλέπει η νομοθεσία του φορέα της δραστηριότητας που διένυσαν τον περισσότερο χρόνο ασφάλισης. γ. Σε περίπτωση που ανωτέρω πρόσωπα δεν συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης που προβλέπει η νομοθεσία του φορέα της δραστηριότητας ή απασχόλησης στην οποία πραγματοποίησαν τις περισσότερες ημέρες ασφάλισης, σύμφωνα με την περίπτωση 1β τότε το συνταξιοδοτικό δικαίωμα κρίνεται με τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης του φορέα της δραστηριότητας ή απασχόλησης κατά φθίνουσα σειρά αριθμού ημερών ασφάλισης. δ. Σε περίπτωση που δεν συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης που προβλέπει η νομοθεσία κάποιου από τους ενταχθέντες, πλην του τελευταίου, στον Ε.Φ.Κ.Α. φορέα ή τομέα ή κλάδου ή λογαριασμού, στους οποίους ασφαλίσθηκαν, τότε η αίτηση συνταξιοδότησης απορρίπτεται.
2. Το ποσό της σύνταξης υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 7, 8 και 28 του ν. 4387/2016, όπως ισχύουν με βάση το συνολικό χρόνο που διανύθηκε στην ασφάλιση όλων των ενταχθέντων στον Ε.Φ.Κ.Α. φορέων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών. Ο παράλληλος χρόνος ασφάλισης έως 31.12.2016 σε περισσότερους του ενός φορείς.
3. Ο ασφαλισμένος δύναται να επιλέξει τον συνυπολογισμό του χρόνου διαδοχικής ασφάλισης στους ενταχθέντες στον Ε.Φ.Κ.Α φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς, υπό την προϋπόθεση ότι μετά την ένταξη τους στον Ε.ΦΚ.Α., δεν συνεχίζει να ασφαλίζεται για δραστηριότητα ή απασχόληση που υπάγεται στην ασφάλιση του αντίστοιχου φορέα, τομέα, κλάδου και λογαριασμού που δεν επιθυμεί την προσμέτρηση του χρόνου του. Δεν είναι δυνατή η προσμέτρηση μόνο μέρους τους χρόνου που διανύθηκε στην ασφάλιση του κάθε φορέα, τομέα, κλάδου και λογαριασμού.
4. Στις περιπτώσεις που έχει διανυθεί παράλληλος χρόνος ασφάλισης σε περισσότερους του ενός ενταχθέντες στον Ε.Φ.Κ.Α φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς έως 31.12.2016, ο ασφαλισμένος δύναται να επιλέξει τον χρόνο ασφάλισης που επιθυμεί να συνυπολογίσει σύμφωνα με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης.
5. Στα πρόσωπα που θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα λόγω γήρατος με 15 τουλάχιστον έτη ασφάλισης στο 67ο έτος της ηλικίας, με συνυπολογισμό διαδοχικού χρόνου ασφάλισης, χορηγείται σύνταξη από την Υπηρεσία του Ε.Φ.Κ.Α του τελευταίου φορέα ή τομέα ή κλάδου ή λογαριασμού στον οποίο υπαγόταν ο ασφαλισμένος, χωρίς να εξετάζεται η πλήρωση των προϋποθέσεων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. 6. Για τα πρόσωπα που προσλήφθηκαν για πρώτη φορά στο Δημόσιο πριν την 1.1.1983 και έχουν πραγματοποιήσει χρόνο ασφάλισης σε περισσότερους από έναν φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς που εντάχθηκαν στον Ε.Φ.Κ.Α., ισχύουν τα εξής: α. Για αιτήσεις συνταξιοδότησης που έχουν υποβληθεί έως την 13.05.2016, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 1 έως 6 του ν. 1405/1983 (Α΄ 180), όπως ισχύουν. β. Από 13.05.2016 εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 1 έως 6 του ν. 1405/1983, μόνο για τα πρόσωπα για τα οποία δεν έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές για κύρια σύνταξη στο Δημόσιο. γ. Για χρόνο ασφάλισης, για τον οποίο έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές, εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος άρθρου περί συνυπολογισμού διαδοχικού χρόνου ασφάλισης και δεν απαιτείται αναγνώριση του χρόνου αυτού, εφόσον υποβληθεί η αίτηση συνταξιοδότησης μετά τις 13.5.2016. Το ίδιο ισχύει και για τις εκκρεμείς αιτήσεις αναγνώρισης κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του ν. 4387/2016, σε οποιοδήποτε στάδιο έκδοσης της σχετικής πράξης αναγνώρισης, εφόσον υποβληθεί αίτηση συνταξιοδότησης μετά την 13.05.2016.
Πράξεις αναγνώρισης που έχουν εκδοθεί προ της 13.05.2016 και αφορούν χρόνο για τον οποίο είχαν καταβληθεί εισφορές, για πρόσωπα που υποβάλουν αίτηση συνταξιοδότησης μετά την 13.05.2016, παραμένουν ισχυρές, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007 (Α΄ 210), όπως ισχύουν.
7. Για τους φορείς, τομείς, κλάδους ή λογαριασμούς που χορηγούν εφάπαξ παροχές που εντάχθηκαν στον Κλάδο εφάπαξ παροχών του ΕΤΕΑΕΠ υποβάλλεται μία αίτηση χορήγησης εφάπαξ παροχής στην αρμόδια Υπηρεσία του ΕΤΕΑΕΠ στην οποία υπάγεται ο ασφαλισμένος, πριν τη διακοπή της ασφάλισης ή την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, κατά την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου. Η αρμόδια Υπηρεσία του ΕΤΕΑΕΠ εξετάζει την αίτηση για το σύνολο του χρόνου που έχει διανυθεί σε όλους τους ενταχθέντες Φορείς/Τομείς/Κλάδους/Λογαριασμούς, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 35 του ν. 4387/2016, όπως ισχύει. 50
Αιτήσεις χορήγησης εφάπαξ παροχής που έχουν υποβληθεί πριν την έναρξη λειτουργίας του ΕΤΕΑΕΠ εξετάζονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4387/2016 από την αρμόδια Υπηρεσία του ΕΤΕΑΕΠ. 8. Εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 11 του ν.δ. 4202/1961, όπως ισχύουν περί επίλυσης αμφισβητήσεων. Ειδικότερα η επίλυση αμφισβητήσεων που αφορούν συντάξεις υπαλλήλων λειτουργών του Δημοσίου, καθώς και στρατιωτικών εξακολουθεί να υπάγεται στην αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
9. Τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο ισχύουν για όλα τα πρόσωπα ανεξαρτήτως χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση και ανεξαρτήτως χρόνου που υπήχθησαν διαδοχικά για πρώτη φορά στην ασφάλιση οποιουδήποτε φορέα.
10.α. Αιτήσεις συνταξιοδότησης που έχουν υποβληθεί πριν από την 13.05.2016, εξετάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 4202/1961 (Α΄ 175), όπως ίσχυαν πριν την τροποποίησή τους με τον ν. 4387/2016. β. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται για αιτήσεις συνταξιοδότησης που υποβάλλονται από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και εφεξής καθώς και για όσες εκκρεμούν σε οποιοδήποτε στάδιο της διοικητικής διαδικασίας, των οποίων τα οικονομικά αποτελέσματα ανατρέχουν στην ημερομηνία της αρχικής αίτησης συνταξιοδότησης. Οι αιτήσεις, οι οποίες έχουν απορριφθεί επανεξετάζονται κατόπιν όχλησης του ασφαλισμένου, με έναρξη των οικονομικών αποτελεσμάτων από την έναρξη ισχύος του νόμου.
11. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και στο Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.»
Απασχόληση συνταξιούχων
Στους εξ ιδίου δικαιώματος συνταξιούχους του Ε.Φ.Κ.Α., οι οποίοι έχουν ήδη αναλάβει η αναλαμβάνουν από της δημοσιεύσεως του νόμου εργασία ή αποκτούν ιδιότητα ή δραστηριότητα υποχρεωτικώς υπακτέα στην ασφάλιση του Ε.Φ.Κ.Α., οι ακαθάριστες συντάξεις κύριες, επικουρικές και προσυνταξιοδοτικές παροχές καταβάλλονται μειωμένες σε ποσοστό 30% για όσο χρονικό διάστημα απασχολούνται ή διατηρούν την ιδιότητα ή την δραστηριότητα.
Ειδικότερα για συνταξιούχους οι οποίοι έχουν ήδη αναλάβει ή αναλαμβάνουν από της δημοσιεύσεως του νόμου εργασία ή αποκτούν ιδιότητα ή δραστηριότητα σε φορείς της Γενικής Κυβέρνησης υποχρεωτικώς υπακτέα στην ασφάλιση του Ε.Φ.Κ.Α. αναστέλλεται πλήρως η καταβολή των κύριων , επικουρικών συντάξεων και των προσυνταξιοδοτικών παροχών εφόσον δεν έχουν συμπληρώσει το 62ο έτος της ηλικίας.
2. Για τους συνταξιούχους λόγω αναπηρίας εφαρμόζονται οι διατάξεις των εντασσομένων στον ΕΦΚΑ φορέων. 3. α. Για το χρονικό διάστημα απασχόλησης του συνταξιούχου καταβάλλονται για τον μισθωτό συνταξιούχο και τον αυτοτελώς απασχολούμενο ή ελεύθερο επαγγελματία ή υπαγόμενο στη ασφάλιση του ΟΓΑ, με την επιφύλαξη της παραγράφου 4.α., οι προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές του άρθρου 38 ή άρθρου 39 ή 40 αντιστοίχως. β. Οι συνταξιούχοι πρώην φορέων κύριας ασφάλισης ή του Δημοσίου που είχαν αναλάβει ή αναλαμβάνουν δραστηριότητα για την οποία υπάγονται στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ καταβάλλουν την ασφαλιστική εισφορά του άρθρου 40. 4. Εξαιρούνται των ανωτέρω ρυθμίσεων: α. Οι συνταξιούχοι του ΟΓΑ εφόσον συνεχίζουν την απασχόλησή τους στον αγροτικό τομέα ως αγρότες μελισσοκόμοι, κτηνοτρόφοι –πτηνοτρόφοι και αλιείς.
δ. Ο συνταξιούχος που αναλαμβάνει μισθωτή εργασία ή αυταπασχολείται δύναται να αξιοποιήσει το χρόνο της ασφάλισής του. Για το χρονικό διάστημα της απασχόλησης του συνταξιούχου δύναται κατόπιν αιτήσεώς του να χορηγείται για την κύρια σύνταξη ποσό, που προκύπτει με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης και τις συντάξιμες αποδοχές του άρθρου 8 και 28 και μόνο για το χρονικό διάστημα της απασχόλησης ως συνταξιούχου. Για την επικουρική σύνταξη χορηγείται ποσό που προκύπτει με βάση τον υπολογισμό της επικουρικής σύνταξης και μόνο για το χρονικό διάστημα της απασχόλησης μετά τη συνταξιοδότηση, σύμφωνα με το άρθρο 96. 6. Για τους απασχολούμενους συνταξιούχους κατά την 12.5.2016, οι οποίοι συνέχισαν απασχολούμενοι χωρίς διακοπή και μετά την έναρξη ισχύος του ν.4387/2016 όλος ο χρόνος εργασίας ή αυτοαπασχόληση ή μέρος αυτού αξιοποιείται σύμφωνα με τα ανωτέρω, εφόσον από τις προϊσχύουσες διατάξεις προβλέπονταν αξιοποίηση του χρόνου απασχόλησης 7. Οι συνταξιούχοι της παραγράφου 1 υποχρεούνται πριν αναλάβουν εργασία ή αυτοαπασχοληθούν να δηλώσουν τούτο στον φορέα κύριας ασφάλισης του Ε.Φ.Κ.Α., καθώς και στο ΕΤΕΑΕΠ. Παράλειψη της δήλωσης συνεπάγεται καταλογισμό σε βάρος του συνταξιούχου ποσού ίσου με το ύψος δέκα (10) μηνιαίων συντάξεων. Το ποσό της οφειλής δύναται να αποπληρωθεί με παρακράτηση έως του ποσού του 1/4 από τη κύρια σύνταξη και για την επικουρική σύμφωνα με το άρθρο 46 του παρόντος νόμου. Άλλως εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ) (ν.δ/γμα 356/1979 Α90). 8.Κάθε αντίθετη διάταξη καταργείται.» 52
Ανταποδοτική σύνταξη
Στις περιπτώσεις συνταξιοδότησης, για όσα από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις του Ν. 612/1977 είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές και ισχύουν κάθε φορά είτε με βάση τις διατάξεις του Ν. 2084/1992, ως συντάξιμες αποδοχές, επί των οποίων θα υπολογιστεί το ποσοστό αναπλήρωσης των 35 ετών, λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου κατά τη διάρκεια ασφάλισής του. Για τους ασφαλισμένους για τους οποίους, από την 1.1.2017, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 38, καταβάλλεται ασφαλιστική εισφορά εργοδότη και ασφαλισμένου, αλλά έως την 31.12.2016 κατέβαλλαν ασφαλιστική εισφορά επί ασφαλιστικών κατηγοριών, ως συντάξιμες αποδοχές για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης ορίζεται το ποσό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς που έχει καταβληθεί δια του συντελεστή 0,20 . 6. Για τον χρόνο ασφάλισης που αναγνωρίζεται πλασματικά ύστερα από εξαγορά ,ως συντάξιμες αποδοχές ορίζονται: α. Για τους μισθωτούς οι μηνιαίες αποδοχές επί των οποίων καταβλήθηκαν οι εισφορές εξαγοράς του αναγνωριζόμενου χρόνου, β. Για τους αυτοαπασχολούμενους, τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους ασφαλισμένους του πρώην ΟΓΑ το ποσό, που αντιστοιχεί στο ποσό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς που έχει καταβληθεί για την αναγνώριση των πλασματικών χρόνων δια του συντελεστή 0,20 . Οι πλασματικοί χρόνοι που αναγνωρίστηκαν χωρίς εξαγορά δεν συνυπολογίζονται για τον υπολογισμό του ποσού της ανταποδοτικής σύνταξης. 7. Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης ως συντάξιμες αποδοχές λαμβάνονται υπόψη οι υπολογιζόμενες σύμφωνα με τις ειδικότερες προβλέψεις του παρόντος άρθρου - από το έτος 2002 και έως την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης . Αν δεν προκύπτει χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ασφάλισης ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος), τουλάχιστον πέντε (5) ετών από την 1.1.2002 και έως την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης, τότε για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών αναζητείται χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος) και κατά το πριν την 1.1.2002 χρονικό διάστημα και μέχρι τη συμπλήρωση έως πέντε (5) ετών ασφάλισης. Για αιτήσεις συνταξιοδότησης με έναρξη καταβολής της σύνταξης από 1.1.2021, αν δεν προκύπτει χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ασφάλισης ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος), τουλάχιστον δέκα (10) ετών από την 1.1.2002 έως την έναρξη της συνταξιοδότησης, τότε για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών αναζητείται χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος) και κατά το πριν την 1.1.2002 χρονικό διάστημα και μέχρι τη συμπλήρωση έως δέκα (10) ετών ασφάλισης. 54
8. Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού τμήματος της σύνταξης των ασφαλισμένων του πρώην ΟΓΑ για χρόνο ασφάλισης διανυθέντα πριν από τη σύσταση του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών, ως μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές προκειμένου για το χρονικό διάστημα μέχρι την έναρξη ισχύος του ν.2458/1997 ορίζεται το 70% του προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού . 9. Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού τμήματος της σύνταξης/χορηγίας των προσώπων που είχαν διατελέσει Δήμαρχοι, Πρόεδροι Κοινότητας ή Νομάρχες προ του 2002, ως συντάξιμες αποδοχές λαμβάνονται υπόψη τα έξοδα παράστασης του τελευταίου έτους πριν από τη λήξη της θητείας τους.
Στις περιπτώσεις που είχε ήδη εκδοθεί συνταξιοδοτική απόφαση σύμφωνα με τις διατάξεις που ίσχυαν μέχρι 31.12.2014, αλλά δεν καταβάλλεται η σύνταξη/χορηγία διότι δεν έχει συμπληρωθεί το ισχύον κατά περίπτωση ηλικιακό όριο, οι συντάξεις αυτές υπολογίζονται εκ νέου σύμφωνα με την παρ.1β του άρθρου 6 του ν.4387/2016. Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης, ως συντάξιμες απoδοχές λαμβάνονται υπόψη τα έξοδα παράστασης που ορίζονται στην πράξη αυτή. Σε κάθε περίπτωση προσκόμισης στοιχείων βάσει των οποίων οι συντάξιμες αποδοχές διαμορφώνονται αποδεδειγμένα υψηλότερες λαμβάνονται υπόψη αυτές για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης. 10. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της ε΄ περίπτωσης της παραγράφου 4 του άρθρου 37 του ν. 3996/2011 προστίθενται εδάφια ως εξής:«Στην περίπτωση αυτή ο γονέας, ο σύζυγος ή ο αδελφός του αναπήρου, εφόσον πληροί τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης λόγω γήρατος, δύναται να υποβάλλει νέα αίτηση συνταξιοδότησης. Το δικαίωμα συνταξιοδότησης κρίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν κατά το χρόνο υποβολής της νέας αίτησης.»
Αναπροσαρμογή συντάξεων - προστασία καταβαλλόμενων συντάξεων
Οι ήδη καταβαλλόμενες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, κύριες συντάξεις, πλην όσων χορηγούνται από τον ΟΓΑ, αναπροσαρμόζονται, σύμφωνα με την ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 14, σε συνδυασμό με τα άρθρα 7, 8, 27, 28, 30 και 12, βάσει των ειδικότερων ρυθμίσεων της επόμενης παραγράφου. 2. Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους των καταβαλλόμενων, έως την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου αυτού, συντάξεων, ως συντάξιμες αποδοχές λαμβάνεται υπόψη ο συντάξιμος μισθός επί του οποίου υπολογίστηκε η ήδη χορηγηθείσα σύνταξη. Αν ο συντάξιμος μισθός συνδέεται με ασφαλιστικές κατηγορίες ή ασφαλιστικές κλάσεις ή με τεκμαρτά ποσά, αυτός υπολογίζεται αφού ληφθεί υπόψη η τρέχουσα τιμή τους κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος. Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση ο συντάξιμος μισθός υπολογίζεται σε τρέχουσες τιμές με τη χρήση των ποσοστών αναπροσαρμογής των συντάξεων όλων των ετών που έχουν μεσολαβήσει από την ημερομηνία συνταξιοδότησης ως την έναρξη ισχύος του παρόντος. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζεται κάθε αναγκαίο θέμα εφαρμογής της διάταξης αυτής. 3. α. Από 1.10.2019 οι συντάξεις πλην όσων χορηγούνται από τον ΟΓΑ , που έχουν απονεμηθεί ή εκκρεμεί η απονομή τους σύμφωνα με τις διατάξεις μετά την έναρξη ισχύος του Ν.4387/2016, υπολογίζονται εκ νέου σύμφωνα με τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 2 της παραγράφου 5 του άρθρου 8. Από 1.10.2019, καταβάλλονται τυχόν προκύπτουσες αυξήσεις στη σύνταξη. Αν το ποσό των συντάξεων αυτών όπως επανυπολογίζεται είναι μικρότερο εκείνου που προκύπτει από τον υπολογισμό τους σύμφωνα με τον πίνακα 1 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, το ποσόν της διαφοράς που προκύπτει εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά. β.i Οι κύριες συντάξεις πλην όσων χορηγούνται από τον ΟΓΑ, που έχουν απονεμηθεί ή εκκρεμεί η απονομή τους σύμφωνα με τις διατάξεις πριν την έναρξη ισχύος του Ν.4387/2016 και έχουν επανυπολογισθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου υπολογίζονται εκ νέου από 1.10.2019 σύμφωνα με τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 2.
Από 1.10.2019 αν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων σύμφωνα με τις διατάξεις πριν την έναρξη ισχύος του Ν.4387/2016, είναι μεγαλύτερο εκείνου που προκύπτει από τον υπολογισμό τους σύμφωνα με τον πίνακα 2 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, το επιπλέον ποσό εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά, συμψηφιζόμενο κατ` έτος και μέχρι την πλήρη εξάλειψή του, με την εκάστοτε αναπροσαρμογή των συντάξεων, όπως αυτή προκύπτει κατ` εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 4α του άρθρου 8. Στην περίπτωση που η προσωπική διαφορά που προκύπτει είναι μεγαλύτερη από την προσωπική διαφορά που προέκυπτε από τον επανυπολογισμό της σύνταξης με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 1 της παραγράφου 5 του 56
άρθρου 8, ο συμψηφισμός ολοκληρώνεται έως το ύψος της προσωπικής διαφοράς που προκύπτει με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 1 της παραγράφου 5 του άρθρου 8 και το υπόλοιπο ποσόν εξακολουθεί να καταβάλλεται στο δικαιούχο ως υπερβάλλουσα διαφορά. β.ii Από 1.10.2019 αν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων σύμφωνα με τις διατάξεις πριν την έναρξη ισχύος του Ν.4387/2016 είναι μικρότερο από αυτό που προκύπτει από τον υπολογισμό τους σύμφωνα με τον πίνακα 2 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, τότε συνεχίζει να καταβάλλεται η προσωπική διαφορά με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 1 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, και το ποσόν των συντάξεων προσαυξάνεται κατά το ένα πέμπτο της τυχόν πρόσθετης διαφοράς που προκύπτει, για την περίοδο από 1η Οκτωβρίου 2019 έως 31η Δεκεμβρίου 2020 και σταδιακά ισόποσα κατ έτος έως την 31η Δεκεμβρίου 2024. Στην περίπτωση που η προσωπική διαφορά που προκύπτει είναι μικρότερη από την προσωπική διαφορά που προέκυπτε από τον επανυπολογισμό της σύνταξης με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 1 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, συνεχίζει να καταβάλλεται η προσωπική διαφορά που προκύπτει με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 1 της παραγράφου 5 του άρθρου 8 . 4. Ειδικά για τις περιπτώσεις του άρθρου 31, αν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων αυτών είναι μικρότερο εκείνου που προκύπτει από τον επανυπολογισμό τους, τότε αυτό προσαυξάνεται κατά το ποσό της διαφοράς και καταβάλλεται, κατά παρέκκλιση της περίπτωσης γ` της παραγράφου 2 του άρθρου 14, εξ ολοκλήρου στους δικαιούχους.»
Διαβάστε εδώ τι εισφορές θα ισχύσουν για αυτοαπασχολούμενους και αγρότες
www.bankingnews.gr
www.worldenergynews.gr