Το κοινοπραξικό δάνειο ύψους 1,3 δισ. ευρώ, ορίστηκε επίπεδο ανάκτησης (recovery rating) «4».
Στην αναβάθμιση της μακροπρόθεσμης πιστοληπτικής ικανότητας της ΔΕΗ, από «CCC» σε «CCC+», προχώρησε η Standard & Poor’s Global Ratings, διατηρώντας, μάλιστα, σε θετικές τις προοπτικές (outlook).
Σε ό,τι αφορά το κοινοπραξικό δάνειο ύψους 1,3 δισεκ. ευρώ, ορίστηκε επίπεδο ανάκτησης (recovery rating) «4».
Ο αμερικανικός οίκος επικαλείται τις βελτιωμένες προσδοκίες για τη ρευστότητα της ΔΕΗ για τους επόμενους 12 μήνες.
Η αναχρηματοδότηση, σε συνδυασμό με πρόσθετες πιστώσεις πίστωσης ρευστότητας ύψους 620 εκατ. ευρώ, θα επιτρέψει στην εταιρεία να καλύψει τις λήξεις του Απριλίου 2019 με τα ανεξόφλητα υπόλοιπα των 350 εκατ. ευρώ.
Επιπλέον, ο οίκος συνδέει την αισιοδοξία και με το βελτιωμένο οικονομικό κλίμα της Ελλάδας.
Ωστόσο, επισημαίνει τις αμφιβολίες σχετικά με τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δραστηριοτήτων της ΔΕΗ και της θέσης της στην αγορά.
«Αναγνωρίζουμε την ανάγκη να αναδιαμορφωθεί η ΔΕΗ, προκειμένου να μειώσει την εξάρτησή της από τα εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα και την εξέλιξη των τιμών άνθρακα και να μετατοπίσει το μείγμα παραγωγής ενέργειας προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Επιπλέον, η πλήρης εφαρμογή του ευρωπαϊκού κανονισμού ανταγωνισμού για επιχειρήσεις κοινής ωφελείας συνεπάγεται μια απότομη συρρίκνωση του εγχώριου μεριδίου αγοράς της ΔΕΗ, τόσο στην παροχή ηλεκτρικής ενέργειας όσο και στο μερίδιο αγοράς της παραγωγής κάτω από το 50% μέχρι το τέλος του 2019 (από 63% λιανικής και 95% το 2015).
Η ΔΕΗ αντιμετωπίζει σημαντική μείωση της ικανότητάς της για λιγνίτη, καθώς οι ευρωπαϊκές αρχές επέβαλαν την πώληση περίπου 40% των λιγνιτικών εγκαταστάσεων και ορυχείων της ΔΕΗ για την ενίσχυση της αποδοτικότητας και του ανταγωνισμού στην Ελλάδα, μειώνοντας περαιτέρω το βάρος της εταιρείας στην αγορά.
Αυτή η διαδικασία μετασχηματισμού απαιτεί σημαντικές επενδύσεις ύψους περίπου 2,2 δισ. ευρώ από το 2019 έως το 2021».
Ο οίκος αναμένει το προσαρμοσμένο EBITDA να υποχωρήσει μειωθεί σε περίπου 370 εκατ. - 390 εκατ. ευρώ το 2018, έναντι 634 εκατ. το 2017, με την πτώση να οφείλεται κατά κύριο λόγο στην πώληση δραστηριοτήτων το περασμένο έτος αλλά και το υψηλότερο κόστος των βασικών προϊόντων.
«Λόγω της αμελητέας δημιουργίας ταμειακών ροών, η ΔΕΗ θα χρειαστεί να χρηματοδοτήσει τις επενδύσεις της με πρόσθετο χρέος, γεγονός που θα μπορούσε τελικά να αποδυναμώσει τις ήδη εύθραυστες πιστωτικές μετρήσεις.
Επιπλέον, σε αντίθεση με τους περισσότερους ευρωπαίους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας, τα κέρδη της ΔΕΗ ανοδικών δυνατοτήτων είναι περιορισμένα τα επόμενα δύο έως τρία χρόνια, καθώς δεν βλέπουμε βελτίωση των κερδών.
Οι καθυστερημένες απαιτήσεις έφτασαν τα 2,5 δισεκ. ευρώ στα τέλη Δεκεμβρίου 2017, έναντι 1,7 δισεκ. ευρώ το 2014, πριν από την οικονομική κρίση της Ελλάδας».
Ο αμερικανικός οίκος αναφέρει, επίσης:
*το περιθώριο EBITDA θα περιοριστεί στο περίπου 11%, θα υπάρξουν θετικές ταμειακές ροές ύψους €100 εκατ. ετησίως, χάρη στη βελτίωση της ανάκτησης των ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων.
*οι κεφαλαιουχικές δαπάνες θα φθάσουν τα 1,7 δισ. ευρώ για το 2019 και το 2020, ενώ έχουν ήδη δεσμευθεί 800 εκατ. ευρώ.
*η εισροή μετρητών από τη διάθεση των λιγνιτικών περιουσιακών στοιχείων θα στηρίξει εν μέρει την αποπληρωμή του χρέους.
*λόγος χρέους Χρέος EBITDA στο 10x-11x.
*FFO προς χρέος κάτω από 5%. και €1 δισ. ταμειακών ροών διαθέσιμων για αποπληρωμή του χρέους.
www.worldenergynews.gr
Σε ό,τι αφορά το κοινοπραξικό δάνειο ύψους 1,3 δισεκ. ευρώ, ορίστηκε επίπεδο ανάκτησης (recovery rating) «4».
Ο αμερικανικός οίκος επικαλείται τις βελτιωμένες προσδοκίες για τη ρευστότητα της ΔΕΗ για τους επόμενους 12 μήνες.
Η αναχρηματοδότηση, σε συνδυασμό με πρόσθετες πιστώσεις πίστωσης ρευστότητας ύψους 620 εκατ. ευρώ, θα επιτρέψει στην εταιρεία να καλύψει τις λήξεις του Απριλίου 2019 με τα ανεξόφλητα υπόλοιπα των 350 εκατ. ευρώ.
Επιπλέον, ο οίκος συνδέει την αισιοδοξία και με το βελτιωμένο οικονομικό κλίμα της Ελλάδας.
Ωστόσο, επισημαίνει τις αμφιβολίες σχετικά με τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δραστηριοτήτων της ΔΕΗ και της θέσης της στην αγορά.
«Αναγνωρίζουμε την ανάγκη να αναδιαμορφωθεί η ΔΕΗ, προκειμένου να μειώσει την εξάρτησή της από τα εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα και την εξέλιξη των τιμών άνθρακα και να μετατοπίσει το μείγμα παραγωγής ενέργειας προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Επιπλέον, η πλήρης εφαρμογή του ευρωπαϊκού κανονισμού ανταγωνισμού για επιχειρήσεις κοινής ωφελείας συνεπάγεται μια απότομη συρρίκνωση του εγχώριου μεριδίου αγοράς της ΔΕΗ, τόσο στην παροχή ηλεκτρικής ενέργειας όσο και στο μερίδιο αγοράς της παραγωγής κάτω από το 50% μέχρι το τέλος του 2019 (από 63% λιανικής και 95% το 2015).
Η ΔΕΗ αντιμετωπίζει σημαντική μείωση της ικανότητάς της για λιγνίτη, καθώς οι ευρωπαϊκές αρχές επέβαλαν την πώληση περίπου 40% των λιγνιτικών εγκαταστάσεων και ορυχείων της ΔΕΗ για την ενίσχυση της αποδοτικότητας και του ανταγωνισμού στην Ελλάδα, μειώνοντας περαιτέρω το βάρος της εταιρείας στην αγορά.
Αυτή η διαδικασία μετασχηματισμού απαιτεί σημαντικές επενδύσεις ύψους περίπου 2,2 δισ. ευρώ από το 2019 έως το 2021».
Ο οίκος αναμένει το προσαρμοσμένο EBITDA να υποχωρήσει μειωθεί σε περίπου 370 εκατ. - 390 εκατ. ευρώ το 2018, έναντι 634 εκατ. το 2017, με την πτώση να οφείλεται κατά κύριο λόγο στην πώληση δραστηριοτήτων το περασμένο έτος αλλά και το υψηλότερο κόστος των βασικών προϊόντων.
«Λόγω της αμελητέας δημιουργίας ταμειακών ροών, η ΔΕΗ θα χρειαστεί να χρηματοδοτήσει τις επενδύσεις της με πρόσθετο χρέος, γεγονός που θα μπορούσε τελικά να αποδυναμώσει τις ήδη εύθραυστες πιστωτικές μετρήσεις.
Επιπλέον, σε αντίθεση με τους περισσότερους ευρωπαίους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας, τα κέρδη της ΔΕΗ ανοδικών δυνατοτήτων είναι περιορισμένα τα επόμενα δύο έως τρία χρόνια, καθώς δεν βλέπουμε βελτίωση των κερδών.
Οι καθυστερημένες απαιτήσεις έφτασαν τα 2,5 δισεκ. ευρώ στα τέλη Δεκεμβρίου 2017, έναντι 1,7 δισεκ. ευρώ το 2014, πριν από την οικονομική κρίση της Ελλάδας».
Ο αμερικανικός οίκος αναφέρει, επίσης:
*το περιθώριο EBITDA θα περιοριστεί στο περίπου 11%, θα υπάρξουν θετικές ταμειακές ροές ύψους €100 εκατ. ετησίως, χάρη στη βελτίωση της ανάκτησης των ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων.
*οι κεφαλαιουχικές δαπάνες θα φθάσουν τα 1,7 δισ. ευρώ για το 2019 και το 2020, ενώ έχουν ήδη δεσμευθεί 800 εκατ. ευρώ.
*η εισροή μετρητών από τη διάθεση των λιγνιτικών περιουσιακών στοιχείων θα στηρίξει εν μέρει την αποπληρωμή του χρέους.
*λόγος χρέους Χρέος EBITDA στο 10x-11x.
*FFO προς χρέος κάτω από 5%. και €1 δισ. ταμειακών ροών διαθέσιμων για αποπληρωμή του χρέους.
www.worldenergynews.gr