Η ώρα των αποφάσεων για την ημιθανή ελληνική χαλυβουργία
Σημαντικές αποφάσεις για το μέλλον τους θα κληθούν να πάρουν μέσα στους επόμενους μήνες δύο από τις μεγαλύτερες χαλυβουργίες της χώρας, η Χαλυβουργική της οικογένειας του Κωσταντίνου Αγγελόπουλου και η Χαλυβουργία Ελλάδος της οικογένειας του Νίκου Μάνεση.
Ο υψηλός δανεισμός και οι συσσωρευμένες ζημιές για τις δύο χαλυβουργίες αλλά και η επιθυμία των τραπεζών να εξυγιάνουν τον κλάδο, αποτελούν καθοριστικούς παράγοντες για την «επόμενη μέρα» με την ύπαρξη βιώσιμων σχημάτων.
Δύο είναι τα κριτήρια που έχουν θέσει, σύμφωνα με πληροφορίες οι τράπεζες στις βιομηχανίες και στις διοικήσεις τους προκειμένου να συνεχίσουν την δραστηριοποίηση τους: η αποδοτικότητα των μονάδων αλλά και η στήριξη των μετόχων που θα κληθούν να βάλουν «βαθιά το χέρι στην τσέπη».
Και αυτό γιατί η χρηματοοικονομική εικόνα των δύο χαλυβουργιών της χώρας είναι ζοφερή.
Οι συσσωρευτικές ζημιές από την αρχή της κρίσης μέχρι σήμερα ανέρχονται στα 800 εκατ. ευρώ, ενώ τα δάνεια αγγίζουν το 1 δισ. ευρώ, χρήματα που χρησιμοποιήθηκαν για να χρηματοδοτήσουν επενδύσεις με στόχο τον εκσυχγρονισμό των εγκαταστάσεων και την αύξηση της παραγωγικής τους δυναμικότητας.
Είναι ενδεικτικό ότι στις αρχές της δεκαετίας του 2000 η οικογένεια του Κ. Αγγελόπουλου επένδυσε στη Χαλυβουργική 250 εκατ. ευρώ, προερχόμενα από ίδια κεφάλαια και δανεισμό για να εκσυγχρονίσει και να επαναλειτουργήσει την ιστορική βιομηχανία καθιστώντας την άμεσα ανταγωνιστική και με παραγωγική δυναμικότητα 1 εκατ. τόνων χαλυβουργικών προϊόντων. Στην εταιρεία είχαν βρει δουλειά 650 εργαζόμενοι.
Όμως μετά ήρθε η κρίση και η ζήτηση χαλουβουργικών προϊόντων το 2013 υποχώρησε στους 300.000 τόνους (φτάνοντας τα επίπεδα της δεκαετίας του 1950) από 2,1 εκατ τόνους το 2009.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να κλείσει το εργοστάσιο της Χαλυβουργίας Ελλάδος στον Ασπρόπυργο και η μονάδα της Χαλυβουργικής στην Ελευσίνα να λειτουργεί περιστασιακά ελάχιστες ημέρες τον χρόνο.
Ακόμη και στις εν λειτουργία μονάδες ακολουθούνται προγράμματα εθελουσίας εξόδου και εκ περιτροπής εργασίας.
Ο μεγάλος δανεισμός των χαλυβουργικών βομηχανιών τις έχει φέρει στα όρια της οικονομικής ασφυξίας και παρά τις κάποιες ρυθμίσεις που έγιναν, το πρόβλημα παραμένει αφού τα κόστη χρηματοδότησης είναι δυσβάστακτα.
Στο πλαίσιο αυτό οι τέσσερις συστημικές τράπεζες, φέρονται αποφασισμένες να προχωρήσουν στην εξυγίανση του κλάδου, προκειμένου να ανακτήσουν στο μέλλον κάποια από τα δανειακά κεφάλαια που έχουν χορηγήσει.
Ήδη έχουν αναθέσει στην εταιρεία Alvarez & Marsal να εκπονήσει μια μελέτη βιωσιμότητας για τον κλάδο, η οποία και έχει ήδη συλλέξει στοιχεία για το ποιες μονάδες κρίνονται αποδοτικότερες, παράγουν δηλαδή προϊόν με το μικρότερο δυνατό κόστος.
Επόμενο βήμα, οι συζητήσεις των βασικών μετόχων με τις τράπεζες από τους οποίους θα ζητηθεί να στηρίξουν οικονομικά τις επιχειρήσεις τους.
«Όποιος δεν βάλει το χέρι στην τσέπη, δεν θα πρέπει να περιμένει διάσωση», λένε γνώστες της αγοράς.
Το εγχείρημα πάντως δεν θα είναι εύκολο ούτε για τις ίδιες αλλά και ούτε για τις τράπεζες, καθώς οι τελευταίες θα αναγκαστούν να διαγράψουν ορισμένα από τα χρέη και να εγγράψουν τις ζημιές που θα προκύψουν.
Το μόνο που πρέπει να θεωρείται δεδομένο είναι ότι οι τράπεζες δεν θα αξιώσουν να αναλάβουν τον μετοχικό έλεγχο σε καμμία από τις βιομηχανίες.
Οι λύσεις που θα προωθηθούν, είναι οι συνεργασίες, οι συγχωνεύσεις αλλά και το κλέισιμο μονάδων, προκειμένου να μειωθεί η παραγωγή και κατ΄επέκταση τα κόστη λειτουργίας.
Βαρίδι το ενεργειακό κόστος
Βαρίδι για τις χαλυβουργίες της χώρας αποτελεί το ενεργειακό κόστος καθώς πληρώνουν το ηλεκτρικό ρεύμα έως 60 ευρώ τη μεγαβατώρα έναντι 35-40 ευρώ των ευρωπαίων ανταγωνιστών τους.
Ακόμη και για τη λειτουργία μόνο τις νύχτες και τα Σαββατοκύριακα το κόστος στην Ελλάδα είναι ακριβότερο, φτάνοντας τα 40 ευρώ η μεγαβατώρα. Η διαφορά αυτή οφείλεται κυρίως στους αυξημένους φόρους που έχει βάλει το κράτος.
Αυτό έχει άμεσο αντίκτυπο και στις εξαγωγές καθώς είναι χαρακτηριστικό ότι στην αγορά της Αλγερίας, στην οποία το 2011 οι ελληνικές εξαγωγές χάλυβα έφταναν σχεδόν τους 500.000 τόνους, το 2014 έπεσαν κάτω από το ένα τέταρτο, καθώς οι ξένοι ανταγωνιστές επωφελούμενοι του χαμηλού κόστους ενέργειας, κέρδισαν τα ελληνικά μερίδια.
www.worldenergynews.gr
Ο υψηλός δανεισμός και οι συσσωρευμένες ζημιές για τις δύο χαλυβουργίες αλλά και η επιθυμία των τραπεζών να εξυγιάνουν τον κλάδο, αποτελούν καθοριστικούς παράγοντες για την «επόμενη μέρα» με την ύπαρξη βιώσιμων σχημάτων.
Δύο είναι τα κριτήρια που έχουν θέσει, σύμφωνα με πληροφορίες οι τράπεζες στις βιομηχανίες και στις διοικήσεις τους προκειμένου να συνεχίσουν την δραστηριοποίηση τους: η αποδοτικότητα των μονάδων αλλά και η στήριξη των μετόχων που θα κληθούν να βάλουν «βαθιά το χέρι στην τσέπη».
Και αυτό γιατί η χρηματοοικονομική εικόνα των δύο χαλυβουργιών της χώρας είναι ζοφερή.
Οι συσσωρευτικές ζημιές από την αρχή της κρίσης μέχρι σήμερα ανέρχονται στα 800 εκατ. ευρώ, ενώ τα δάνεια αγγίζουν το 1 δισ. ευρώ, χρήματα που χρησιμοποιήθηκαν για να χρηματοδοτήσουν επενδύσεις με στόχο τον εκσυχγρονισμό των εγκαταστάσεων και την αύξηση της παραγωγικής τους δυναμικότητας.
Είναι ενδεικτικό ότι στις αρχές της δεκαετίας του 2000 η οικογένεια του Κ. Αγγελόπουλου επένδυσε στη Χαλυβουργική 250 εκατ. ευρώ, προερχόμενα από ίδια κεφάλαια και δανεισμό για να εκσυγχρονίσει και να επαναλειτουργήσει την ιστορική βιομηχανία καθιστώντας την άμεσα ανταγωνιστική και με παραγωγική δυναμικότητα 1 εκατ. τόνων χαλυβουργικών προϊόντων. Στην εταιρεία είχαν βρει δουλειά 650 εργαζόμενοι.
Όμως μετά ήρθε η κρίση και η ζήτηση χαλουβουργικών προϊόντων το 2013 υποχώρησε στους 300.000 τόνους (φτάνοντας τα επίπεδα της δεκαετίας του 1950) από 2,1 εκατ τόνους το 2009.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να κλείσει το εργοστάσιο της Χαλυβουργίας Ελλάδος στον Ασπρόπυργο και η μονάδα της Χαλυβουργικής στην Ελευσίνα να λειτουργεί περιστασιακά ελάχιστες ημέρες τον χρόνο.
Ακόμη και στις εν λειτουργία μονάδες ακολουθούνται προγράμματα εθελουσίας εξόδου και εκ περιτροπής εργασίας.
Ο μεγάλος δανεισμός των χαλυβουργικών βομηχανιών τις έχει φέρει στα όρια της οικονομικής ασφυξίας και παρά τις κάποιες ρυθμίσεις που έγιναν, το πρόβλημα παραμένει αφού τα κόστη χρηματοδότησης είναι δυσβάστακτα.
Στο πλαίσιο αυτό οι τέσσερις συστημικές τράπεζες, φέρονται αποφασισμένες να προχωρήσουν στην εξυγίανση του κλάδου, προκειμένου να ανακτήσουν στο μέλλον κάποια από τα δανειακά κεφάλαια που έχουν χορηγήσει.
Ήδη έχουν αναθέσει στην εταιρεία Alvarez & Marsal να εκπονήσει μια μελέτη βιωσιμότητας για τον κλάδο, η οποία και έχει ήδη συλλέξει στοιχεία για το ποιες μονάδες κρίνονται αποδοτικότερες, παράγουν δηλαδή προϊόν με το μικρότερο δυνατό κόστος.
Επόμενο βήμα, οι συζητήσεις των βασικών μετόχων με τις τράπεζες από τους οποίους θα ζητηθεί να στηρίξουν οικονομικά τις επιχειρήσεις τους.
«Όποιος δεν βάλει το χέρι στην τσέπη, δεν θα πρέπει να περιμένει διάσωση», λένε γνώστες της αγοράς.
Το εγχείρημα πάντως δεν θα είναι εύκολο ούτε για τις ίδιες αλλά και ούτε για τις τράπεζες, καθώς οι τελευταίες θα αναγκαστούν να διαγράψουν ορισμένα από τα χρέη και να εγγράψουν τις ζημιές που θα προκύψουν.
Το μόνο που πρέπει να θεωρείται δεδομένο είναι ότι οι τράπεζες δεν θα αξιώσουν να αναλάβουν τον μετοχικό έλεγχο σε καμμία από τις βιομηχανίες.
Οι λύσεις που θα προωθηθούν, είναι οι συνεργασίες, οι συγχωνεύσεις αλλά και το κλέισιμο μονάδων, προκειμένου να μειωθεί η παραγωγή και κατ΄επέκταση τα κόστη λειτουργίας.
Βαρίδι το ενεργειακό κόστος
Βαρίδι για τις χαλυβουργίες της χώρας αποτελεί το ενεργειακό κόστος καθώς πληρώνουν το ηλεκτρικό ρεύμα έως 60 ευρώ τη μεγαβατώρα έναντι 35-40 ευρώ των ευρωπαίων ανταγωνιστών τους.
Ακόμη και για τη λειτουργία μόνο τις νύχτες και τα Σαββατοκύριακα το κόστος στην Ελλάδα είναι ακριβότερο, φτάνοντας τα 40 ευρώ η μεγαβατώρα. Η διαφορά αυτή οφείλεται κυρίως στους αυξημένους φόρους που έχει βάλει το κράτος.
Αυτό έχει άμεσο αντίκτυπο και στις εξαγωγές καθώς είναι χαρακτηριστικό ότι στην αγορά της Αλγερίας, στην οποία το 2011 οι ελληνικές εξαγωγές χάλυβα έφταναν σχεδόν τους 500.000 τόνους, το 2014 έπεσαν κάτω από το ένα τέταρτο, καθώς οι ξένοι ανταγωνιστές επωφελούμενοι του χαμηλού κόστους ενέργειας, κέρδισαν τα ελληνικά μερίδια.
www.worldenergynews.gr