Οι υποχρεώσεις για το 2018 περιορίζονται στα 10,2 δισ. ευρώ, ενώ τα υπόλοιπα 5,4 δισ. ευρώ είναι οι συνολικοί τόκοι για την επόμενη χρονιά
Για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια οι δανειακές ανάγκες της Ελλάδας είναι για την κυβέρνηση μία απλή βόλτα στο πάρκο.
Σύμφωνα με πληροφορίες οι υποχρεώσεις για το 2018 περιορίζονται στα 10,2 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 4,8 δισ. ευρώ αφορούν πληρωμές σε ομόλογα και δάνεια που έχει λάβει η χώρα από το πρώτο μνημόνιο και ωριμάζουν το 2018 ενώ τα υπόλοιπα 5,4 δισ. ευρώ είναι οι συνολικοί τόκοι για την επόμενη χρονιά.
Πρέπει αν σημειωθεί ότι στο ποσό των 10,2 δεν περιλαμβάνεται ο δανεισμός του Δημοσίου με έντοκα γραμμάτια που φθάνει τα 14,9 δισ. ευρώ και είναι ανακυκλούμενος.
Όπως είναι φυσικό το ύψος των νέων υποχρεώσεων κάθε άλλο παρά προβληματισμό προκαλεί στο οικονομικό επιτελείο και στον Ευκλείδη Τσακαλώτο, ο οποίος περισσότερο ενδιαφέρον δείχνει στις υποχρεώσεις που έχει η Ελλάδα από το 2019 και μετά παρά γι΄ αυτές του 2018.
Για την ιστορία και μόνο τα λεφτά που θα πρέπει να πληρώσει η χώρα το 2019 ανέρχονται στα 14 με 15 δισ. ευρώ εκ των οποίων τα 8,5 δισ. ευρώ αφορούν δάνεια και τα 6 δισ. τόκους.
Επομένως για να μπορέσουν να καλυφθούν οι ετήσιες ανάγκες κάποια λεφτά θα πρέπει να έρθουν από εξωτερική χρηματοδότηση δηλαδή από τις αγορές.
Εκτιμάται ότι η Ελλάδα ως το 2030 σε σχέση με τις άλλες χώρες θα έχει μικρή εξάρτηση από τις αγορές, περίπου 5 με 6% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο, ενώ από το 2030 και μετά οι πιέσεις αυξάνονται κατακόρυφα αιτιολογώντας και την ανάγκη για την εφαρμογή των μακροπρόθεσμων μέτρων για το χρέος.
Η εξάρτηση από τις αγορές τελεί υπό τους στόχους που θα τεθούν για τα πρωτογενή πλεονάσματα και τις επιδόσεις που θα πιάνει η ελληνική οικονομία.
Αν ληφθεί υπόψη το βασικό σενάριο του ESM που προβλέπει μέση ανάπτυξη 3,3% του ΑΕΠ και πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ έως το 2028, το κατώφλι του 15% του ΑΕΠ για το ύψος των δαπανών των τοκοχρεολυσίων το 2030-2032,η Αθήνα το ξεπερνά χωρίς να υπάρξει καμία παρέμβαση στο χρέος.
Αν τα πρωτογενή πλεονάσματα μειωθούν στο 2,5% του ΑΕΠ από το 2019 η βιωσιμότητα του χρέους, δηλαδή το κατώφλι δαπανών 15% του ΑΕΠ για τα τοκοχρεολύσια χάνεται ήδη από το 2025 και το κατώφλι του 20% από το 2030.
Με δεδομένο ότι ο προϋπολογισμός του 2018 είναι αυτός που - εκτός απροόπτου - θα οδηγήσει την χώρα στην έξοδο από τα Μνημόνια προβλέπει έτσι ένα «αποθεματικό» άνω των 15 - 16 δισ. ευρώ για την περίοδο μετά από το πρόγραμμα.
Αυτό θα προέρχεται κυρίως από τη χρηματοδότηση των πιστωτών (18,4 δισ. ευρώ από την 3η και την 4η αξιολόγηση) αλλά και από το νέο επενδυτικό χρήμα που θα αντλήσει ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους ( ΟΔΔΗΧ) μέσω των δοκιμαστικών εκδόσεων που θα ακολουθήσουν πριν την τελική έξοδο της Ελλάδας στις διεθνείς αγορές.
Υπάρχουν βέβαια στην άκρη και τα 27,4 δις. ευρώ που περισσεύουν από το δάνειο των 86 δισ. ευρώ του ESM και οι αποφάσεις για το πώς θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν αυτά τα χρήματα θα ληφθούν τέλη Μαΐου αρχές Ιουνίου του 2018.
Ένα ακόμη σημείο που χαρακτηρίζεται εξαιρετικά θετικό είναι ότι ο προϋπολογισμός έχει αυτήν την περίοδο (σ.σ. λόγω των αυξημένων πληρωμών από τους φορολογούμενους) υψηλό ποσό διαθεσίμων.
Σύμφωνα με καλά ενημερωμένες πηγές τα ταμειακά διαθέσιμα υπερβαίνουν τα 9 με 10 δισ. ευρώ και τα οποία επαρκούν ώστε η κυβέρνηση να καλύψει τις δανειακές ανάγκες του επόμενου χρόνου.
Πιο συγκεκριμένα περίπου 5 δις. με 5,5 δισ. βρίσκονται ήδη στα κρατικά ταμεία ενώ 4 δισ. με 5 δισ. ευρώ διαθεσίμων μπορεί να «σκουπίσει» η κυβέρνηση από τους φορείς της γενικής κυβέρνησης.
Όπως έχει ήδη μεταδώσει το «bankingnews» για την μεταφορά αυτών των αποθεματικών προωθεί διάταξη - που θα ενσωματωθεί μαζί με τις υπόλοιπες στο πολυνομοσχέδιο που θα κατατεθεί στις 8 Ιανουαρίου στην Βουλή - και θα υποχρεώνει όλους τους φορείς που απέφευγαν έως τώρα να μεταφέρουν τα ρευστά τους διαθέσιμα στον κοινό λογαριασμό που τηρεί το Δημόσιο στην Τράπεζα της Ελλάδος.
www.worldenergynews.gr
Σύμφωνα με πληροφορίες οι υποχρεώσεις για το 2018 περιορίζονται στα 10,2 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 4,8 δισ. ευρώ αφορούν πληρωμές σε ομόλογα και δάνεια που έχει λάβει η χώρα από το πρώτο μνημόνιο και ωριμάζουν το 2018 ενώ τα υπόλοιπα 5,4 δισ. ευρώ είναι οι συνολικοί τόκοι για την επόμενη χρονιά.
Πρέπει αν σημειωθεί ότι στο ποσό των 10,2 δεν περιλαμβάνεται ο δανεισμός του Δημοσίου με έντοκα γραμμάτια που φθάνει τα 14,9 δισ. ευρώ και είναι ανακυκλούμενος.
Όπως είναι φυσικό το ύψος των νέων υποχρεώσεων κάθε άλλο παρά προβληματισμό προκαλεί στο οικονομικό επιτελείο και στον Ευκλείδη Τσακαλώτο, ο οποίος περισσότερο ενδιαφέρον δείχνει στις υποχρεώσεις που έχει η Ελλάδα από το 2019 και μετά παρά γι΄ αυτές του 2018.
Για την ιστορία και μόνο τα λεφτά που θα πρέπει να πληρώσει η χώρα το 2019 ανέρχονται στα 14 με 15 δισ. ευρώ εκ των οποίων τα 8,5 δισ. ευρώ αφορούν δάνεια και τα 6 δισ. τόκους.
Επομένως για να μπορέσουν να καλυφθούν οι ετήσιες ανάγκες κάποια λεφτά θα πρέπει να έρθουν από εξωτερική χρηματοδότηση δηλαδή από τις αγορές.
Εκτιμάται ότι η Ελλάδα ως το 2030 σε σχέση με τις άλλες χώρες θα έχει μικρή εξάρτηση από τις αγορές, περίπου 5 με 6% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο, ενώ από το 2030 και μετά οι πιέσεις αυξάνονται κατακόρυφα αιτιολογώντας και την ανάγκη για την εφαρμογή των μακροπρόθεσμων μέτρων για το χρέος.
Η εξάρτηση από τις αγορές τελεί υπό τους στόχους που θα τεθούν για τα πρωτογενή πλεονάσματα και τις επιδόσεις που θα πιάνει η ελληνική οικονομία.
Αν ληφθεί υπόψη το βασικό σενάριο του ESM που προβλέπει μέση ανάπτυξη 3,3% του ΑΕΠ και πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ έως το 2028, το κατώφλι του 15% του ΑΕΠ για το ύψος των δαπανών των τοκοχρεολυσίων το 2030-2032,η Αθήνα το ξεπερνά χωρίς να υπάρξει καμία παρέμβαση στο χρέος.
Αν τα πρωτογενή πλεονάσματα μειωθούν στο 2,5% του ΑΕΠ από το 2019 η βιωσιμότητα του χρέους, δηλαδή το κατώφλι δαπανών 15% του ΑΕΠ για τα τοκοχρεολύσια χάνεται ήδη από το 2025 και το κατώφλι του 20% από το 2030.
Με δεδομένο ότι ο προϋπολογισμός του 2018 είναι αυτός που - εκτός απροόπτου - θα οδηγήσει την χώρα στην έξοδο από τα Μνημόνια προβλέπει έτσι ένα «αποθεματικό» άνω των 15 - 16 δισ. ευρώ για την περίοδο μετά από το πρόγραμμα.
Αυτό θα προέρχεται κυρίως από τη χρηματοδότηση των πιστωτών (18,4 δισ. ευρώ από την 3η και την 4η αξιολόγηση) αλλά και από το νέο επενδυτικό χρήμα που θα αντλήσει ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους ( ΟΔΔΗΧ) μέσω των δοκιμαστικών εκδόσεων που θα ακολουθήσουν πριν την τελική έξοδο της Ελλάδας στις διεθνείς αγορές.
Υπάρχουν βέβαια στην άκρη και τα 27,4 δις. ευρώ που περισσεύουν από το δάνειο των 86 δισ. ευρώ του ESM και οι αποφάσεις για το πώς θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν αυτά τα χρήματα θα ληφθούν τέλη Μαΐου αρχές Ιουνίου του 2018.
Ένα ακόμη σημείο που χαρακτηρίζεται εξαιρετικά θετικό είναι ότι ο προϋπολογισμός έχει αυτήν την περίοδο (σ.σ. λόγω των αυξημένων πληρωμών από τους φορολογούμενους) υψηλό ποσό διαθεσίμων.
Σύμφωνα με καλά ενημερωμένες πηγές τα ταμειακά διαθέσιμα υπερβαίνουν τα 9 με 10 δισ. ευρώ και τα οποία επαρκούν ώστε η κυβέρνηση να καλύψει τις δανειακές ανάγκες του επόμενου χρόνου.
Πιο συγκεκριμένα περίπου 5 δις. με 5,5 δισ. βρίσκονται ήδη στα κρατικά ταμεία ενώ 4 δισ. με 5 δισ. ευρώ διαθεσίμων μπορεί να «σκουπίσει» η κυβέρνηση από τους φορείς της γενικής κυβέρνησης.
Όπως έχει ήδη μεταδώσει το «bankingnews» για την μεταφορά αυτών των αποθεματικών προωθεί διάταξη - που θα ενσωματωθεί μαζί με τις υπόλοιπες στο πολυνομοσχέδιο που θα κατατεθεί στις 8 Ιανουαρίου στην Βουλή - και θα υποχρεώνει όλους τους φορείς που απέφευγαν έως τώρα να μεταφέρουν τα ρευστά τους διαθέσιμα στον κοινό λογαριασμό που τηρεί το Δημόσιο στην Τράπεζα της Ελλάδος.
www.worldenergynews.gr