Σε επιβεβαίωση της -κατώτατης- αξιολόγησης «CCC» για τη μακροπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα της Δ.Ε.Η. προχώρησε ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης Standard & Poor’s, ορίζοντας την ίδια βαθμολογία για τα χρεόγραφα 500 εκατ. ευρώ της δημόσιας επιχείρησης, αλλά και για το κοινοπρακτικά δάνειο -ύψους 1,3 δισεκ. ευρώ- από τις ελληνικές τράπεζες.
Παράλληλα, ο οίκος διατήρησε σε αρνητικές τις προοπτικές επαναξιολόγησης (outlook), επικαλούμενος το έλλειμμα ρευστότητας, ειδικά στην περίπτωση που η εταιρεία δεν είναι σε θέση να πληρώσει τις παραπάνω υποχρεώσεις της μέχρι τον Απρίλιο του 2019, αλλά και το μειωμένο μερίδιο αγοράς.
Το «recovery rating» ορίστηκε στο χαμηλό «4».
Η επιβεβαίωση αντικατοπτρίζει την άποψη ότι, προς το παρόν, υπάρχει «μαξιλάρι» ρευστότητας.
Αυτό οφείλεται κυρίως στο ποσό των 360 εκατ. ευρώ που αναμένεται να λάβει η εταιρεία τους επόμενους μήνες από την κυβέρνηση, ως επιστροφή των δαπανών για τις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας (ΥΔΥ) κατά την περίοδο 2012-2016.
Οι ταμειακές δαπάνες για το 2018 καλύπτονται με επαρκείς πόρους, υπογραμμίζεται.
Ο οίκος κάνει λόγο για ορισμένες αβεβαιότητες σχετικά με την έγκαιρη υποστήριξη των ελληνικών τραπεζών, βάσει των πρόσφατων επιδόσεων.
Όπως σημειώνεται, τον Απρίλιο του 2017, οι τράπεζες καθυστέρησαν τη διαδικασία αναχρηματοδότησης των χρεογράφων ύψους 200 εκατ. ευρώ που οφείλονταν την 1η Μαΐου 2017, αναγκάζοντας τη ΔΕΗ να αναβάλει τις υποχρεώσεις της.
«Επιπλέον, οι ελληνικές συστημικές τράπεζες όχι μόνο ζήτησαν και έλαβαν εγγύηση για τη νέα χρηματοδότηση ύψους 200 εκατ. ευρώ με τη μορφή κάλυψης 125% από τρέχουσες και μελλοντικές απαιτήσεις, αλλά θα λάβουν και ορισμένες προκαταβολές στο κοινοπρακτικό δάνειο που οφείλεται το 2019, συνολικού ύψους περίπου 140 εκατ. ευρώ μέχρι το τέλος του 2018.
Δεν μπορούμε να αποκλείσουμε ότι η εταιρεία θα προχωρήσει σε αναδιάρθρωση χρέους για την αντιμετώπιση των αναγκών αναχρηματοδότησης.
Θα μπορούσε να διαρκέσει αρκετός χρόνος για να ολοκληρωθεί η ανάκαμψη, θεωρούμε πως ο κίνδυνος από την εκτέλεση του σχεδίου για την ολοκλήρωση μιας βιώσιμης και αποδοτικής επιχείρησης, είναι αρκετά υψηλός», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Η S&P «βλέπει» ορισμένους κινδύνους που απορρέουν από την πλήρη εφαρμογή του ευρωπαϊκών κανόνων ανταγωνισμού, που θα περιλαμβάνει μια απότομη συρρίκνωση του μεριδίου αγοράς για τη ΔΕΗ σε περίπου 50% έως το 2020, καθώς και σημαντική μείωση της δυναμικότητας σε ό,τι αφορά στις λιγνιτικές μονάδες.
Ο οίκος αναμένει τα EBITDA να μειωθούν κατά περίπου 50% στα 650-750 εκατ. ευρώ το 2018, από 1,2 δισ. το 2016, περιορίζοντας την ικανότητα εξυπηρέτησης του χρέους.
Την ίδια στιγμή, υπάρχει ένα πολύ μεγάλο ποσό καθυστερημένων οφειλών από τους καταναλωτές, στα 2,4 δισ. ευρώ στα τέλη Αυγούστου 2017, έναντι 1,7 δισ. ευρώ το 2014.
Η αναθεώρηση του outlook σε σταθερό, κρίνεται ως απίθανη, ελλείψει σαφούς σχεδιασμού για την αντιμετώπιση των υψηλών ληξιπρόθεσμων οφειλών, υπογραμμίζεται.
Ο οίκος προειδοποιεί για περαιτέρω υποβάθμιση της αξιολόγησης μέσα στο πρώτο 6μηνο του 2018, σε περίπτωση που η ΔΕΗ δεν μπορεί να βρει πρόσθετες πηγές μετρητών μέσω της διάθεσης περιουσιακών στοιχείων, ή ανακοινώσει επαναδιαπραγμάτευση ή κούρεμα του χρέους.
www.worldenergynews.gr
Παράλληλα, ο οίκος διατήρησε σε αρνητικές τις προοπτικές επαναξιολόγησης (outlook), επικαλούμενος το έλλειμμα ρευστότητας, ειδικά στην περίπτωση που η εταιρεία δεν είναι σε θέση να πληρώσει τις παραπάνω υποχρεώσεις της μέχρι τον Απρίλιο του 2019, αλλά και το μειωμένο μερίδιο αγοράς.
Το «recovery rating» ορίστηκε στο χαμηλό «4».
Η επιβεβαίωση αντικατοπτρίζει την άποψη ότι, προς το παρόν, υπάρχει «μαξιλάρι» ρευστότητας.
Αυτό οφείλεται κυρίως στο ποσό των 360 εκατ. ευρώ που αναμένεται να λάβει η εταιρεία τους επόμενους μήνες από την κυβέρνηση, ως επιστροφή των δαπανών για τις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας (ΥΔΥ) κατά την περίοδο 2012-2016.
Οι ταμειακές δαπάνες για το 2018 καλύπτονται με επαρκείς πόρους, υπογραμμίζεται.
Ο οίκος κάνει λόγο για ορισμένες αβεβαιότητες σχετικά με την έγκαιρη υποστήριξη των ελληνικών τραπεζών, βάσει των πρόσφατων επιδόσεων.
Όπως σημειώνεται, τον Απρίλιο του 2017, οι τράπεζες καθυστέρησαν τη διαδικασία αναχρηματοδότησης των χρεογράφων ύψους 200 εκατ. ευρώ που οφείλονταν την 1η Μαΐου 2017, αναγκάζοντας τη ΔΕΗ να αναβάλει τις υποχρεώσεις της.
«Επιπλέον, οι ελληνικές συστημικές τράπεζες όχι μόνο ζήτησαν και έλαβαν εγγύηση για τη νέα χρηματοδότηση ύψους 200 εκατ. ευρώ με τη μορφή κάλυψης 125% από τρέχουσες και μελλοντικές απαιτήσεις, αλλά θα λάβουν και ορισμένες προκαταβολές στο κοινοπρακτικό δάνειο που οφείλεται το 2019, συνολικού ύψους περίπου 140 εκατ. ευρώ μέχρι το τέλος του 2018.
Δεν μπορούμε να αποκλείσουμε ότι η εταιρεία θα προχωρήσει σε αναδιάρθρωση χρέους για την αντιμετώπιση των αναγκών αναχρηματοδότησης.
Θα μπορούσε να διαρκέσει αρκετός χρόνος για να ολοκληρωθεί η ανάκαμψη, θεωρούμε πως ο κίνδυνος από την εκτέλεση του σχεδίου για την ολοκλήρωση μιας βιώσιμης και αποδοτικής επιχείρησης, είναι αρκετά υψηλός», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Η S&P «βλέπει» ορισμένους κινδύνους που απορρέουν από την πλήρη εφαρμογή του ευρωπαϊκών κανόνων ανταγωνισμού, που θα περιλαμβάνει μια απότομη συρρίκνωση του μεριδίου αγοράς για τη ΔΕΗ σε περίπου 50% έως το 2020, καθώς και σημαντική μείωση της δυναμικότητας σε ό,τι αφορά στις λιγνιτικές μονάδες.
Ο οίκος αναμένει τα EBITDA να μειωθούν κατά περίπου 50% στα 650-750 εκατ. ευρώ το 2018, από 1,2 δισ. το 2016, περιορίζοντας την ικανότητα εξυπηρέτησης του χρέους.
Την ίδια στιγμή, υπάρχει ένα πολύ μεγάλο ποσό καθυστερημένων οφειλών από τους καταναλωτές, στα 2,4 δισ. ευρώ στα τέλη Αυγούστου 2017, έναντι 1,7 δισ. ευρώ το 2014.
Η αναθεώρηση του outlook σε σταθερό, κρίνεται ως απίθανη, ελλείψει σαφούς σχεδιασμού για την αντιμετώπιση των υψηλών ληξιπρόθεσμων οφειλών, υπογραμμίζεται.
Ο οίκος προειδοποιεί για περαιτέρω υποβάθμιση της αξιολόγησης μέσα στο πρώτο 6μηνο του 2018, σε περίπτωση που η ΔΕΗ δεν μπορεί να βρει πρόσθετες πηγές μετρητών μέσω της διάθεσης περιουσιακών στοιχείων, ή ανακοινώσει επαναδιαπραγμάτευση ή κούρεμα του χρέους.
www.worldenergynews.gr