Η παραγωγή ανανεώσιμων πηγών H2 στη Γερμανία θα γίνει αντιοικονομική μέχρι τα μέσα του αιώνα, επισημαίνει έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Το πράσινο υδρογόνο που παράγεται στην Ευρώπη θα είναι φθηνότερο από οποιοδήποτε εισαγόμενο από περιοχές εκτός της ηπείρου έως το 2050, σύμφωνα με νέα έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (EC).
Ωστόσο, η παραγωγή πράσινου υδρογόνου στη Γερμανία και το Βέλγιο θα ήταν αντιοικονομική μέχρι τα μέσα του αιώνα, προσθέτει η μελέτη, με τίτλο «Ο αντίκτυπος της βιομηχανικής μετάβασης σε ένα ευρωπαϊκό ενεργειακό σύστημα ουδέτερο από CO2», η οποία δημοσιεύτηκε από τη Γενική Διεύθυνση Ενέργειας (DG-ENER ).
ISI: Δύο σενάρια
Το έγγραφο των 58 σελίδων, που ανατέθηκε από την EC αλλά γράφτηκε από το Fraunhofer Institute for Systems and Innovation Research (ISI), εξετάζει δύο σενάρια για την απανθρακοποίηση της βαριάς βιομηχανίας έως το 2050:
- το πρώτο που ονομάζεται «H2+» στο οποίο το υδρογόνο «είναι η κύρια απανθρακοποίηση των πρώτων υλών και της θερμότητας διεργασίας», και,
- το δεύτερο, το «Elec+», όπου η άμεση ηλεκτροδότηση παίζει μεγαλύτερο ρόλο στην απαλλαγή της θερμότητας διεργασίας από άνθρακα.
Και στα δύο σενάρια, η ζήτηση για υδρογόνο είναι υψηλή και ανέρχεται σε 3.000 TWh στο Elec+ και 3.400 TWh στο H2+.
«Στο ενεργειακό σύστημα βέλτιστου κόστους, ολόκληρη η ζήτηση για υδρογόνο καλύπτεται από την εγχώρια παραγωγή στην Ευρώπη, με συνολική ισχύ ηλεκτρόλυσης 810 GW και 915 GW εγκατεστημένη στα σενάρια Elec+ και H2+, αντίστοιχα», αναφέρει η έκθεση.
«Το οριακό κόστος της εγχώριας παραγωγής υδρογόνου σε αυτό το βέλτιστο από άποψη κόστους σύστημα είναι περίπου 10% κάτω από την υποτιθέμενη χαμηλότερη δυνατότητα εισαγωγής των 65 €/MWh H2».
Αυτό το ποσό - το οποίο ανέρχεται σε περίπου 2,17 ευρώ (2,38 $) ανά κιλό - αφορά το αέριο υδρογόνο που εισάγεται με αγωγό από τη Μέση Ανατολή ή τη Βόρεια Αφρική.
«Με λιγότερο βέλτιστη ανάπτυξη ΑΠΕ [ανανεώσιμων πηγών ενέργειας] και ηλεκτρόλυσης, ορισμένες εισαγωγές υδρογόνου μέσω αγωγών θα μπορούσαν να γίνουν μέρος της βέλτιστης από πλευράς κόστους λύσης», προσθέτει η έκθεση.
Που θα παράγεται, εντός ΕΕ, το πράσινο Η2
Η μελέτη εξετάζει επίσης ποια ευρωπαϊκά έθνη θα είναι σε θέση να παράγουν πράσινο υδρογόνο με το χαμηλότερο κόστος και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «οι χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, όπως η Γερμανία, το Βέλγιο, η Ολλανδία και άλλες, έχουν ελάχιστη ή καθόλου παραγωγή υδρογόνου μέσω ηλεκτρόλυσης, παρά την σημαντική ζήτηση για υδρογόνο".
«Δεδομένου του χαμηλότερου κόστους μεταφοράς υδρογόνου σε σύγκριση με την τοπική παραγωγή και της γεωγραφικής εγγύτητας αυτών των χωρών με άλλες με ευνοϊκότερες συνθήκες παραγωγής υδρογόνου, επωφελούνται περισσότερο από την εισαγωγή υδρογόνου με χαμηλότερο κόστος από την παραγωγή του τοπικά», εξηγεί η έκθεση.
Ως αποτέλεσμα, η Γαλλία (130 GW), η Ισπανία (120 GW), το Ηνωμένο Βασίλειο (70 GW) και η Νορβηγία (70 GW) εγκαθιστούν σημαντικές δυνατότητες ηλεκτρόλυσης, δημιουργώντας υψηλότερη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας για ηλεκτρόλυση από ότι για συμβατικές εφαρμογές.
Σχετικά διαγράμματα και απεικονίσεις εδώ δείχνουν στη συνέχεια ότι και στα δύο σενάρια Elec+ και H2+, η Γερμανία και το Βέλγιο θα παράγουν μηδενικό πράσινο υδρογόνο το 2050, με ελάχιστη ικανότητα ηλεκτρόλυσης στις Κάτω Χώρες (14GW), Ελβετία (12GW), Αυστρία (11GW), Τσεχία (5GW), Σλοβακία (4GW), Ουγγαρία (10GW), Σλοβενία (1GW) και Κροατία (8GW).
«Τα αποτελέσματα του μοντέλου δείχνουν ότι, από την άποψη του βέλτιστου κόστους, είναι προτιμότερο να παράγεται υδρογόνο σε χώρες με υψηλές ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και να αναπτύσσεται η απαραίτητη υποδομή μεταφοράς υδρογόνου», εξηγεί η έκθεση.
«Πρέπει να τονιστεί ότι αυτά είναι τα αποτελέσματα μιας προσέγγισης βελτιστοποίησης κόστους που λαμβάνει υπόψη μόνο μερικούς περιορισμούς και δεν προορίζεται σε καμία περίπτωση να αποτελέσει σχέδιο εφαρμογής.
«Ωστόσο, στέλνει το σαφές μήνυμα ότι η συνεργασία μεταξύ των χωρών είναι επωφελής από την άποψη του κόστους του συστήματος».
www.worldenergynews.gr
Ωστόσο, η παραγωγή πράσινου υδρογόνου στη Γερμανία και το Βέλγιο θα ήταν αντιοικονομική μέχρι τα μέσα του αιώνα, προσθέτει η μελέτη, με τίτλο «Ο αντίκτυπος της βιομηχανικής μετάβασης σε ένα ευρωπαϊκό ενεργειακό σύστημα ουδέτερο από CO2», η οποία δημοσιεύτηκε από τη Γενική Διεύθυνση Ενέργειας (DG-ENER ).
ISI: Δύο σενάρια
Το έγγραφο των 58 σελίδων, που ανατέθηκε από την EC αλλά γράφτηκε από το Fraunhofer Institute for Systems and Innovation Research (ISI), εξετάζει δύο σενάρια για την απανθρακοποίηση της βαριάς βιομηχανίας έως το 2050:
- το πρώτο που ονομάζεται «H2+» στο οποίο το υδρογόνο «είναι η κύρια απανθρακοποίηση των πρώτων υλών και της θερμότητας διεργασίας», και,
- το δεύτερο, το «Elec+», όπου η άμεση ηλεκτροδότηση παίζει μεγαλύτερο ρόλο στην απαλλαγή της θερμότητας διεργασίας από άνθρακα.
Και στα δύο σενάρια, η ζήτηση για υδρογόνο είναι υψηλή και ανέρχεται σε 3.000 TWh στο Elec+ και 3.400 TWh στο H2+.
«Στο ενεργειακό σύστημα βέλτιστου κόστους, ολόκληρη η ζήτηση για υδρογόνο καλύπτεται από την εγχώρια παραγωγή στην Ευρώπη, με συνολική ισχύ ηλεκτρόλυσης 810 GW και 915 GW εγκατεστημένη στα σενάρια Elec+ και H2+, αντίστοιχα», αναφέρει η έκθεση.
«Το οριακό κόστος της εγχώριας παραγωγής υδρογόνου σε αυτό το βέλτιστο από άποψη κόστους σύστημα είναι περίπου 10% κάτω από την υποτιθέμενη χαμηλότερη δυνατότητα εισαγωγής των 65 €/MWh H2».
Αυτό το ποσό - το οποίο ανέρχεται σε περίπου 2,17 ευρώ (2,38 $) ανά κιλό - αφορά το αέριο υδρογόνο που εισάγεται με αγωγό από τη Μέση Ανατολή ή τη Βόρεια Αφρική.
«Με λιγότερο βέλτιστη ανάπτυξη ΑΠΕ [ανανεώσιμων πηγών ενέργειας] και ηλεκτρόλυσης, ορισμένες εισαγωγές υδρογόνου μέσω αγωγών θα μπορούσαν να γίνουν μέρος της βέλτιστης από πλευράς κόστους λύσης», προσθέτει η έκθεση.
Που θα παράγεται, εντός ΕΕ, το πράσινο Η2
Η μελέτη εξετάζει επίσης ποια ευρωπαϊκά έθνη θα είναι σε θέση να παράγουν πράσινο υδρογόνο με το χαμηλότερο κόστος και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «οι χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, όπως η Γερμανία, το Βέλγιο, η Ολλανδία και άλλες, έχουν ελάχιστη ή καθόλου παραγωγή υδρογόνου μέσω ηλεκτρόλυσης, παρά την σημαντική ζήτηση για υδρογόνο".
«Δεδομένου του χαμηλότερου κόστους μεταφοράς υδρογόνου σε σύγκριση με την τοπική παραγωγή και της γεωγραφικής εγγύτητας αυτών των χωρών με άλλες με ευνοϊκότερες συνθήκες παραγωγής υδρογόνου, επωφελούνται περισσότερο από την εισαγωγή υδρογόνου με χαμηλότερο κόστος από την παραγωγή του τοπικά», εξηγεί η έκθεση.
Ως αποτέλεσμα, η Γαλλία (130 GW), η Ισπανία (120 GW), το Ηνωμένο Βασίλειο (70 GW) και η Νορβηγία (70 GW) εγκαθιστούν σημαντικές δυνατότητες ηλεκτρόλυσης, δημιουργώντας υψηλότερη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας για ηλεκτρόλυση από ότι για συμβατικές εφαρμογές.
Σχετικά διαγράμματα και απεικονίσεις εδώ δείχνουν στη συνέχεια ότι και στα δύο σενάρια Elec+ και H2+, η Γερμανία και το Βέλγιο θα παράγουν μηδενικό πράσινο υδρογόνο το 2050, με ελάχιστη ικανότητα ηλεκτρόλυσης στις Κάτω Χώρες (14GW), Ελβετία (12GW), Αυστρία (11GW), Τσεχία (5GW), Σλοβακία (4GW), Ουγγαρία (10GW), Σλοβενία (1GW) και Κροατία (8GW).
«Τα αποτελέσματα του μοντέλου δείχνουν ότι, από την άποψη του βέλτιστου κόστους, είναι προτιμότερο να παράγεται υδρογόνο σε χώρες με υψηλές ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και να αναπτύσσεται η απαραίτητη υποδομή μεταφοράς υδρογόνου», εξηγεί η έκθεση.
«Πρέπει να τονιστεί ότι αυτά είναι τα αποτελέσματα μιας προσέγγισης βελτιστοποίησης κόστους που λαμβάνει υπόψη μόνο μερικούς περιορισμούς και δεν προορίζεται σε καμία περίπτωση να αποτελέσει σχέδιο εφαρμογής.
«Ωστόσο, στέλνει το σαφές μήνυμα ότι η συνεργασία μεταξύ των χωρών είναι επωφελής από την άποψη του κόστους του συστήματος».
www.worldenergynews.gr