Οι μεγάλες προσδοκίες του κατασκευαστικού κλάδου για τα επόμενα χρόνια έχουν δύο όψεις. Από τη μία, το τεράστιο ανεκτέλεστο των μεγάλων ομίλων που ξεπερνά τα 15 δισ. για πρώτη φορά στην ιστορία τους και οι πόροι άνω των 52 δισ. ευρώ που αναμένεται να κινητοποιηθούν ως το 2026. Από την άλλη, όμως, για να υλοποιηθεί η τεράστια δεξαμενή έργων θα πρέπει να αλλάξει το μείγμα χρηματοδότησης, με ενεργό συμμετοχή των ιδιωτών, που εκτιμάται ότι θα χρειαστούν δάνεια 972 εκατ. ως 1,77 δισ. ευρώ ως το 2026.
Με τις μικρότερες εταιρείες του κλάδου αποκλεισμένες σε μεγάλο βαθμό από το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, αλλά και τις ανησυχίες των μεγάλων εργολάβων για το «ταβάνι» στις εγγυητικές επιστολές, τα περιθώρια είναι ασφυκτικά, ειδικά για έργα ενταγμένα στο Ταμείο Ανάκαμψης. Η κατακόρυφη άνοδος της κατασκευαστικής δραστηριότητας, όπως καταγράφεται στην πρόσφατη μελέτη του ΙΟΒΕ για το ΤΜΕΔΕ, θα αυξήσει έτι περαιτέρω τις ανάγκες χρηματοδότησης. Μόνο το 2023, έγιναν δημοπρατήσεις 6,9 δισ. ευρώ, όταν την περίοδο 2018-2020 ο μέσος όρος ήταν 2,9 δισ. ευρώ.
Ορίζοντας διαθέσιμων πόρων ως το 2035
Από τη δική της πλευρά, η ηγεσία του υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, που έχει βάλει μπρος την κατάρτιση ενός πλάνου χρηματοδοτήσεων ως το 2035, διαμηνύει πια ότι οι πόροι είναι πεπερασμένοι και απαιτείται ιεράρχηση των έργων υποδομών, προκειμένου να μην προχωράει έργο χωρίς εξασφαλισμένη χρηματοδότηση. Μάλιστα, εκτός από την προτεραιοποίηση των έργων έχει βάλει στο τραπέζι και την επανεξέταση του υφιστάμενου προγράμματος έργων
Είναι χαρακτηριστική η πρόσφατη παρέμβαση του διευθύνοντος συμβούλου του ομίλου Άβαξ, κ. Κωνσταντίνου Μιτζάλη, σχετικά με τον προγραμματισμό και τη χρηματοδότηση των έργων. «Δεν μπορώ να διανοηθώ να απεντάσσεται ένα έργο, το οποίο σχεδιάστηκε, δημοπρατήθηκε, βγήκε προσωρινός ανάδοχος, η εταιρεία που το έχει είναι εισηγμένη στο Χρηματιστήριο. Δεν γίνεται αυτό», είπε δηκτικά.
Χαρακτηριστικό αγκάθι αυτής της περιόδου είναι η επέκταση της λεωφόρου Κύμης. Ο διαγωνισμός έχει μεν κολλήσει στο ΣτΕ, με την προσφυγή του δήμου Ηρακλείου να έχει ορισθεί μετά από δύο παρατάσεις προς συζήτηση στα τέλη Απριλίου, όμως το πραγματικό εμπόδιο είναι η έλλειψη πόρων. Μέχρι στιγμής, εξέλιξη στο ζήτημα της χρηματοδότησης δεν έχει υπάρξει. Εν αναμονή, όμως, της απόφασης του ανωτάτου δικαστηρίου, που τοποθετείται το φθινόπωρο, θα πρέπει να δοθεί μία λύση. Το έργο, προϋπολογισμού 352 εκατ. ευρώ, έχει προσωρινό ανάδοχο το σχήμα ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ – Άκτωρ – Intrakat.
Είναι επίσης γεγονός, όπως πολλές φορές έχει επαναλάβει ο υφυπουργός Υποδομών, κ. Νίκος Ταχιάος, ότι ειδικά για τα οδικά έργα της Αττικής και της Θεσσαλονίκης, δεν υπάρχει δυνατότητα ένταξης στο ΕΣΠΑ. Άρα για κρίσιμες υποδομές, που θεωρούνται «κλειδί» για να δώσουν ανάσα στο κυκλοφοριακό χάος, όπως οι επεκτάσεις της Αττικής Οδού, ο ιδιωτικός τομέας θα πρέπει να έχει σημαντική συμβολή.
Απειλή οι εγγυητικές
Η δυσκολία εξασφάλισης εγγυητικών επιστολών είναι, σύμφωνα με στελέχη του κατασκευαστικού κλάδου, μία από τις μεγαλύτερες απειλές τόσο για τους εν εξελίξει διαγωνισμούς, όσο και για την εκτέλεση των έργων. Όπως ανέδειξε η μελέτη του ΙΟΒΕ, για τα έργα που δημοπρατήθηκαν το 2023 θα απαιτηθούν εγγυητικές καλής εκτέλεσης περί τα 346 εκατ. ευρώ. Εάν σε αυτά προστεθούν και τα έργα της προηγούμενης διετίας, προκύπτει ένα συνολικό ποσό της τάξης των 805 εκατ. ευρώ.
«Με την προοπτική περαιτέρω αύξησης των κατασκευαστικών έργων τα επόμενα χρόνια και εφόσον δεν προσαρμοστούν τα όρια χρηματοδότησης από τα ιδρύματα έκδοσης εγγυητικών επιστολών, αυτό το ποσό δεν θα μπορεί να καλυφθεί», συμπεραίνεται στη μελέτη, με άμεσο αντίκτυπο τόσο στη συμμετοχή σε διαγωνισμούς, ιδίως για τις μικρότερες επιχειρήσεις, όσο και στην ομαλή εκτέλεση των έργων.
Το πρόβλημα αναδεικνύει με τις δημόσιες τοποθετήσεις του και ο διευθύνων σύμβουλος του ομίλου Intrakat, κ. Αλέξανδρος Εξάρχου, εκφράζοντας την ανησυχία του για τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης. Όπως εξήγησε, πρόσφατα, στο πλαίσιο του συνεδρίου «Υποδομές και Δίκτυα», οι τέσσερις συστημικές τράπεζες της χώρας, παρότι καταβάλουν μεγάλες προσπάθειες, αδυνατούν να σηκώσουν το βάρος των εγγυητικών επιστολών που επισύρει το τεράστιο πλάνο νέων έργων. Εστίασε στην υπερρύθμιση του τραπεζικού συστήματος, που καθιστά την έκδοση εγγυητικής επιστολής ισοδύναμη της χορήγησης δανεισμού.
Ένα από αυτά τα ζητήματα που πρέπει να αλλάξουν, όπως επισημαίνουν οι μελετητές του ΙΟΒΕ, αφορά στην αυτοδίκαιη επιστροφή της εγγυητικής επιστολής με την οριστική παραλαβή ενός έργου. Αυτό που παρατηρείται σήμερα είναι η συσσώρευση εγγυητικών που βάζει εμπόδια στην πιστοληπτική ικανότητα των επιχειρήσεων.
Όπως επισημαίνεται, το χρηματοδοτικό κενό μπορεί να αμβλυνθεί με τη χρήση διαφόρων χρηματοδοτικών εργαλείων, όπως εγγυητικά κεφάλαια, επιδότηση επιτοκίου κ.ά., ώστε αντίστοιχα να υλοποιηθούν απρόσκοπτα οι δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις σε κατασκευαστικά έργα.
www.worldenergynews.gr