Ενέργεια

Το «σταυροδρόμι» μεταξύ φυσικού αερίου και ΑΠΕ - Η περίπτωση της Δυτικής Αυστραλίας

Το «σταυροδρόμι» μεταξύ φυσικού αερίου και ΑΠΕ - Η περίπτωση της Δυτικής Αυστραλίας
Γεμάτη αντιφάσεις η πορεία προς την πράσινη οικονομία
Μια όλο και πιο έντονη συζήτηση αναπτύσσεται τον τελευταίο καιρό στην Αυστραλία σχετικά με το κατά πόσο μπορεί μια από τις ισχυρότερες οικονομίες -μέχρι τώρα- στον πλανήτη να καταστεί ηγέτιδα δύναμη και στην παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.

Σε αυτό το πλαίσιο, πομπώδεις όσο και τολμηρές ανακοινώσεις - όπως το κλείσιμο της μονάδας καύσης άνθρακα στο Collie μέχρι το τέλος της δεκαετίας - δίνουν την εντύπωση ότι ένα κύμα νέων έργων ανανεώσιμης ενέργειας, υποστηριζόμενο από σημαντικές κρατικές επενδύσεις, είναι στα σκαριά.

Σύμφωνα όμως με το Renew Economy, δυστυχώς, η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική, καθώς σχεδόν δύο χρόνια μετά από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και τη μαζική στροφή της Δύσης στην πράσινη ενέργεια, καμία ουσιαστική δράση προς αυτή την κατεύθυνση δεν έχει αναληφθεί από την Αυστραλία, ενώ μέχρι τώρα υπάρχουν πολύ λίγα εγκεκριμένα έργα.

Ως αποτέλεσμα, το κύριο δίκτυο της Δυτικής Αυστραλίας εστιάζει αναγκαστικά στα συμβατικά ορυκτά καύσιμα, καθώς υστερεί σε σχέση με την υπόλοιπη χώρα στη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και στη μείωση των εκπομπών ρύπων.

Στην πραγματικότητα, οι συνολικές εκπομπές της Δυτικής Αυστραλίας εξακολουθούν να αυξάνονται αντί να μειώνονται, γεγονός που δεν αποτελεί έκπληξη δεδομένου ότι είναι η μόνη πολιτεία της νησιωτικής χώρας της Ωκεανίας χωρίς κλιματικό στόχο για το 2030.


Ο μεγαλύτερος ρυπαντής στη χώρα


Για να καταλάβουμε το μέγεθος της ρύπανσης, με μόνο το 10% του πληθυσμού της Αυστραλίας, η πολιτεία αυτή προβλέπεται να αντιπροσωπεύει σχεδόν το 20% των συνολικών εκπομπών της χώρας το 2024.

Την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση κατηγορεί για την αύξηση των εκπομπών την ανάπτυξη των εξαγωγικών βιομηχανιών, η εγχώρια οικονομία δεν προχωράει προς την απανθρακοποίησή της λόγω ακριβώς της απουσίας μιας μεγάλης κλίμακας παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.

Το πρόβλημα αυτό κατέστη σαφές πριν από 12 μήνες, όταν το Συμβούλιο Καθαρής Ενέργειας έδειξε ότι το δίκτυο της δυτικής πολιτείας έχει καθυστερήσει πολύ να ενσωματώσει ενέργεια από νέα έργα ΑΠΕ μεγάλης κλίμακας.

Μόνο το 3% των εγκεκριμένων έργων θα συνδεθεί τελικά στο δίκτυο SWIS, με το ποσοστό αυτό να πέφτει σε λιγότερο από 1% αν συμπεριληφθούν μόνο τα πιο πιθανά έργα.

1_18.png

Οι οικιακές ηλιακές στέγες

Επί του παρόντος, οι μόνες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που καταγράφουν σημαντική αύξηση στο διασυνδεδεμένο σύστημα South West Interconnected System (SWIS) είναι οι οικιακές ηλιακές στέγες.

Τα συστήματα αυτά αυξάνονται με ρυθμό σχεδόν ένα MW την ημέρα και ο διαχειριστής της αυστραλιανής αγοράς ενέργειας (AEMO) προβλέπει ότι η εγκατεστημένη ισχύς θα αγγίξει τα 4.716 MW κατά την επόμενη δεκαετία - περισσότερο από τρεις φορές το συνδυασμένο μέγεθος των σταθμών ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα της Δυτικής Αυστραλίας.

Ένα μεγάλο και σταθερό δίκτυο δεν μπορεί να υπάρξει μόνο με την εγχώρια επένδυση στην ηλιακή ενέργεια στις στέγες- πρέπει να ενισχυθεί με σημαντικές επενδύσεις στην αιολική ενέργεια και στην αποθήκευση μπαταριών.

Ενώ η χώρα βλέπει κάποιες σημαντικές επενδύσεις σε μπαταρίες μεγάλης κλίμακας, υπάρχει μέχρι στιγμής μόνο μια χούφτα νέων αιολικών έργων υπό κατασκευή στην δυτική πολιτεία.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το έργο Flat Rocks των 76 MW, το οποίο στις αρχές του τρέχοντος έτους, ήταν το μοναδικό υπό κατασκευή αιολικό πάρκο που συνδέεται με το δίκτυο SWIS, με αποτέλεσμα εύλογα οι ειδικοί να προβλέπουν ότι και φέτος θα συνεχιστεί η επίπεδη γραμμή στο διάγραμμα που δείχνει την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.

Screenshot-2024-03-28-at-2.23.56_pm-888x500.png

Η έρευνα


Για να κατανοήσουμε τι είναι αυτό που κρατάει πίσω την πολιτεία της Δυτικής Αυστραλίας ο Fraser Maywood κλήθηκε να πάρει συνέντευξη από αρκετούς υποστηρικτές των έργων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπως κι από παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας, και εμπόρους λιανικής ρεύματος, με στόχο να εντοπίσει τα εμπόδια που δυσχεραίνουν την αύξηση της παραγωγής πράσινης ενέργειας.

Η μεγάλη πλειοψηφία των ερωτηθέντων στην έρευνα επισήμανε τα σοβαρά εμπόδια που επηρεάζουν τα νέα μεγάλης κλίμακας έργα ανανεώσιμης ενέργειας από το σχεδιασμό μέχρι και την κατασκευή, με κυριότερο την έλλειψη ενός συνεκτικού κυβερνητικού σχεδίου για την υλοποίηση του οράματος που περιγράφεται στην κυβερνητική αξιολόγηση του SWIS.

Η συντριπτική άποψη των βιομηχάνων ήταν ότι το σχέδιο ενεργειακής μετάβασης της χώρας συνολικά δεν είναι «επαρκώς συνεκτικό, καθαρό και κατάλληλα διαφημισμένο».

Όπως δήλωσε ερωτηθείς: «Το σχέδιο φαίνεται να είναι πρόχειρο. Ο τελικός στόχος ορίζεται ως φιλόδοξος, ωστόσο οι διαδρομές, το κόστος και το ποιος αναλαμβάνει το κόστος είναι ασαφή».

Επίσης, ένα ακόμα βασικό συμπέρασμα της έρευνας ήταν ότι το πλαίσιο που καθορίζει τους επενδυτικούς όρους και έχει σχεδιάσει η κυβέρνηση της Δυτικής Αυστραλίας για την χρηματοδότηση κρίσιμων υποδομών ανανεώσιμης ενέργειας είναι ασαφές και προκαλεί αβεβαιότητα στους επενδυτές.

Ειδικότερα, το επενδυτικό πλαίσιο για την Δυτική Αυστραλία όπως ανακοινώθηκε πρόσφατα στην έκθεση αξιολόγησης της ζήτησης της ενεργειακής πολιτικής με φόντο το δίκτυο SWIS, θεωρήθηκε επίσης από την βιομηχανική κοινότητα ως ανεπαρκώς καθορισμένο για την προσέλκυση ιδιωτικών κεφαλαίων.

Αυτή η αβεβαιότητα, σε συνδυασμό με τους μεγάλους χρόνους σύνδεσης των έργων στο δίκτυο και άλλες καθυστερήσεις έγκρισης έργων ΑΠΕ, επηρεάζει την παροχή ανανεώσιμης ενέργειας στην Δυτική Αυστραλία.

Ως αποτέλεσμα, τα νέα έργα μεγάλης κλίμακας για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας υλοποιούνται πολύ αργά για να επιτευχθεί ο στόχος της κυβέρνησης για 80% ανανεώσιμη ενέργεια στο SWIS έως το 2030 και πολύ λιγότερο από τα 50 GW ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έως το 2042 που αναφέρονται στην έκθεση αξιολόγησης της ζήτησης του SWIS.


Υπερδιπλάσια η χρήση φυσικού αερίου μέχρι το 2032


Η συνέπεια είναι ότι χωρίς σημαντικές και κατάλληλες επενδύσεις, η παραγωγή άνθρακα θα παραμένει στο επίκεντρο για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα ή θα αντικατασταθεί από περισσότερη παραγωγή φυσικού αερίου.

O Διαχειριστής της Αυστραλιανής Ενεργειακής Αγοράς (AEMO) ανησυχεί τόσο πολύ για το γεγονός ότι δεν έχουν προγραμματιστεί αρκετά έργα ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για να αντικαταστήσουν τις προγραμματισμένες αποσύρσεις άνθρακα της Synergy, που αναμένει ότι η χρήση φυσικού αερίου για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στην Αυστραλία θα υπερδιπλασιαστεί μέχρι το 2032.

Αυτό το αποτέλεσμα είναι προφανώς ασυμβίβαστο με τη μείωση των εκπομπών και τη μετάβαση στο καθαρό μηδέν.

Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας είναι γενικά αποδεκτό ότι είναι ο τομέας που έχει τις περισσότερες πιθανότητες για μια γρήγορη απαλλαγή από τον άνθρακα.

Για τη Δυτική Αυστραλία τώρα, όπου η τοπική κυβέρνηση είναι υπεύθυνη τόσο για τον διαχειριστή του δικτύου, Western Power, όσο και τον μεγάλο παραγωγό και έμπορο, Synergy, και διαθέτει εντυπωσιακούς αιολικούς, ηλιακούς και εδαφικούς πόρους, θα πρέπει η απανθρακοποίηση να είναι ακόμη πιο εύκολη!

Ένα δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας απαλλαγμένο από τον άνθρακα αποτελεί τη βάση για την απαλλαγή από τις εκπομπές και άλλων βιομηχανικών τομέων, όπως οι μεταφορές και η βαριά βιομηχανία, μέσω του εξηλεκτρισμού.

Επίσης, δίνει σήμα στον ιδιωτικό τομέα ότι η κυβέρνηση αντιμετωπίζει σοβαρά την απαλλαγή από τον άνθρακα και είναι έτοιμη να συνδυάσει τη χρηματοδότηση της βιομηχανίας για την επίτευξη των εθνικών και διεθνών στόχων.  

Είναι εμφανές επομένως, ότι η Δυτική Αυστραλία βρίσκεται σε ενεργειακό σταυροδρόμι, καθώς η ανεπάρκεια έργων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για την επίτευξη των εθνικών στόχων απαλλαγής από τον άνθρακα γίνεται όλο και πιο έκδηλη.  

Πρέπει να γίνουν πιο φιλόδοξες επιλογές και επενδύσεις, διαφορετικά η πορεία της Αυστραλίας προς το καθαρό μηδέν θα είναι όλο και περισσότερο ένα αίτημα άνευ περιεχομένου.   

www.worldenergynews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Δείτε επίσης