Αναλύσεις

BNP Paribas: Το Eurogroup έλυσε το πρόβλημα ρευστότητας της Ελλάδας αλλά όχι τις προοπτικές της σε QE και κεφαλαιαγορές

BNP Paribas: Το Eurogroup έλυσε το πρόβλημα ρευστότητας της Ελλάδας αλλά όχι τις προοπτικές της σε QE και κεφαλαιαγορές
Οι αβεβαιότητες για τη βιωσιμότητα του χρέους παραμένουν μακροπρόθεσμα
Ως συνήθως, οι υπουργοί οικονομικών της ευρωζώνης απέτρεψαν το αδιέξοδο την τελευταία στιγμή και κατέληξαν σε συμφωνία με την Ελλάδα και το ΔΝΤ στις 15 Ιουνίου του 2017, ολοκληρώνοντας έτσι τη δεύτερη αξιολόγηση, η οποία είχε αρχικά προγραμματιστεί να ολοκληρωθεί στα τέλη του 2016.
Αυτό αναφέρει στην τελευταία 4σέλιδη ανάλυσή της για την Ελλάδα η BNP Paribas, στην οποία και σταχυολογεί τα βασικά σημεία της συμφωνίας που επετεύχθη στο Eurogroup (Agreement on Greece: key points).

Ο ορίζοντας είναι σαφής βραχυπρόθεσμα

- Οι ελληνικές αρχές έχουν εκπληρώσει πλήρως τις υποχρεώσεις τους.
Τα μέλη του Eurogroup χαιρέτισαν όλα τα μέτρα που έλαβαν οι ελληνικές αρχές τους τελευταίους μήνες για να καταλήξουν σε συμφωνία.
Όλες οι προϋποθέσεις που απαιτούνται από τους Ευρωπαίους ή / και το ΔΝΤ έχουν επιτευχθεί, κυρίως στο μέτωπο των μέτρων για την ενίσχυση της δημοσιονομικής θέσης της Ελλάδας μετά την ολοκλήρωση του ευρωπαϊκού χρηματοδοτικού προγράμματος
- Υπό αυτές τις συνθήκες, ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ΕSM) προετοιμάζεται να καταβάλει την τρίτη δόση της διάσωσης ύψους 8,5 δισ. ευρώ.
Αυτό το ποσό είναι κάτι παραπάνω από αρκετό για να καλυφθούν οι επερχόμενες αποπληρωμές του χρέους της ελληνικής κυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένων σχεδόν 7 δισ. ευρώ προς την ΕΚΤ, το ΔΝΤ και τους ιδιώτες επενδυτές.
Εξαιρουμένης της βραχυπρόθεσμης χρηματοδότησης, η Ελλάδα δεν θα έχει άλλες σημαντικές ημερομηνίες αποπληρωμής πριν από τον Ιούλιο του 2018, όταν θα πρέπει να αποπληρώσει περίπου 2 δισ. ευρώ σε ομόλογα που κατέχει η ΕΚΤ.
Αυτό σημαίνει ότι είναι απίθανο να υπάρξουν νέες εντάσεις πριν από το τέλος του τρέχοντος προγράμματος.



Οι αβεβαιότητες για τη βιωσιμότητα του χρέους παραμένουν μακροπρόθεσμα

- Για μήνες, το βασικό σημείο διαφωνίας μεταξύ των Ευρωπαίων και του ΔΝΤ ήταν η μεσοπρόθεσμη στρατηγική και η βιωσιμότητα του ελληνικού δημόσιου χρέους μετά το τέλος του τρέχοντος προγράμματος χρηματοδότησης.
Για το σκοπό αυτό, η κύρια καινοτομία της συμφωνίας του Eurogroup αφορά μια γαλλική πρόταση για την υιοθέτηση ενός "μηχανισμού προσαρμογής στην ανάπτυξη".
Στο πλαίσιο αυτού του μηχανισμού, τα δάνεια που χορηγεί ο EFSF θα αναπροσαρμόζονται περισσότερο ή λιγότερο αυτόματα με βάση την ανάπτυξη της χώρας (μεγαλύτερες προσαρμογές θα γίνουν εάν η ανάπτυξη είναι ασθενέστερη από την αναμενόμενη).
Μάλιστα, ανατέθηκε στο EuroWorking να εργαστεί για το θέμα αυτό.
Το μέτρο αυτό συμβάλει στο να αποτρέψει το ενδεχόμενοι οι Ευρωπαίοι και οι Έλληνες να επιστρέψουν στην τραπέζι των διαπραγματεύσεων πολύ γρήγορα μετά την επίτευξη συμφωνίας αναδιάρθρωσης του χρέους.
- Όσον αφορά τα υπόλοιπα, οι Ευρωπαίοι συνεχίζουν να ενεργούν στο πλαίσιο της συμφωνίας του Μαΐου του 2016.
Όπως ανέφερε εκείνη η συμφωνία, οι Ευρωπαίοι είναι πολύ προσεκτικοί στο να περιγράψουν λεπτομερώς την μελλοντική διαδικασία, συμπεριλαμβανομένων των προϋποθέσεων που θα χρησιμοποιήσουν οι Ευρωπαίοι για να αξιολογήσουν τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και τα ακριβή μέτρα που είναι έτοιμα να λάβουν στα μέσα του 2018, μετά το τέλος του τρέχοντος προγράμματος.
- Ορίστηκε ως στόχος η Ελλάδα να πετυχαίνει πρωτογενές πλεόνασμα  ύψους 3,5% του ΑΕΠ για τουλάχιστον 5 χρόνια, δηλαδή μέχρι το 2022, ένα από τα σενάρια που ενέκρινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην έκθεσή της για την πρώτη αξιολόγηση του προγράμματος.
Δεν υπάρχουν άλλοι επίσημοι στόχοι, αλλά προφανώς ένα πλεόνασμα ίσο ή ελαφρώς μεγαλύτερο από το 2% του ΑΕΠ αρκεί για να ικανοποιήσει τα κριτήρια των Ευρωπαίων.
Υπό αυτές τις συνθήκες, οι Ευρωπαίοι εξακολουθούν να υπολογίζουν τις ακαθάριστες ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες του ελληνικού κράτους σε λιγότερο από 15% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα και 20% του ΑΕΠ στη συνέχεια.
Για να καλύψουν τους στόχους, προβλέπουν μια σειρά μέτρων που έχουν ήδη περιγραφεί από την άνοιξη του 2016, συμπεριλαμβανομένης της παράδοσης των κερδών του Προγράμματος Αγορών Κινητών Αξιών της ΕΚΤ, την αναδιάταξη των δανείων του EFSF και την μείωση των περιθωρίων επιτοκίων.
- Τα εν λόγω μέτρα αναδιάρθρωσης δεν θα υιοθετηθούν πριν ολοκληρωθεί το τρέχον πρόγραμμα στα μέσα του 2018 και θα εφαρμοστούν κλιμακωτά, βάσει των υποθέσεων του χρέους και των προβλέψεων από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα.
Κατά συνέπεια, δεν μπορούν να προσδιοριστούν ποσοτικά σήμερα.

"Δοκιμαστική" η συμφωνία με το ΔΝΤ

- Δεδομένου ότι οι Ευρωπαίοι δεν μπορούν να κάνουν περισσότερα βραχυπρόθεσμα (ειδικά λίγους μήνες πριν από τις γερμανικές εκλογές), το ΔΝΤ αποφάσισε να δώσει τη σφραγίδα της έγκρισης της συμφωνίας, αν και δεν έκανε καμία ουσιαστική παραχώρηση.
Το προσωπικό του ΔΝΤ θα συστήσει στο Διοικητικό Συμβούλιο να υιοθετήσει μια «Συμφωνία επί της αρχής» για να ανοίξει μια νέα συμφωνία με την Ελλάδα, η οποία δεν θα οδηγήσει σε οικονομικές πληρωμές μέχρις ότου η Ελλάδα και οι Ευρωπαίοι φθάσουν σε μια συμφωνία αναδιάρθρωσης του χρέους που να ικανοποιεί το ΔΝΤ.
Έτσι, τουλάχιστον για ένα χρόνο το ΔΝΤ δεν θα συμμετάσχει χρηματοδοτικά στο ελληνικό πρόγραμμα.
Το ΔΝΤ προφανώς εξετάζει ένα πολύ χαμηλό ποσό (πιθανώς περίπου 2 δισ. ευρώ), το οποίο θα λάβει τη μορφή προληπτικής πίστωσης, γεγονός που μπορεί να βοηθήσει την Ελλάδα να επιστρέψει στις κεφαλαιαγορές.

Αρκετά ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα

- Η συμφωνία αυτή θα επιτρέψει στα ελληνικά ομόλογα να είναι επιλέξιμα για το πρόγραμμα αγοράς τίτλων (QE) της ΕΚΤ, όπως ελπίζουν οι ελληνικές αρχές;

Τίποτα δεν μπορεί να είναι λιγότερο βέβαιο, διότι παρέχει πολύ λίγα στοιχεία που η ΕΚΤ θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει για να αποφασίσει ότι το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο
Παρόλα αυτά, το Eurogroup αναγνώρισε ότι το επόμενο βήμα για την Ελλάδα θα ήταν να προετοιμαστεί για την επιστροφή στις κεφαλαιαγορές και δεσμεύθηκε να στηρίξει αυτή την προσπάθεια.
Οι επόμενες πληρωμές του προγράμματος θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη αυτόν τον στόχο και να επιτρέπουν στη χώρα να δημιουργήσει ένα "μαξιλάρι" ρευστότητας.
Δυστυχώς, η αναβολή μιας πραγματικής συμφωνίας ελάφρυνσης του χρέους εμποδίζει σαφώς αυτόν τον στόχο, όχι μόνο επειδή διατηρεί την αβεβαιότητα σχετικά με τις μελλοντικές χρηματοδοτικές ανάγκες της ελληνικής κυβέρνησης αλλά και επειδή δείχνει ότι οι Ευρωπαίοι και το ΔΝΤ δεν έχουν ακόμη καταλήξει σε συμφωνία για το μακροπρόθεσμο οικονομικό και δημοσιονομικό σενάριο για την Ελλάδα, το οποίο οι δυνητικοί επενδυτές θα μπορούσαν να βασιστούν.

Αρχική δημοσίευση: 19/6/2017 12:52

www.worldenergynews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Δείτε επίσης